Την εικόνα για τις σύγχρονες τάσεις στον τομέα της έρευνας και της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης στην Ελλάδα δίνει η νέα έκδοση «Στατιστικά στοιχεία για τους διδάκτορες που αποφοίτησαν από τα ελληνικά ΑΕΙ το 2023» και την οποία δημοσίευσε το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ).
Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, το 2023 από τα ελληνικά ΑΕΙ αναγορεύθηκαν συνολικά 2.037 νέοι διδάκτορες, το 21,7% των διδακτορικών διατριβών εκπονήθηκε στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (σ.σ. ακολούθησε το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με 18,3%), το 50,9% των νέων διδακτόρων έλαβε χρηματοδότηση για την εκπόνηση της διδακτορικής διατριβής, ενώ η μεγάλη πλειονότητα (85,9%) δεν σκοπεύει να φύγει στο άμεσο μέλλον από τη χώρα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία επαγγελματικής απασχόλησης και μελλοντικών στόχων των νέων διδακτόρων.
Κατά την ολοκλήρωση των διδακτορικών σπουδών τους, οι νέοι διδάκτορες σε ποσοστό 78,8% εργάζονται.
Οι περισσότεροι διατηρούν τη θέση που κατείχαν πριν από την ολοκλήρωση των διδακτορικών σπουδών (58,0%), ενώ όσον αφορά στην προοπτική εγκατάστασης των νέων διδακτόρων στο εξωτερικό, η μεγάλη πλειονότητα (85,9%) δεν σκοπεύει να φύγει στο άμεσο μέλλον από τη χώρα.
Οι περισσότεροι από όσους σκοπεύουν να εγκατασταθούν στο άμεσο μέλλον μόνιμα στο εξωτερικό προέρχονται από τις Φυσικές Επιστήμες (33,8%), ενώ ακολουθούν όσοι εξειδικεύονται στην Ιατρική και στις Επιστήμες Υγείας (21,3%) και όσοι προέρχονται από τις Επιστήμες Μηχανικού και Τεχνολογία (19,5%).
Αντίστοιχα, η πλειονότητα όσων δεν σκοπεύουν να μεταναστεύσουν προέρχεται από δύο επιστημονικά πεδία, τις Κοινωνικές Επιστήμες (13,6%) και τις Ανθρωπιστικές Επιστήμες & Τέχνες (7,3%).
Η συνέχιση της ερευνητικής δραστηριότητας φαίνεται ότι αποτελεί τον βασικό λόγο για την προοπτική μόνιμης εγκατάστασης των νέων διδακτόρων εκτός χώρας (46,0%), ενώ έπεται η επαγγελματική απασχόληση σε οποιοδήποτε είδος θέσης εργασίας, εκτός έρευνας (25,4%) και η ακαδημαϊκή σταδιοδρομία (19,5%).
Αναφορικά με τα στοιχεία που αφορούν την περίοδο των διδακτορικών σπουδών και ειδικότερα τους λόγους εκπόνησης της διατριβής, το προσωπικό ενδιαφέρον για την πραγματοποίηση διδακτορικής έρευνας ήταν ο κυριότερος λόγος (58,5%) και, στη συνέχεια, η προοπτική να ακολουθήσουν οι νέοι διδάκτορες ακαδημαϊκή σταδιοδρομία (21,7%) και η πρόσβαση σε καλύτερες επαγγελματικές ευκαιρίες (17,7%).
Επίσης, η πλειονότητα των διδακτόρων ολοκληρώνει τις διδακτορικές σπουδές σε τέσσερα έως έξι έτη: 17,6% σε τέσσερα, 21,7% σε πέντε και 16,8% σε έξι. Σημαντικό ποσοστό αποτελούν και όσοι χρειάστηκαν πάνω από 9 έτη (11,5%).
Το 50,9% των νέων διδακτόρων του 2023 έλαβε χρηματοδότηση για την εκπόνηση της διδακτορικής διατριβής. Για όσους έλαβαν χρηματοδότηση για τις διδακτορικές τους σπουδές, η κύρια πηγή ήταν η λήψη υποτροφίας (64,0%) και η απασχόληση σε ερευνητικό έργο που περιλαμβάνει αυτούσιο μέρος ή το σύνολο της διδακτορικής διατριβής (19,3%). Και στις δύο περιπτώσεις, σημαντική είναι η χρηματοδότηση από εθνικούς πόρους (ΙΚΥ, ΕΛΙΔΕΚ, ΕΣΠΑ κ.λπ.) από υποτροφία ή από συμμετοχή σε ερευνητικό έργο που σχετίζεται με τη διδακτορική έρευνα.
Υψηλά ποσοστά χρηματοδότησης έχουν όσοι εκπόνησαν τη διδακτορική τους διατριβή στις Φυσικές Επιστήμες (75,3%), τις Επιστήμες Μηχανικού και Τεχνολογία (67,5%) και τις Γεωπονικές Επιστήμες και Κτηνιατρική (67,0%).
Αντίθετα, χαμηλά είναι τα ποσοστά χρηματοδότησης στην Ιατρική και Επιστήμες Υγείας (32,2%) και τις Κοινωνικές Επιστήμες (33,8%).
Στις Ανθρωπιστικές Επιστήμες το ποσοστό χρηματοδότησης είναι 44,1%.
Ακόμη, οι περισσότερες από τις διδακτορικές διατριβές του 2023 εντάσσονται στα κύρια επιστημονικά πεδία των Φυσικών Επιστημών (24,8%) της Ιατρικής & Επιστημών Υγείας (24,1%), ενώ ακολουθούν οι Κοινωνικές Επιστήμες (23,3%).
Οι νέοι διδάκτορες χρησιμοποιούν, σε ποσοστό που προσεγγίζει το 98,4%, διαδικτυακές πλατφόρμες και άλλα συναφή ψηφιακά εργαλεία για τη βιβλιογραφική αναζήτηση και την πρόσβαση σε πληροφορίες, 79,9% για την ανάλυση δεδομένων και 77,7% για τη δημοσίευση των ερευνητικών τους αποτελεσμάτων.
Για τους σκοπούς της διδακτορικής έρευνας οι νέοι διδάκτορες αξιοποίησαν επίσης τις νέες επιδραστικές ψηφιακές τεχνολογίες. Ποσοστό 23,3% ανέπτυξαν ή χρησιμοποίησαν διαδικασίες με υπολογιστικά συστήματα για την εξόρυξη γνώσης και πληροφοριών από δομημένα ή αδόμητα δεδομένα (data mining & machine learning), ποσοστό 17,2% αξιοποίησαν δεδομένα μεγάλης κλίμακας (Big Data), 12,0% ασχολήθηκαν με διασυνδεδεμένους αισθητήρες (Internet of Things), 9,0% χρησιμοποίησαν συμμετοχικά δίκτυα (participative networks) για την πρόσβαση σε δεδομένα και 8,4% ασχολήθηκαν με τη ρομποτική (robotics).
Σε ποσοστό 54%, η έρευνα των νέων διδακτόρων οδηγεί στη δημιουργία νέων ερευνητικών δεδομένων ή την ανάπτυξη κώδικα προγραμματισμού.
Το 37,7% των νέων διδακτόρων απάντησε ότι στις επιστημονικές εκροές που συνδέονται με τη διδακτορική τους έρευνα περιλαμβάνεται η δημιουργία νέων ερευνητικών δεδομένων, το 4,0% η ανάπτυξη κώδικα προγραμματισμού, ενώ για το 12,3% οι επιστημονικές εκροές συμπεριλαμβάνουν τόσο δεδομένα όσο και ανάπτυξη κώδικα προγραμματισμού.
Δείτε την έρευνα του ΕΚΤ σε μορφή PDF