Δυο όπλα κατά των απολύσεων έχει δώσει στους εργοδότες η κυβέρνηση για το καλοκαίρι του κορωνοϊού.
Του εργατολόγου Γιάννη Καρούζου
«Συνεργασία» και αναστολές συμβάσεων μπορούν να εφαρμόζονται παράλληλα εντός της ίδιας επιχείρησης για διαφορετικούς εργαζόμενους ή και διαδοχικά για τον ίδιο εργαζόμενο. Ο συνδυασμός των δυο εργαλείων δεν έχει ποσοστώσεις ή χρονικούς περιορισμούς. Το ένα μπορεί να διαδέχεται το άλλο ή και να εφαρμόζονται παράλληλα με στόχο την δραστική μείωση του μισθολογικού και μη μισθολογικού κόστους και τον περιορισμό των απολύσεων.
Δίνεται, έτσι, η ευελιξία στον εργοδότη να θέσει ένα μέρος του προσωπικού σε αναστολή, να διατηρήσει ένα άλλο τμήμα σε ενεργή απασχόληση και να το εντάξει στο «Συν–εργασία» για να μειώσει το μισθολογικό κόστος του. Τον επόμενο μήνα μπορεί να αλλάξει τον σχεδιασμό του και να μειώσει τις αναστολές αν έχουν αυξηθεί οι λειτουργικές του ανάγκες. Όσοι μισθωτοί βγαίνουν από την αναστολή μπορούν να μπαίνουν απευθείας στο «Συν- εργασία». Οι εργαζόμενοι, ωστόσο, που ανακαλούνται οριστικά σε ενεργή απασχόληση δεν μπορούν να μπουν ξανά σε αναστολή.
Αρκεί η δήλωση του εργοδότη για ένταξη του εργαζόμενου στο «Συν – Εργασία» ώστε να λογίζεται η αναστολή της σύμβασης εργασίας του ως οριστικά ανακληθείσα από την ημερομηνία ένταξής του στον Μηχανισμό. Ο σχεδιασμός θα γίνεται ανά μήνα ανάλογα με την πορεία της επιχείρησης και τις λειτουργικές ανάγκες του επιχειρηματία. Κατ΄ εξαίρεση, για την πρώτη εφαρμογή του «Συν – Εργασία» η διαδικασία ένταξης αφορά στο χρονικό διάστημα 15/6 -30/6.
Συνεργασία & Αναστολές Συμβάσεων
Στις επιχειρήσεις που επιτρέπονται οι αναστολές, το πρόγραμμα «Συν – Εργασία» μπορεί να εφαρμόζεται για μέρος ή για το σύνολο των εργαζομένων που δεν τελούν σε αναστολή. Αναστολές το καλοκαίρι επιτρέπονται με 3 ταχύτητες :
- έως 30/6 στις επιχειρήσεις εστίασης
- έως 31/7 στις επιχειρήσεις τουρισμού, πολιτισμού, αθλητισμού, μεταφορών
- έως 30/9 στα εποχικά ξενοδοχεία – καταλύματα και στα τουριστικά λεωφορεία
Ξενοδοχειακές επιχειρήσεις εποχικής λειτουργίας που επαναλειτουργούν υποχρεούνται να επαναπροσλάβουν τον ίδιο αριθμό εργαζομένων που είχαν κατά μέσο όρο τα δύο προηγούμενα έτη (2018-2019) και κατά προτεραιότητα τους εργαζομένους που απασχολήθηκαν την περσινή σεζόν. Αμέσως μετά μπορούν να τους θέσουν όλους ή κάποιους σε αναστολή έως και τον Σεπτέμβριο (30/9). Όσοι εποχικοί εργαζόμενοι τεθούν σε αναστολή είναι δικαιούχοι της αποζημίωσης ειδικού σκοπού, που υπολογίζεται με ποσό βάσης τα 534 ευρώ για 30 ημέρες και κατ' αναλογία των ημερών αναστολής - 17,8 ευρώ ανά ημέρα.
Εποχικά ξενοδοχεία και τουριστικά λεωφορεία που επαναλειτουργούν υποχρεούνται να προβαίνουν σε οριστική ανάκληση των αναστολών με ρήτρα πληρότητας :
- 20% πληρότητα – οριστική ανάκληση τουλάχιστον του 1/3 των συμβάσεων,
- 50% πληρότητα –τουλάχιστον των 2/3,
- 80% πληρότητα –όλων των συμβάσεων.
Οι εργοδότες μπορούν να εντάσσουν στον μηχανισμό «Συν-Εργασία» τους εργαζόμενους, των οποίων η αναστολή έχει ανακληθεί οριστικά και οι συμβάσεις τους είναι πλήρους απασχόλησης έως 30/9/2020.
Επιχειρήσεις τουρισμού, εστίασης, πολιτισμού, αθλητισμού, μεταφορών
Το ίδιο καθεστώς ισχύει και σε επιχειρήσεις τουρισμού, εστίασης, πολιτισμού, αθλητισμού, μεταφορών. Οι επιχειρήσεις τουρισμού (π.χ. ξενοδοχεία 12μηνης διάρκειας κ.α.), μεταφορών, πολιτισμού και αθλητισμού μπορούν να κάνουν χρήση των αναστολών για έως 60 ημέρες αθροιστικά (30 ημέρες ανά μήνα) τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο. Οι επιχειρήσεις εστίασης για έως 30 ημέρες και μόνο για Ιούνιο.
Μετά το πέρας των αναστολών ή εφόσον προβούν σε οριστική ανάκληση πριν το πέρας των 30 ημερών, οι εργοδότες μπορούν χωρίς άλλες προϋποθέσεις να εντάσσουν τους εργαζόμενους στο «Συν – Εργασία», αρκεί η σύμβασή τους να είναι πλήρους απασχόλησης.
Για παράδειγμα :
Μια επιχείρηση εστίασης θέτει έναν μισθωτό σε αναστολή για ολόκληρο τον Ιούνιο. Ο μισθωτός εισπράττει από το κράτος 534 ευρώ, οι εισφορές του καλύπτονται από το κράτος και ο εργοδότης δεν οφείλει μισθό ή ασφαλιστικές εισφορές.
Τον Ιούλιο ο μισθωτός επιστρέφει σε ενεργή απασχόληση και ο εργοδότης τον εντάσσει από 1/7 στο πρόγραμμα «Συνεργασία» για τον Ιούλιο. Έστω πως ο μηνιαίος ονομαστικός μισθός του ήταν 1.000 ευρώ μεικτά και ο καθαρός μισθός προ φόρου 846€ - πληρωτέο εργαζόμενου μετά φόρου 809€. Ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλλει στον μισθωτό καθαρό μισθό προ φόρου 423€ και το κράτος αναπλήρωση 60% του χαμένου μισθού δηλαδή 254€, πληρωτέο εργαζόμενου μετά φόρου 672€. Από την επιδότηση του 60% των εργοδοτικών εισφορών για τον χρόνο που ο μισθωτός δεν εργάζεται, ο εργοδότης κερδίζει 72,99€. Συνολικά σε εισφορές – εργατικές και εργοδοτικές – καταβάλλει 324€.
*Ο Γιάννης Κ. Καρούζος είναι δικηγόρος - εργατολόγος με έδρα την Αθήνα