«Δεν πιστεύω στο IQ ως παράγοντα που μπορεί να αναδείξει έναν γκρανμέτρ στο σκάκι. Το IQ είναι ένα παραμύθι, πολύ πιο προβεβλημένο από ό,τι του αξίζει», δηλώνει σε συνέντευξή του ο σκακιστής Αρκάντι Νάιντιτς.
«Mπορεί να είσαι ιδιοφυΐα σε κάτι και ηλίθιος σε κάτι άλλο. Η δουλειά και η αφοσίωση υπερτερούν πάντα σε σχέση με το ταλέντο. Επίσης, αν θέλεις να πετύχεις αποτελέσματα υψηλού επιπέδου, χρειάζεται να είσαι μαχητής. Οι περισσότεροι από τους γκρανμέτρ στο σκάκι μαθαίνουν αυτομάτως να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους, ακόμα και όταν οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές. Βλέπω τώρα με την πανδημία πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι αδρανούν, αποδίδοντας την αδράνειά τους στον κορωνοϊό με μεγάλη ευκολία. Δεν είναι όμως έτσι. Χρειάζεται να συνεχίσεις να μάχεσαι ανεξαρτήτως συνθηκών».
Για τον γεννηθέντα το 1985 κορυφαίο σκακιστή Αρκάντι Νάιντιτς (Arkadij Naiditsch), που κέρδισε τον τίτλο του grandmaster σε πολύ νεαρή ηλικία, μόλις το 1999, η στόφα του μαχητή είναι κάτι που διδάχτηκε από μια εμβληματική μορφή του αθλήματος, τον Αλεξάντερ Μπελιάβσκι (Alexander Beliavsky), όπως λέει, σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, με αφορμή την αυριανή Διεθνή Ημέρα Σκακιού (20/7). Ο Μπελιάβσκι έχει παίξει απέναντι στους κορυφαίους σκακιστές του κόσμου και το 1991 τερμάτισε τρίτος στο σκακιστικό τουρνουά του Λινάρες, μετά τα «ιερά τέρατα» Ιβαντσούκ και Κασπάροφ. Ο Αρκάντι Νάιντιτς, που κατοικεί πλέον στη Θεσσαλονίκη, όπου θέλει να διοργανώσει ένα διεθνές τουρνουά παίδων το 2022, ενώ ξεκινά και Ακαδημία Σκακιού από το νέο σχολικό έτος- είχε την ευκαιρία να δουλέψει με τον Μπελιάβσκι για περίπου ενάμιση χρόνο, όταν ήταν 18 ετών.
Στο ερώτημα λοιπόν, ποια συμβουλή ή ποιο πρόσωπο τον επηρέασε περισσότερο στην πορεία του στο σκάκι, απαντά: «Ο Μπελιάβσκι μου δίδαξε τι θα πει να είσαι μαχητής. Όταν είσαι επαγγελματίας παίκτης, πρέπει να έχεις έναν πολύ ειδικό τρόπο σκέψης. Δεν πρέπει να έχεις φόβο, ούτε να επινοείς δικαιολογίες. Με τον Μπελιάβσκι κατάλαβα ξεκάθαρα ότι, στην περίπτωση που χάσεις, δεν υπάρχει κάποιος να κατηγορήσεις για αυτό, εσύ ευθύνεσαι. Και αν κερδίσεις, αυτό δεν το οφείλεις σε κάποιον άλλον, αλλά στον εαυτό σου, γιατί έκανες εξαιρετική δουλειά. Αυτόν τον τρόπο σκέψης είναι δύσκολο να τον έχεις, γιατί πρέπει να είσαι πολύ αυστηρός και πολύ αντικειμενικός με τον εαυτό σου».
Παρατώντας το σχολείο και κερδίζοντας τα προς το «ευ ζην» από το σκάκι
Για τον Αρκάντι Νάιντιτς, που η κατάταξη της FIDE (Διεθνούς Ομοσπονδίας Σκακιού) για το 2018 τον είχε τοποθετήσει στην επίζηλη 20ή θέση παγκοσμίως, η ενασχόληση με τον σκάκι ξεκινά μόλις στα πέντε του χρόνια, όταν ακόμα ζούσε στη Λετονία. Το 1995, πριν καν κλείσει στα 10, γίνεται πρωταθλητής Ευρώπης, στην κατηγορία των νέων κάτω των δέκα ετών. Το 1999, έφηβος ακόμα, είναι ήδη grandmaster στο σκάκι, στο μεταξύ η οικογένεια έχει μετακομίσει στη Γερμανία λίγα χρόνια νωρίτερα. Είναι ένας έφηβος γκρανμέτρ, είναι όμως και επαγγελματίας;
«Ίσως η πρώτη φορά που ήμουν όντως επαγγελματίας σκακιστής να ήταν στα 18 μου, όταν παράτησα στο σχολείο. Ήθελα να το παρατήσω πολύ νωρίτερα, αλλά οι γονείς μου δεν το επιθυμούσαν. Στο γερμανικό σχολείο χρειάζεται να επαναλάβεις κάτι 30 φορές στα μαθήματα και πίστευα ότι μπορώ να προχωρήσω πολύ ταχύτερα μόνος μου. Αν ήθελα να μάθω κάτι, θα καθόμουν κάτω, θα συγκεντρωνόμουν και θα το μάθαινα. Το σχολείο ήταν για εμένα χάσιμο χρόνου», εξομολογείται.
Παράλληλα βέβαια, στα 18 του, είναι ήδη επαγγελματίας παίκτης και grandmaster, που διεκδικεί, ήδη τότε, με αξιώσεις μια θέση μεταξύ των 100 καλύτερων σκακιστών στον κόσμο: «Όταν παράτησα το σχολείο, είχα ήδη επάγγελμα, το σκάκι. Και το σκάκι είναι το εντελώς αντίθετο από την κανονική ζωή, που ήταν πολύ βαρετή για εμένα. Το σκάκι είναι ένα εσωτερικό παιχνίδι, δεν μπορείς ποτέ να μάθεις αρκετά γύρω από αυτό, γιατί η πληροφορία είναι απεριόριστη. Ταυτόχρονα, ταξίδευα σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο και κέρδιζα αρκετά χρήματα. Αν και το πόσα έσοδα έχεις από το σκάκι εξαρτάται από το αν κερδίζεις (οπότε το έσοδο δεν είναι σταθερό), νομίζω πως στα 18 μου έβγαζα κατά μέσο όρο περίπου 50.000 ευρώ ετησίως», λέει.
Πώς βοηθάει το σκάκι στην επιχειρηματικότητα;
Στη Θεσσαλονίκη ήρθε εν μέσω πανδημίας με την ιδιότητα του επιχειρηματία και, όπως έχει δηλώσει σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τον περασμένο Φεβρουάριο, θεωρεί πως έχει βρει το καλύτερο μέρος της Ευρώπης για να ζήσει. Συγκεκριμένα, είναι ιδρυτής της εταιρείας «Chess Εvolution», η οποία δραστηριοποιείται στον χώρο των σκακιστικών ειδών και υπηρεσιών. Τον βοήθησε ο τρόπος σκέψης του σκακιστή στο επιχειρείν;
«Το σκάκι με βοήθησε πάρα πολύ. Πρώτα από όλα, σου διδάσκει να κάνεις ένα σχέδιο και να προσπαθείς στοχευμένα να το εφαρμόσεις. Σε βοηθά να προσπαθήσεις να δεις το μέλλον, να θέσεις έναν στόχο και να τον ακολουθήσεις. Να πεις: Σε δύο χρόνια θέλω να είμαι σε αυτό το σημείο, σε πέντε σε εκείνο και σε δέκα στο άλλο. Επίσης, σου διδάσκει υπομονή. Αν θέλεις να γίνεις grandmaster στο σκάκι, δεν μπορείς να το πετύχεις σε έναν χρόνο, χρειάζεται πρώτα να μάθεις, να μαθαίνεις για τουλάχιστον δέκα χρόνια. Θεωρώ πως το ίδιο ισχύει στην επιχειρηματικότητα. Συνήθως δεν μπορείς να ιδρύσεις μια επιτυχημένη εταιρεία σε έναν χρόνο, χωρίς προηγούμενη γνώση. Το σκάκι σου μαθαίνει επίσης να μην παραιτείσαι. Σε βοηθάει να καταλάβεις πως στον δρόμο προς το να γίνεις επιτυχημένος/η, θα υπάρξουν πολλές στιγμές που θα θελήσεις να παραιτηθείς, γιατί κάτι δεν λειτουργεί ή είναι πολύ δύσκολο, αλλά χρειάζεται να συνεχίσεις, έχοντας κατά νου ότι η σκληρή δουλειά σε αποζημιώνει πάντα», λέει.
Όσο για το αν μπορεί το σκάκι να μας βοηθήσει με τον ίδιο τρόπο να «πλοηγηθούμε» και σε εποχές έντονης μεταβλητότητας και αστάθειας, όπως η τρέχουσα, η απάντησή του είναι καταφατική. «Γενικά μπορούμε να δούμε το σκάκι κάπως σαν ένα γυμναστήριο για το μυαλό. Οι περισσότεροι άνθρωποι πηγαίνουν στο γυμναστήριο για να αποκτήσουν ένα ωραίο σώμα ή να βελτιώσουν την υγεία τους και δεν συνειδητοποιούν ότι μπορούν να κάνουν ακριβώς το ίδιο και για το μυαλό τους, παίζοντας σκάκι. Το σκάκι είναι γυμναστική για τον εγκέφαλο και μάλιστα μπορείς να έχεις το γυμναστήριο στο σπίτι σου», υπογραμμίζει.
Πώς προπονείται για καλύτερα αποτελέσματα στο σκάκι;
Μιλώντας για γυμναστήρια και ποιο είναι το σωστό ρήμα για να μιλήσει κάποιος για το σκάκι (προπονούμαι ή εξασκούμαι), λέει ότι «θα έλεγα πως και τα δύο ρήματα είναι κατάλληλα, γιατί το σκάκι αποτελείται από διάφορα μέρη» απαντά, ενώ στο ερώτημα αν απαιτεί και αντοχή πέρα από πνευματική συγκέντρωση, η απάντησή του είναι πως, ναι, το σκάκι απαιτεί αντοχή: «Το μέσο παιχνίδι σκακιού διαρκεί γύρω στις τέσσερις ώρες, ενώ ένας μαθητής, για παράδειγμα, μπορεί να μείνει συγκεντρωμένος ίσως για 45 λεπτά».
Ερωτηθείς για το πώς προπονείται στο σκάκι, «είναι πάντα καλό να εξασκείσαι μαζί με έναν άλλον άνθρωπο, που είναι λίγο-πολύ στο ίδιο επίπεδο ή δυνατότερος από εσένα. Ένας άλλος τρόπος είναι να λύνεις γρίφους, πολλούς, πολλούς, πολλούς γρίφους, ώστε να γίνεις δυνατότερος/η στον υπολογισμό. Το να διατηρείς τη συγκέντρωσή σου σε ένα παιχνίδι σκακιού είναι θέμα εξάσκησης. Όσο εξασκείσαι γίνεσαι καλύτερος/η και διατηρείς τη συγκέντρωσή σου περισσότερο και λίγο παραπάνω κάθε τόσο», σημειώνει και προσθέτει πως πριν από 13 χρόνια, όταν ήταν 22 ετών, έπαιξε το μεγαλύτερης διάρκειας παιχνίδι του στο ρωσικό πρωτάθλημα, όταν χρειάστηκε να διατηρήσει τη συγκέντρωσή του για σχεδόν οκτώ ώρες, απέναντι σε έναν δύσκολο αντίπαλο.
Όσο για το αν μπορεί ένας σκακιστής/σκακίστρια να απολαύσει μια παρτίδα κόντρα σε υπολογιστή, «όσο θα απολάμβανε κάποιος έναν αγώνα δρόμου 100 μέτρων κόντρα σε ένα αυτοκίνητο», λέει χαρακτηριστικά και συμπληρώνει πως οι υπολογιστές είναι πλέον πολύ δυνατοί και μπορούν να υπολογίσουν ακόμα και εκατομμύρια πιθανές κινήσεις σε μόλις ένα δευτερόλεπτο. Ωστόσο, δεν παίζουν, εννοείται, συνειδητά, αλλά τυχαία, δεν έχουν σχέδιο, ενώ ο σκακιστής έχει πάντα μια ιδέα και ένα πλάνο. Προσθέτει ωστόσο, πως οι μηχανές μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους σκακιστές/σκακίστριες ως εργαλείο μάθησης: «Υπάρχουν τεράστιες βάσεις δεδομένων στο σκάκι, τις οποίες μπορείς να χρησιμοποιήσεις για να ανακαλύψεις κάποιες συγκεκριμένες κινήσεις ή τα νέα παιχνίδια των άλλων παικτών», εξηγεί.
Ποιο θεωρεί πως είναι το επίπεδο των Ελλήνων σκακιστών;
Σχετικά με το επίπεδο των Ελλήνων σκακιστών και το τι θα έλεγε σε ένα πιτσιρίκι δέκα ετών, που φιλοδοξεί να γίνει grandmaster μια μέρα, «οι Έλληνες δεν είναι κακοί στο σκάκι, έχετε πολλούς γκρανμέτρ, γιατί παίζετε καλά. Ταυτόχρονα όμως, δεν ανήκετε στους καλύτερους του κόσμου, δεν είσαστε στην κορυφή. Γιατί; Δεν ξέρω, ίσως να φταίει ότι η ζωή στην Ελλάδα είναι πολύ ωραία, για να καθίσουν περισσότεροι άνθρωποι να δουλέψουν σκληρά πάνω στο σκάκι» απαντά στο πρώτο ερώτημα γελώντας.
Για ένα 10χρονο που θέλει να γίνει μια μέρα grandmaster, επισημαίνει: «Πρώτα από όλα να πω ότι είναι απόλυτα εφικτό να γίνεις γκρανμέτρ. Αλλά θα πρέπει να καταλάβεις ότι η ζωή σου θα είναι διαφορετική από εκείνη της πλειονότητας των άλλων παιδιών. Δεν υπάρχει τρόπος να αποφύγεις τη σκληρή δουλειά αν θέλεις κάτι τέτοιο. Και ταυτόχρονα πρέπει να σου αρέσει να δουλεύεις σκληρά πάνω στο σκάκι. Όταν όμως δεις τα αποτελέσματα της δουλειάς σου, νιώθεις πολύ μεγάλη χαρά. Το να κάνεις ό,τι χρειάζεται για να γίνεις grandmaster, δεν είναι για τον καθένα. Αν όμως έχεις τον σωστό χαρακτήρα, επιθυμείς να το πετύχεις, σου αρέσει να κερδίζεις το παιχνίδι και είσαι πρόθυμος/η να δουλέψεις σκληρά, μπορείς να το καταφέρεις».
Κλείνοντας τη συζήτηση, ο Αρκάντι Νάιντιτς γνωστοποιεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι από τον Σεπτέμβριο και τη νέα σχολική χρονιά, η ομάδα του βάζει στην αφετηρία μια Ακαδημία Σκακιού στα σχολεία για όλα τα παιδιά σχολικής ηλικίας. «Αν η πανδημία δεν μας επηρεάσει πάλι, τον Σεπτέμβριο ξεκινάμε. Κάνουμε τις παρουσιάσεις μας και ελπίζω πως κάποια σχολεία θα θελήσουν να προσθέσουν τα μαθήματα σκακιού στο πρόγραμμά τους» καταλήγει.