Τον διάλογο των αστυνομικών με τον πιλότο, σύζυγο και καθ' ομολογίαν δολοφόνο της Καρολάιν στο σπίτι τους στα Γλυκά Νερά, την ώρα του μνημοσύνου στην Αλόννησο, πριν τον οδηγήσουν με ελικόπτερο στη ΓΑΔΑ, αποκάλυψε η δημοτική σύμβουλος του νησιού Χαρίκλεια Θεοδώρου, η οποία βρισκόταν δίπλα στη μητέρα της άτυχης 20χρονης.
Σύμφωνα με όσα υποστήριξε η κυρία Θεοδώρου, μιλώντας στην εκπομπή «Καλημέρα Ελλάδα», τον πλησίασαν ντόπιοι αστυνομικοί και του ζήτησαν να τους ακολουθήσει γιατί υπήρξε μια σημαντική εξέλιξη.
«Τότε έβγαλε το κινητό του και του ζήτησαν να το κλείσει. Του είπαν να μην κάνει σκηνές λόγω της παρουσίας τηλεοπτικών συνεργείων και ότι έπρεπε να φύγουν διακριτικά για το δικό του καλό. Του είπαν ότι έχει συλληφθεί στο αεροδρόμιο ένας ύποπτος και έπρεπε να τον αναγνωρίσει», είπε χαρακτηριστικά.
Σημείωσε ότι στην αρχή δεν ήθελε να ακολουθήσει, αλλά επέμεναν οι αστυνομικοί και έτσι αναχώρησαν μαζί. «Όταν ρώτησε η μητέρα τής Καρολάιν, της απάντησε ότι έπρεπε να αναγνωρίσει τον ύποπτο. Τότε αγκαλιάστηκαν και περιμέναμε πέντε λεπτά για να τελειώσει η συναισθηματική φόρτισή τους, που έκλαιγαν σφιχταγκαλιασμένοι», πρόσθεσε η κυρία Θεοδώρου.
H δημοτική σύμβουλος έκανε λόγο για ένα ευτυχισμένο ζευγάρι: «Μέχρι και την τελευταία στιγμή έστελνε μηνύματα στη μαμά της η Καρολάιν και της έλεγε ότι σχεδιάζουν το σπίτι τους. Μόνο μια καλή της φίλη γνώριζε τα προβλήματα». Η εικόνα του ευτυχισμένου ζευγαριού, βέβαια, ήταν η εικόνα που έδειχνε το ζευγάρι προς τα έξω, γιατί, όπως τόνιζαν αστυνομικές πηγές ήδη από χθες μιλώντας στο iefimerida, δεν ήταν ένα ανέφελο ζευγάρι.
Αντίθετα, ήταν ένα ζευγάρι με πολλά προβλήματα, συχνούς τσακωμούς. Ενας τέτοιος τσακωμός ήταν και εκείνος που ξεκίνησε νωρίς το βράδυ, πριν από τη δολοφονία. Η Καρολάιν με τον σύζυγό της και δολοφόνο της αντάλλασσε μηνύματα που φανέρωναν ένταση, ενώ και οι δύο βρίσκονταν μέσα στο σπίτι. Σύμφωνα με πληροφορίες, μάλιστα, η άτυχη 20χρονη έψαχνε το προηγούμενο βράδυ κατάλυμα για να φύγει από το σπίτι όπου ζούσε με τον πιλότο.
«Σήμερα πενθούμε για ακόμα έναν θάνατο, αυτόν του Μπάμπη, γιατί για εμάς πέθανε και ο Μπάμπης, ενώ πεθαίνει ξανά η Καρολάιν. Παράλληλα, πενθεί και η μαμά της, γιατί για εκείνη ο Μπάμπης ήταν παιδί της. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Τον υπερασπιζόμουν. Θεωρούσα ότι κατά 99% ήταν ψέματα όσα ακούγονταν», κατέληξε η γυναίκα.
Ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος μεταφέρθηκε αμέσως από την Αλόννησο στη ΓΑΔΑ, με τους αστυνομικούς να του παρουσιάζουν τα νέα στοιχεία που είχαν στη διάθεσή τους. Ουσιαστικά, επρόκειτο για τα στοιχεία από το βιομετρικό ρολόι και το δικό του κινητό, στοιχεία που ουσιαστικά ανέτρεπαν τους ισχυρισμούς του 32χρονου πιλότου-συζύγου της άτυχης Καρολάιν.
Υστερα από ώρες, ο σύζυγος-δολοφόνος έσπασε και ομολόγησε ότι δολοφόνησε τη σύζυγό του.
Ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος περιέγραψε με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες στους αστυνομικούς το άγριο έγκλημα. Απέδωσε την πράξη του σε βρασμό ψυχής μετά από τσακωμό που είχαν με την Καρολάιν Κράουτς.
Συνεχίζοντας τη φρικιαστική περιγραφή του, ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος παραδέχθηκε ότι επιτέθηκε στη σύζυγό του και με μια μπλούζα τής έκλεισε το στόμα και τη μύτη προκαλώντας τον θάνατό της από ασφυξία.
Στη συνέχεια πήγε στον κήπο και έπνιξε με τα χέρια του το σκυλί, που ήταν της Καρολάιν -ενδεχομένως για να «δέσει» την εκδοχή της εισβολής ληστών στο σπίτι-, και το κρέμασε από το λουρί του στο πλατύσκαλο.
Ακολούθως, επί 2 ώρες και 20 λεπτά, με απόλυτη ψυχραιμία, όπως προκύπτει, σκηνοθέτησε τη ληστεία, που πιθανότατα εμπνεύστηκε από τη ληστεία στο σπίτι συναδέλφου του, ιστορία που είχε ακούσει, γνώριζε και μάλιστα, κατά πληροφορίες, ο ίδιος είχε αναφέρει στους αστυνομικούς ήδη από τις πρώτες ημέρες της σύλληψής του.