Στο αρχείο έθεσε ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης τις νέες μηνύσεις για την υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων που είχαν υποβάλει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης και ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης.
Οι μηνύσεις στρέφονταν κατά του προσώπου εκείνου, του οποίου η προπληρωμένη κάρτα φέρεται να χρησιμοποιήθηκε για την αποστολή των μηνυμάτων του κακόβουλου λογισμικού predator.
Ο κρεοπώλης ««δεν έχει ουδεμία σχέση με τα καταγγελλόμενα» λέει ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Το πρόσωπο αυτό -κρεοπώλης στο επάγγελμα σε σούπερ μάρκετ- κλήθηκε να καταθέσει στο πλαίσιο της νέας έρευνας από τον κ.Ζήση. Σύμφωνα με πληροφορίες, στη διάταξη αρχειοθέτησης ο εισαγγελικός λειτουργός επισημαίνει ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο είναι ένας βιοπαλαιστής που, κατά την κρίση του «δεν έχει ουδεμία σχέση με τα καταγγελλόμενα, αφού τρίτος έκανε χρήση της κάρτας και δη την φόρτισε και έκανε τις δύο μεταφορές».
Ο κ.Ζήσης επιπλέον -σύμφωνα με τις ίδιες πηγές πληροφόρησης- κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν προέκυψε σχέση του μηνυόμενου προσώπου με τις εταιρείες που σχετίζονται με το κακόβουλο λογισμικό, ούτε με την ΕΥΠ.
Ως μάρτυρες εξετάστηκαν και τραπεζικοί υπάλληλοι. Ένας εξ αυτών επιβεβαίωσε ότι η φόρτιση της συγκεκριμένης κάρτας με το ποσό των 500€ έγινε σε ΑΤΜ στην περιοχή της Αγίας Παρασκευής.
Από το ηλεκτρονικό σύστημα της τράπεζας προέκυψε ότι έγινε με χρήση pin και όχι μεταφορά χρημάτων από καταθετικό λογαριασμό του κατόχου και σύμφωνα με τα όσα υποστήριξε ο τραπεζικός υπάλληλος ο καταθέτης είναι άγνωστο πρόσωπο.
Ο μηνυόμενος παρέλαβε την κάρτα σε κλειστό φάκελο ανενεργή και δεν ασχολήθηκε περαιτέρω θεωρώντας ότι η κάρτα δεν είχε χρησιμοποιηθεί πουθενά αλλού και δήλωσε άγνοια για το ότι κάποιος άλλος τη χρησιμοποίησε.
Ο κ. Ζήσης σημειώνει ότι όλα τα θύματα των παρακολουθήσεων ειδοποιήθηκαν με συστημένη επιστολή από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και πως δεν συντρέχει εφαρμογή των διατάξεων του ποινικού κώδικα που επικαλούνται οι μηνυτές για τα αδικήματα της κατασκοπίας αλλά και της παραβίασης απορρήτου τηλεφωνικών επικοινωνιών σε βαθμό κακουργήματος.
Σημειώνει δε χαρακτηριστικά ότι αναγκαία προϋπόθεση είναι να προκληθεί πράγματι κίνδυνος και την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος ή για την εθνική ασφάλεια κάτι που αναντίρρητα δεν προέκυψε από το πλούσιο αποδεικτικό υλικό της προκαταρκτικής εξέτασης παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από τους μηνυτές.