Στη δημοσιότητα έδωσαν οι Αρχές τα στοιχεία πέντε κατηγορούμενων ως μελών εγκληματικής οργάνωσης που προέβαινε σε ληστείες και κλοπές από οικίες ηλικιωμένων στα Μεσόγεια Αττικής και η οποία εξαρθρώθηκε από την Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Νοτιοανατολικής Αττικής της Διευθ. Ασφάλειας Αττικής.
Όπως προέκυψε από την έρευνα, οι κατηγορούμενοι, τουλάχιστον από τον μήνα Δεκέμβριο του έτους 2020, είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική οργάνωση, με διαρκή-συστηματική εγκληματική δράση στα Μεσόγεια Αττικής αποκομίζοντας μεγάλο περιουσιακό όφελος.
Πρόκειται για τους συλληφθέντες :
ΛΟΥΤΣΑ Ιωάννη του Ιωάννη και της Μαρίας, γεννηθέντα την 9-5-1988 στην Αθήνα,
ΠΙΚΟΠΟΥΛΟ Χρυσοβαλάντη του Βασιλείου και της Όλγας, γεννηθέντα την 22-7-2002 στην Αθήνα,
ΦΙΛΛΙΠΙΔΗ Ραφαήλ του Παναγιώτη και της Βασιλικής, γεννηθέντα την 23-2-2000 στην Αθήνα,
και τους μη συλληφθέντες:
ΝΤΑΝΟ Γεώργιο του Ιωάννη και της Σωτηρίας, γεννηθέντα την 8-4-1984 στη Λάρισα,
ΤΣΙΤΣΙΓΚΟ Παναγιώτη-Κωνσταντίνο αγνώστου πατρός και της Μαρίας, γεννηθέντα την 12-9-2001 στην Αθήνα
Πώς δρούσαν τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης
Σύμφωνα με την Ελληνική Αστυνομία, ως προς τον τρόπο δράσης της συμμορίας, τα μέλη της, απογευματινές και βραδινές ώρες, με το μεγάλης ιπποδύναμης «επιχειρησιακό» τους όχημα, «εφορμούσαν» από περιοχές της Δυτικής Αττικής (Ζεφύρι, Μενίδι) και μετέβαιναν ως επί το πλείστον, σε συγκεκριμένους οικισμούς στο Κορωπί Αττικής.
Στην εν λόγω περιοχή, διασκορπίζονταν και περιφέρονταν είτε πεζή, είτε με το ανωτέρω όχημα αναζητώντας οικίες όπου διαμένουν ηλικιωμένα άτομα.
Μόλις εντόπιζαν την προς διάρρηξη οικία, έχοντας καλυμμένα τα χαρακτηριστικά των προσώπων τους με χειρουργικές μάσκες και κουκούλες και φορώντας γάντια στα χέρια, παραβίαζαν σημεία εισόδων των οικιών, με τη χρήση διαρρηκτικών εργαλείων και εισέρχονταν σε αυτές.
Στις περιπτώσεις των ληστειών, συμπεριφέρονταν με ιδιαίτερη σκληρότητα στους ηλικιωμένους παθόντες, τους οποίους ακινητοποιούσαν είτε με χρήση σωματικής βίας είτε απειλώντας τους με μαχαίρια και ενώ ένας από τους δράστες τους επιτηρούσε, οι υπόλοιποι ερευνούσαν τους χώρους και αφαιρούσαν χρηματικά ποσά, κοσμήματα, χρυσαφικά και άλλα αντικείμενα αξίας.
Επιπροσθέτως, στις κλοπές που διέπρατταν, προσποιούντο τους αστυνομικούς, προκειμένου να εισέλθουν στην οικία τους. Κατά την τέλεση των αξιόποινων πράξεων, ένας εκ των δραστών παρέμενε εξωτερικά και σε κοντινή απόσταση, κατοπτεύοντας την περιοχή εντός του «επιχειρησιακού» τους οχήματος, ώστε σε συντρέχουσα περίπτωση να τους ειδοποιήσει, αλλά και να τους παραλάβει εγκαίρως προκειμένου να διαφύγουν.
Χαρακτηριστικό της μεθοδολογίας τους είναι ότι κατά τη διαφυγή τους, απέκρυπταν τα κινητά τηλέφωνα των παθόντων εντός της οικίας, ή έκοβαν την καλωδίωση της σταθερής τηλεφωνικής τους σύνδεσης, για να αποτρέψουν την επικοινωνία με την Αστυνομία.
Για τις μεταξύ τους επικοινωνίες χρησιμοποιούσαν «επιχειρησιακές» τηλεφωνικές συνδέσεις καταχωρημένες σε ονόματα ανύπαρκτων αλλοδαπών.