Σημεία αντισυνταγματικότητας «βλέπει» το Συμβούλιο της Επικρατείας στο σχέδιο προεδρικού διατάγματος για τις αρμοδιότητες και τη στελέχωση της Προεδρίας της Κυβέρνησης που υπάγεται απευθείας στον Πρωθυπουργό και συστάθηκε στο πλαίσιο του επιτελικού κράτους
Το Ε’ τμήμα του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου στη γνωμοδότησή του επισημαίνει ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα δεν νοείται σύστημα «κρατικής εποπτείας» του Τύπου και ότι η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον «άμεσο έλεγχο του Κράτους» και δεν μπορεί η εποπτεία τους να ανατεθεί στην Προεδρία της Κυβέρνησης.
Παράλληλα, τονίζεται ότι αυξήθηκε κατά πολύ το ετήσιο κόστος λειτουργίας της Προεδρίας της Κυβέρνησης σε σχέση με το αρχικό που είχε κατατεθεί, φτάνοντας τις 554 χιλιάδες ευρώ από το 2021 και μετά και επιπλέον 1,7 εκ. ευρώ κατ΄έτος για πρόσθετες ανάγκες.
Παρά ταύτα, οι σύμβουλοι της Επικρατείας με την υπ’ αριθμ. 174/2020 γνωμοδότησή τους κρίνουν κατ’ αρχήν νόμιμο το επίμαχο σχέδιο προεδρικού διατάγματος και προχωρούν σε μια σειρά παρατηρήσεων.
Ειδικότερα, το Ε’τμήμα του ΣτΕ κρίνει ότι είναι αντισυνταγματική η κρατική εποπτεία του Τύπου (ΕΡΤ - Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων Α.Ε. - ΑΠΕ-ΜΠΕ Α.Ε.) καθώς, όπως προβλέπεται «η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους, έννοια που υπερβαίνει, ως προς την έκταση και το περιεχόμενο, την έννοια της κρατικής εποπτείας, φορέας δε ελέγχου και επιβολής κυρώσεων στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα είναι αποκλειστικώς το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης και όχι η Κεντρική Δημόσια Διοίκηση».
Επιπλέον, στη γνωμοδότηση γίνεται αναφορά σε αναντιστοιχίες των αριθμών των μόνιμων και μετακλητών υπαλλήλων που θα στελεχώνουν την Προεδρία της Κυβέρνησης, ενώ τίθεται ζήτημα αντισυνταγματικότητας για τον τρόπο στελέχωσης με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.