Το βιβλίο της «Όταν οι αστοί έγιναν πρόσφυγες -Κυδωνιάτες και Αϊβαλιώτες» παρουσιάζει την Τετάρτη 23 Νοεμβρίου, στο αμφιθέατρο του Μουσείου Ακρόπολης, η γνωστή δημοσιογράφος και σύμβουλος του υπουργείου Πολιτισμού, Άννα Παναγιωταρέα.
Στην εκδήλωση ομιλητές θα είναι ο Πρόεδρος της Βουλής, Κώστας Τασούλας, η πρώην πρύτανης Ελένη Αρβελέρ και ο υφυπουργός Παιδείας Άγγελος Συρίγος, ενώ τη συζήτηση θα συντονίσει ο δημοσιογράφος της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ», Γιώργος Παπαχρήστος.
Η πρόσκληση της εκδήλωσης:
Ένα βιβλίο για τον ελληνισμό της Μικράς Ασίας και τον ξεριζωμό
Πρόκειται για τη διδακτορική διατριβή της Άννας Παναγιωταρέα, η οποία στηρίζεται σε εκτεταμένη αρχειακή και πρωτογενή έρευνα. Η αρχειακή έρευνα παρακολουθεί την ιστορία, την κοινωνική, οικονομική και διοικητική συγκρότηση των Κυδωνιών, στα παράλια της Μικράς Ασίας, ενώ η πρωτογενής, συγκροτούμενη από συνεντεύξεις πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς Κυδωνιέων, αναφέρεται στην μετεγκατάστασή τους ως πρόσφυγες στη Ελλάδα, όπου κοινωνικοποιούνται και δρουν, καθώς και στη λειτουργία της μνήμης και την ανάδειξη των νοοτροπιών για τη δεύτερη και τρίτη προσφυγική γενιά.
Η συγγραφέας παρακολουθεί και μελετά στο πρώτο μέρος, από αδημοσίευτες αρχειακές πηγές στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό, τη δημιουργία της εθνικής συνείδησης στους Κυδωνιάτες η κοινότητα των οποίων λειτούργησε από το 1780 προνομιακά έναντι του τουρκικού κράτους σε διοικητική αυτοτέλεια. Στο δεύτερο μέρος με τη μέθοδο της συστηματικής συνέντευξης διερευνά τη δημιουργία της προσφυγικής συνείδησης στην πρώτη γενιά και μελετά τους τρόπους συντήρησης της μέσα από τη δημιουργία προτύπων στη δεύτερη και τρίτη γενιά.
Στο “Όταν οι αστοί έγιναν πρόσφυγες” γίνεται ανάλυση των εκατοντάδων συνεντεύξεων και παρατίθενται τα αποτελέσματα τους, ενώ υπάρχει πρωτογενής επιστημονική έρευνα στις αδημοσίευτες πηγές του Υπ. Εξωτερικών και της ΚΤΕ –φυλάσσονται στη δημόσια βιβλιοθήκη της Ν.Υόρκης- αλλά και στα δημοσιεύματα του Τύπου-Μικρασιατικού και Προσφυγικού- της ανάλογης περιόδου.
Το ιστορικό υπόβαθρο
Η δραματική περιπέτεια του Ελληνισμού, από τη στιγμή που κατορθώνει να αποτινάξει την οθωμανική κυριαρχία από το νότιο τμήμα του ελλαδικού χώρου και να δημιουργήσει ανεξάρτητη εθνική-κρατική εστία (ενώ μένει έξω από τα σύνορα του ελληνικού κράτους ένα μεγάλο μέρος Ελλήνων με αναπτυγμένη τη συνείδηση της εθνικής τους ταυτότητας), εξακολουθεί να είναι και σήμερα βίωμα και όχι παρελθόν. Οι Έλληνες πρόσφυγες από την Τουρκία, από τη Βουλγαρία, την Αίγυπτο, από τη Ρωσία και τη Γεωργία, από την Κύπρο, από την Αλβανία αποτελούν ένα φλέγον θέμα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής του τόπου.
Παρά τη διαφορετική τους προέλευση, οι ομάδες των προσφύγων παρουσιάζουν αρκετά κοινά σημεία. Ωστόσο, κάθε προσφυγική κοινωνία έχει τα ιδιαίτερά της χαρακτηριστικά, όχι μόνον επειδή η έξοδος υπαγορεύτηκε από ποικίλες πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και διεθνείς συγκυρίες, αλλά και γιατί αναπτύχθηκε κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Η περίπτωση των Κυδωνιατών-Αϊβαλιωτών που εξετάζεται είναι εντελώς ιδιόμορφη, αφού οι Κυδωνίες είχαν πετύχει, με την ανοχή της Υψηλής Πύλης, να δημιουργήσουν μια μεγάλη, ανεξάρτητη και πραγματικά ελεύθερη ελληνική νησίδα μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ένα απόσπασμα
«… Καμιά γυναίκα δεν έβγαινε στις Κυδωνίες χωρίς να είναι στολισμένη με τα χρυσαφικά της, δείγμα της οικονομικής κατάστασης του άντρα της. Και οι φτωχές φορούσαν τη χοντρή τους αλυσίδα και τα δακτυλίδια τους και τα σκουλαρίκια τους…
Μας φώναζαν πρό-σφίγγες, τουρκόσπορους, ακρίδες, συμμαζώματα. Μας πετούσαν τα παιδιά τους πέτρες και μας γάβγιζαν τα σκυλιά τους στα στενοσόκακα…
Δεν είχαμε πού να μείνουμε. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Μαζευόμαστε όλοι μαζί και κλαίγαμε. Καλοτυχίζαμε τους πεθαμένους μας…» (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).