Πολύ καλύτερά ήταν τα αποτελέσματα των χειμερινών εκπτώσεων τον περασμένο Ιανουάριο σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022, όπως έδειξε έρευνα του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών.
Ο Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών σε συνεργασία με το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών πραγματοποίησαν έρευνα μετά το τέλος των φετινών χειμερινών εκπτώσεων, όπου έγινε σύγκριση του τζίρου που έκαναν τα καταστήματα φέτος σε σχέση με πέρσι.
7 στους 10 πήγαν καλύτερα σε σχέση με πέρσι
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας σχεδόν 7 στους 10 δήλωσαν καλύτερο ή ίδιο τζίρο με το 2022. Η πλειοψηφία των καταστημάτων του δείγματος 6 στα 10, ανήκουν στην κατηγορία Ένδυση - Υπόδηση - Αξεσουάρ που έχουν πρωτεύοντα ρόλο στην εκπτωτική περίοδο.
Παράλληλα οι καταστηματάρχες φαίνεται να είναι αισιόδοξοι για το μέλλον αφού σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας 6 στους 10 ερωτηθέντες, εξέφρασαν την ελπίδα ότι οι πωλήσεις τους θα αυξηθούν το επόμενο εξάμηνο.
Κλειδί η πολιτική σταθερότητα
Στην ερώτηση για το ποιος είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει την λειτουργία των καταστημάτων, οι συμμετέχοντες στην έρευνα, απάντησαν η πολιτική σταθερότητα, ενώ ακολούθησε η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων.
Σχολιάζοντας την μεγάλη εξαμηνιαία έρευνα του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών η οποία πραγματοποιείται με το πέρας των χειμερινών εκπτώσεων, ο Πρόεδρος του ΕΣΑ Σταύρος Καφούνης δήλωσε:
«Μετά από πολλά χρόνια το εμπόριο δείχνει να βρίσκει τον βηματισμό του. Τόσο το γεγονός ότι οι μισές επιχειρήσεις δήλωσαν καλύτερα ταμεία από πέρυσι όσο και το ότι το 60% -επιτέλους- προβλέπει ένα καλύτερο αύριο για τις επιχειρήσεις του, είναι αδιαμφισβήτητα εξαιρετικά θετικά ευρήματα. Βλέπουμε επίσης την σημασία που δίνουν οι έμποροι, οι οποίοι αποτελούν τον κορμό της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, αφενός στην πολιτική σταθερότητα, αφετέρου στη χρηματοδότηση. Η πρώτη μπαίνει στο κάδρο λόγω της εκλογικής περιόδου και η δεύτερη συνεχίζει να αποτελεί τροχοπέδη για την επιβίωση τους με το τραπεζικό σύστημα ουσιαστικά ανύπαρκτο. Για αυτό και απαιτείται συνέχιση της στοχευμένη στήριξης με ουσιαστικά μέτρα ελάφρυνσης του κόστους λειτουργίας όλων των επιχειρήσεων, μείωση του μη μισθολογικού κόστους, συνολική κατάργηση του μνημονιακού τέλους επιτηδεύματος και -ταυτόχρονα- εγρήγορση για να εκσυγχρονίσουμε τις επιχειρήσεις με ταχύτερους ρυθμούς».