Στη φυλακή οδηγήθηκε αρχιτέκτονας που καταδικάστηκε σε κάθειρξη 14 ετών, καθώς κρίθηκε ένοχος για απάτη με στεγαστικά δάνεια από την πρώην Αγροτική Τράπεζα την περίοδο 2006-2008 στο «όνομα» Ρομά δανειοληπτών, προκαλώντας ζημιά ύψους 4,36 εκατ. ευρώ.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης τον έκρινε ένοχο για πλαστογραφία, απάτη και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, χωρίς να του αναγνωρίσει κανένα ελαφρυντικό, ενώ αποφάσισε να μην αναστείλει την εκτέλεση της ποινής του ενόψει του Εφετείου, με συνέπεια να οδηγηθεί στη φυλακή.
Για την ίδια υπόθεση -που αποκαλύφθηκε στην πόλη της Κατερίνης και κατόπιν εσωτερικού ελέγχου της Τράπεζας- καταδικάστηκε και μία πολιτικός μηχανικός, εξωτερική συνεργάτιδα του τοπικού τραπεζικού υποκαταστήματος, απ' όπου εκταμιεύτηκαν τα δάνεια. Κρίθηκε ένοχη για απάτη και τιμωρήθηκε με ποινή κάθειρξης 6 ετών, ενώ αφέθηκε ελεύθερη με περιοριστικούς όρους και χρηματική εγγύηση.
Στο εδώλιο του ίδιου δικαστηρίου παραπέμφθηκαν να δικαστούν 20 δανειολήπτες Ρομά, πολλοί εκ των οποίων δεν ήταν κάτοικοι της Πιερίας. Το δικαστήριο τους αθώωσε για την πράξη της απάτης που τους είχε αποδοθεί.
Πώς «στήθηκε» η απάτη
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, ο κεντρικός κατηγορούμενος, αφού απέσπασε το πληρεξούσιο των δανειοληπτών Ρομά -για τους οποίους υποτίθεται πως κατασκεύαζε μονοκατοικίες-, κατήρτισε πλαστές βεβαιώσεις εργοδοτών και αποδεικτικά μισθοδοσίας ώστε να παρουσιάζει την πιστοληπτική τους ικανότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δανειολήπτες εμφανίζονταν να έχουν μηνιαίες αποδοχές 1.600 έως 1.800 ευρώ, ενώ, σύμφωνα με τις βεβαιώσεις, πολλοί εξ αυτών είχαν τον ίδιο εργοδότη.
Κατά το ίδιο βούλευμα, η συγκατηγορούμενή του πολιτικός μηχανικός παρουσίαζε τις υποτιθέμενες κατοικίες -εμβαδού 35 τ.μ.- υπερεκτιμημένες όσον αφορά την εμπορική τους αξία, βεβαιώνοντας παράλληλα την πρόοδο των εργασιών κατασκευής, ώστε να προχωρά η εκταμίευση των δανείων.
Στο επίκεντρο της έρευνας των διωκτικών Αρχών βρέθηκαν 35 στεγαστικά δάνεια, με το ποσό εκταμίευσης -στην πλειονότητά τους- να κυμαίνεται στις 135.000 ευρώ.
«Πού είναι τα σπίτια μας;»
«Δεν γνωρίζω οικονομικά, δεν έχω ιδέα απ' αυτά» είπε στην απολογία του ο κατηγορούμενος αρχιτέκτων μηχανικός, αρνούμενος τις πράξεις που του αποδίδονται. Ο ίδιος απολογήθηκε ότι ως πληρεξούσιος έλαβε με μετρητά τα χρήματα που εκταμιεύτηκαν από την τράπεζα και τα απέδωσε στους Ρομά, χωρίς να γνωρίζει την πλαστότητα των εγγράφων.
Όταν ρωτήθηκε από την έδρα εάν έχει αποδεικτικά είσπραξης, απάντησε ότι καταστράφηκαν όταν το 2009 πλημμύρισε το σπίτι του. «Τα χρήματα αυτά δεν υπάρχουν σε κανέναν λογαριασμό, ούτε δικό μου, ούτε συγγενικών μου προσώπων» είπε, προκαλώντας την οργισμένη αντίδραση των συγκατηγορουμένων Ρομά, που τον ρωτούσαν «πού είναι τα σπίτια μας».
Από την πλευρά της, η πολιτικός μηχανικός απολογήθηκε ότι υπήρξε «θύμα πλεκτάνης». Ισχυρίστηκε, δε, ότι δεχόταν πιέσεις να φέρει εις πέρας τους φακέλους, ώστε να προχωρήσει η εκταμίευση των δανείων, διότι ο συγκατηγορούμενός της «ήταν καλός πελάτης της τράπεζας». Ομολόγησε ότι δεν έκανε επιτόπιες αυτοψίες για την πρόοδο των εργασιών, κάτι που, όπως παραδέχθηκε, «ήταν λάθος μου».
Σχολιάζοντας την απολογία της κατηγορουμένης, η πρόεδρος του δικαστηρίου ανέφερε: «Αυτές τις αλόγιστες πράξεις τις πληρώνει ο ελληνικός λαός».