Ξεκίνησε σήμερα το πρωί η δίκη σε δεύτερο βαθμό για τον θάνατο του Βαγγέλη Γιακουμάκη, σπουδαστή στη Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων, ο οποίος έπειτα από πολυήμερες αναζητήσεις είχε βρεθεί χωρίς τις αισθήσεις του σε κοντινή απόσταση από τη Σχολή.
Στις 28 Ιουνίου 2019 το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Ιωαννίνων είχε κρίνει ένοχους τους 8 από τους 9 κατηγορούμενους για περιστατικά βίας εις βάρος του σπουδαστή.
Οι γονείς του Βαγγέλη για μία ακόμα φορά βρέθηκαν στην πόλη των Ιωαννίνων, με τη μητέρα του να καταθέτει πρώτη.
Όπως είπε η κυρία Φρονιμάκη, σύμφωνα με το epirus-tv-news, ο Βαγγέλης τον πρώτο χρόνο έμενε με τους Κρητικούς, ενώ τον Μάρτιο του 2014 ενημερώθηκε η ίδια από την υπεύθυνη της Εστίας ότι υπήρχαν κάποια προβλήματα.
Σε επικοινωνία που είχε μαζί του, ο γιος της την καθησύχασε, διαβεβαιώνοντάς τη πως όλα ήταν καλά και ό,τι συνέβαινε ήταν στο πλαίσιο αστείων που κάνουν μεταξύ τους οι φίλοι.
«Ο Βαγγέλης δεν μας είπε την αλήθεια και μας παραπλάνησε, ενώ για τα περιστατικά που συνέβαιναν μάθαμε από άλλα παιδιά της Σχολής», είπε η μητέρα του Βαγγέλη, τονίζοντας πως ο Βαγγέλης έκανε παρέα με όλους και με τους πατριώτες του, οι Κρητικοί όμως δεν ήθελαν να κάνει παρέα με άλλους και τον κατέκριναν για αυτό.
Ήταν μία ήρεμη δύναμη, με πολλές αξίες ο Βαγγέλης, και προσπάθησε με τον τρόπο του να τους απομακρύνει, όταν άρχισαν τα προβλήματα. Έτσι άλλαξε δωμάτιο, γιατί είχε διαφορετικό τρόπο ζωής.
Η κυρία Φρονιμάκη στην κατάθεσή της ανέφερε πως ενημερώθηκε πως ο διευθυντής της σχολής γνώριζε τα πάντα για την κατάσταση που επικρατούσε.
Όταν δε ο γιος της άλλαξε δωμάτιο, οι Κρητικοί, όπως είπε, τον απομάκρυναν, τον φώναζαν «ρουφιάνο» στους διαδρόμους της σχολής και τον έδιωξαν από την παρέα τους, ενώ μόνο δύο παιδιά από τη συγκεκριμένη παρέα του μιλούσαν.
Η οικογένεια του Βαγγέλη θεωρούσε αυτά τα παιδιά φίλους του Βαγγέλη, όταν αναζητούσαν το παιδί, και ενώ στην αρχή τους υποστήριζαν, όταν άρχισαν να ανοίγουν στόματα απομακρύνθηκαν και τους ρωτούσαν τι μάθαιναν από άλλους.
Η κ. Φρονιμάκη αναφέρθηκε στα προβλήματα που αντιμετώπιζε το παιδί της (πέταγμα φρούτων, δέσιμο σε καρέκλα, σφαλιάρες, δέσιμο με πετσέτα και σύρσιμο, πέταγμα ζεστού νερού από καζάνι στον λαιμό του κ.α). Η σταγόνα όμως, όπως σημείωσε, που ξεχείλισε το ποτήρι και ανάγκασε το παιδί της να αλλάξει δωμάτιο ήταν όταν του έβαλαν χρώμα στο σαμπουάν.
Όταν ρωτήθηκε από τους συνηγόρους γιατί τα άλλα παιδιά δεν μιλούσαν για όλα αυτά, η κ. Φρονιμάκη είπε πως δεν μιλούσαν γιατί φοβόντουσαν.
Ο Βαγγέλης ήθελε να τα έχει καλά με όλους, και με τους πατριώτες του.
«Αυτοί λένε ότι ήταν αστεία... Εγώ δεν ξέρω πώς μπορεί κάτι τέτοιο να είναι αστείο», τόνισε σε κάποιο σημείο της κατάθεσής της η κ. Φρονιμάκη.
Ο Βαγγέλης ήθελε να τελειώσει τη σχολή και να φύγει και γι' αυτό δεν έλεγε τίποτα, για να μη δημιουργήσει περαιτέρω προβλήματα. Ήταν δυναμικός, κοινωνικός και όλα αυτά που έζησε, του τα επέβαλαν να τα υποστεί. «Το γιατί δεν μας μίλησε, μας τρώει όλους, ανέφερε η κ. Φρονιμάκη.
Σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε μαζί του, του είχε πει πως οι φίλοι δεν σε κάνουν να υποφέρεις, συμπληρώνοντας πως στην Κρήτη ποτέ ο Βαγγέλης δεν είχε αντιμετωπίσει ανάλογα προβλήματα.
Όταν η μητέρα ανέφερε πως ό,τι και να αποδειχθεί στο τέλος ευθύνονται αυτά τα παιδιά, προκάλεσε την αντίδραση των συνηγόρων.
Καθ' όλη τη διάρκεια της κατάθεσής της η μητέρα του ήταν ψύχραιμη, ωστόσο δεν κατάφερε να συγκρατήσει τη συγκίνησή της όταν ένας από τους συνηγόρους έδειξε στην έδρα μία φωτογραφία που ήταν όλη η παρέα μαζί και ένα βίντεο, το οποίο φέρεται να τράβηξε ο Βαγγέλης, με τη μητέρα του να ζητά να απομακρυνθούν και τα δύο, καθώς δεν μπορούσε ούτε τη φωτογραφία να βλέπει, ενώ αρνήθηκε πως η φωνή που ακουγόταν στο βίντεο ήταν η φωνή του παιδιού της.