Τον ισχυρό ρόλο της Ελληνίδας μάνας για την πρόληψη του διαδικτυακού εκφοβισμού τόνισε η Βασιλική Γκουντσίδου, Μέλος Διοικούσας Επιτροπής Ευρωπαϊκής Προγραμμάτων για cyber bullying, μιλώντας στην ΕΡΤ.
Σύμφωνα με την κα Γκουντσίδου, τα κύρια χαρακτηριστικά του bullying είναι επισήμως η σκοπιμότητα και η επανάληψη, καθώς και η άνιση κατανομή ισχύος ανάμεσα στον θύτη και το θύμα, με υπερέχουσα δύναμη του δράστη, λόγω της πρόσβασής του σε εξελιγμένη μορφή τεχνολογίας.
Η κα Γκουντσίδου υπογράμμισε ότι τα παιδιά πρέπει να μιλάνε στην Ελληνίδα μάνα, γιατί αυτή είναι ένα «ισχυρό όπλο» για την θωράκιση των παιδιών και την αντιμετώπιση των προβλημάτων των παιδιών.
Ένα θύμα διαδικτυακού εκφοβισμού μπορεί να βιώσει μία πολύ αγχώδη κατάσταση, καθώς τα μηνύματα μπορούν να σταλούν ανώνυμα και επομένως είναι δύσκολο να γνωρίζει ποιος είναι ο θύτης, ενώ τα μηνύματα ή οι φωτογραφίες προβάλλονται άμεσα σε πολλούς χρήστες και αυτό αναστατώνει τα θύματα που βλέπουν πόσο γρήγορα μία φωτογραφία ή μια φήμη διαδίδεται στο διαδίκτυο.
Σε σχέση με τον ορισμό του διαδικτυακού εκφοβισμού αυτός γίνεται όταν κάποιος κακόβουλος παρενοχλεί ένα άτομο με τη χρήση της τεχνολογίας. Η παρενόχληση αυτή μπορεί να γίνεται σε τακτικά ή άτακτα χρονικά διαστήματα, μέσω οποιασδήποτε πράξης εκφοβισμού, επιθετικότητας, τρομοκρατικής ή αυταρχικής συμπεριφοράς και περιλαμβάνει καταστάσεις, όπως η αποστολή ανήθικων μηνυμάτων, ο αποκλεισμός ατόμων από εφαρμογές συνομιλιών, το hacking ενός ξένου λογαριασμού, η δημοσίευση ενοχλητικών φωτογραφιών, διάδοση προσβλητικών φημών κ.α.
Το νομικό πλαίσιο του cyber bullying
Ο κ. Φώτης Σπυρόπουλος, δικηγόρος, τόνισε ότι το cyber bullying συνιστά έγκλημα που περικλείει διάφορες συμπεριφορές, οι οποίες τιμωρούνται από διαφορετικές ποινικές διατάξεις, ενώ άλλες δεν τιμωρούνται, γιατί δεν μπορούν να τιμωρούνται, όπως είναι ο κοινωνικός αποκλεισμός.
Ο κ. Σπυρόπουλος συμβουλεύει να μην απαντάμε στα εκφοβιστικά μηνύματα, να μπλοκάρουμε την πρόσβαση του αποστολέα, να κρατάμε και αποθηκεύουμε τα μηνύματα ή τις συνομιλίες, να μην δίνουμε προσωπικές πληροφορίες, να αναφέρουμε το πρόβλημά μας στους γονείς μας ή σε άλλους ενηλίκους που εμπιστευόμαστε.
Σε κάθε περίπτωση, κάποιος μπορεί να απευθύνεται και στη γραμμή βοήθειας, όπου εξειδικευμένοι γιατροί και ψυχολόγοι με μεγάλη εμπειρία σε προβληματικές συμπεριφορές στο διαδίκτυο, παρέχουν συμβουλές και υποστήριξη.