Προσωρινά κρατούμενος, με τη σύμφωνη γνώμη της εισαγγελέως και της ανακρίτριας, κρίθηκε ο ομογενής που κατηγορείται ότι δολοφόνησε 42χρονο ηλεκτρολόγο και πέταξε τη σορό του μέσα σε αρδευτικό κανάλι, στην Ευκαρπία Σερρών.
Ο κατηγορούμενος ομολόγησε και δήλωσε ότι μετάνιωσε για την πράξη του.
«Με το θύμα γνωρίστηκα πριν από τρία χρόνια και οι σχέσεις μας ήταν τυπικές. Το περασμένο καλοκαίρι δούλευε σε ένα διαμέρισμα που βρίσκεται απέναντι από το δικό μου σπίτι και επειδή έκανε αρκετή φασαρία με τα μηχανήματά του εγώ του έκανα παρατήρηση, καθώς δεν μπορούσα να ξεκουραστώ τις μεσημεριανές ώρες», ανέφερε στις διωκτικές αρχές, σύμφωνα με το GRTimes, για να προσθέσει: «Το τελευταίο διάστημα πληροφορήθηκα ότι κάποιες φορές έμπαινε στο σπίτι μου και τοποθετούσε κάμερες για να βλέπει τι κάνω. Δεν ξέρω γιατί το έκανε αυτό».
Για την ημέρα του φόνου είπε: «Την Παρασκευή το μεσημέρι, καθώς πήγαινα στο σπίτι μου, τον είδα να βγαίνει από το σπίτι μου και να κλειδώνει την πόρτα. Τότε θόλωσα και τον πλησίασα, λέγοντας του ''τι δουλειά έχεις μέσα στο σπίτι μου''. Αυτός μου είπε ''καλά κάνω και ό,τι θέλω κάνω''. Τον πλησίασα κι άλλο και πιαστήκαμε στα χέρια. Αυτός με χτύπησε και το ίδιο έκανα κι εγώ. Με ξαναχτύπησε και γύρισε να φύγει. Τότε εγώ έπιασα ένα αντικείμενο που είχα κοντά στην πόρτα του σπιτιού μου και τον χτύπησα στην πλάτη. Δεν είχα σκοπό να του κάνω κακό. Από το χτύπημα έπεσε κάτω στον δρόμο. Τότε τρόμαξα πολύ και δεν ήξερα τι να κάνω. Εκείνη τη στιγμή βγήκε στο μπαλκόνι η μάνα μου και μου είπε ''τι έκανες''. Μου είπε να τον πάω στο νοσοκομείο κι αμέσως τον έβαλα στο αυτοκίνητό του και ξεκίνησα οδηγώντας να τον πάω. Στη διαδρομή κατάλαβα ότι πέθανε. Τότε τρόμαξα πολύ, δεν καταλάβαινα ούτε ήξερα πού πηγαίνω».
Για τις ενέργειες που έκανε στη συνέχεια σημείωσε: «Μπήκα σε έναν χωματόδρομο και σε κάποιο σημείο σταμάτησα το αυτοκίνητο. Τον έβγαλα και τον άφησα στην άκρη του καναλιού. Το σώμα του κατρακύλησε μέσα στο κανάλι με τις καλαμιές. Καθώς τον έβγαζα, έπεσαν κάποια εργαλεία που είχε στο αυτοκίνητο. Από την ταραχή μου τα πέταξα στο κανάλι. Μπήκα στο αυτοκίνητο και έφυγα. Στο δρόμο είχε πολλές λάσπες και το αυτοκίνητο σε κάποιο σημείο κόλλησε. Το παράτησα και έφυγα με τα πόδια. Ήθελα να συνεχίσω με τα πόδια μέχρι το σπίτι μου. Στη διαδρομή σταμάτησα σε ένα βενζινάδικο για να πιώ νερό. Ένιωθα πολύ κουρασμένος και όταν έφτασα στο σπίτι μου έπεσα για ύπνο έως την άλλη μέρα το πρωί. Για δύο ή τρεις μέρες ήμουν τόσο φοβισμένος που δεν έβγαινα ούτε άνοιγα την πόρτα σε κανέναν. Δεν μπορώ να θυμηθώ με ποιο εργαλείο χτύπησα τον Γιώργο. Μπορεί να ήταν ένα σκαπτικό που είχα στο σπίτι μου για τα χόρτα».