Θα μπορούσε να είναι ένα κάστρο, βγαλμένο από παραμύθι, σαν αυτά που βλέπουμε σε χώρες του εξωτερικού. Κι όμως αυτό το «κουκλίστικο» κτίριο βρισκόταν, μέχρι και μερικές δεκαετίες πριν, στην Αθήνα. Ο λόγος για την περίφημη βίλα Μαργαρίτα.
Η βίλα Μαργαρίτα ήταν έπαυλη, η οποία βρισκόταν στη συνοικία των Αμπελοκήπων, στη συμβολή της Λεωφόρου Μεσογείων με τη Βασιλίσσης Σοφίας, ακριβώς απέναντι από το σημείο που σήμερα βρίσκεται ο Πύργος των Αθηνών.
Χτίστηκε περίπου το 1900 και κατεδαφίστηκε το 1972. Η έπαυλη ήταν γοτθικού τύπου και είχε ιδιαίτερη εμφάνιση, με πυργίσκους και πολεμίστρες, και τον καιρό που υπήρχε ήταν ένα από τα πιο χαρακτηριστικά κτίρια της περιοχής, αλλά και ολόκληρης της Αθήνας.
Η βίλα πήρε το όνομά της από τη θετή κόρη του Ευσταθίου Λάμψα, ο οποίος ήταν ο δεύτερος ιδιοκτήτης της. Στη θέση της κατεδαφισμένης έπαυλης χτίστηκε ένα 9ώροφο κτίριο όπου σήμερα στεγάζονται γραφεία της Εθνικής Τράπεζας.
Η ιστορία της βίλας Μαργαρίτα
Η βίλα οικοδομήθηκε με κόκκινη πελεκητή πέτρα περίπου το 1900, για έναν Αρμένιο έμπορο με βρετανική υπηκοότητα, ο οποίος είχε παλαιοπωλείο στη διασταύρωση των οδών Ερμού και Βουλής. Αρχιτέκτονας του κτιρίου ήταν ο Πάνος Καραθανασόπουλος. Η έπαυλη, η οποία στην εμφάνιση θύμιζε μεσαιωνικό κάστρο, διέθετε 32 δωμάτια, πυργίσκους με πολεμίστρες, σιέλ τρούλο με αλεξικέραυνο και άλλα περίτεχνα διακοσμητικά στοιχεία. Επίσης, είχε πυκνοφυτευμένο κήπο με πεύκα, φοίνικες και θάμνους, καθώς και πολλούς αποθηκευτικούς χώρους. Η συνολική έκταση του οικοπέδου ήταν 1.613 τ.μ.
Λίγες δεκαετίες αργότερα, η βίλα αγοράστηκε από τον Ευστάθιο Λάμψα, ο οποίος ήταν επιχειρηματίας και ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρεταννία». Ο πύργος πήρε το όνομα της θετής του κόρης, Μαργαρίτας, και είχε μεταβιβαστεί στο όνομα της συζύγου του Παλμύρας, που είχε καταγωγή από τη Γαλλία. Μετά τον θάνατο της το 1939 μεταβιβάστηκε στην εγγονή της, Σοφία. Στο διάστημα που η Αθήνα βρισκόταν υπό την κατοχή των δυνάμεων του Άξονα, στην έπαυλη λειτουργούσε η πρεσβεία της Δανίας.
Ωστόσο, στα μεταπολεμικά χρόνια ο πληθυσμός της Αθήνας διογκώθηκε ραγδαία και παράλληλα αυξήθηκε η κίνηση στις οδικές αρτηρίες. Το 1967 απαλλοτριώθηκε τμήμα του κήπου της βίλας, ώστε να διαπλατυνθεί η στροφή από τη Λεωφόρο Μεσογείων προς τη Βασιλίσσης Σοφίας (τότε η φορά της κυκλοφορίας ήταν αντίθετη από τη σημερινή σε αυτό το σημείο). Μετά από κάποιες ακόμη απαλλοτριώσεις, η έκταση του οικοπέδου είχε πλέον πέσει στα 1.098 τ.μ., με το μεγαλύτερο μέρος του κήπου να έχει χαθεί. Η ιδιοκτήτρια αποφάσισε να πουλήσει τη βίλα εν μέσω της στρατιωτικής δικτατορίας το 1970, και έτσι αγοράστηκε από την Κτηματική Τράπεζα.
Πολλοί κάτοικοι και σύλλογοι των Αμπελοκήπων προσπάθησαν να διασώσουν το κτίριο από την επερχόμενη κατεδάφιση, με αιτήσεις και διαμαρτυρίες για να χαρακτηριστεί διατηρητέο. Η υπόθεση απέκτησε σημαντικές διαστάσεις, αλλά ο λογοκρινόμενος Τύπος περιορίστηκε σε κάποιες λιγοστές αναφορές. Τελικά, οι Αρχές αρνήθηκαν να χαρακτηρίσουν τη βίλα διατηρητέα, με την πρόφαση «ότι δεν είχε χαρακτηριστικά ελληνικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και επομένως δεν χρειαζόταν να προστατευτεί». Η βίλα κατεδαφίστηκε το 1972, την ίδια περίπου εποχή με τις φυλακές Αβέρωφ.
Στη θέση της κατασκευάστηκε 9ώροφο κτίριο στο οποίο στεγάζονταν τα γραφεία της Κτηματικής Τράπεζας μέχρι και το 1998, όποτε και συγχωνεύτηκε διά πλήρους απορροφήσεως με την Εθνική Τράπεζα, της οποίας τα γραφεία στεγάζονται στο κτίριο μέχρι και σήμερα.