Ένα από «τα λαμπρότερα και επιφανέστερα τέκνα της», τον ομότιμο καθηγητή της Κωνσταντίνο Κεραμέα, αποχαιρετά η Νομική Σχολή του ΑΠΘ.
Σε ψήφισμά της αναφέρεται στην πλούσια ακαδημαϊκή πορεία του εκλιπόντα. Ο Κωνσταντίνος Κεραμεύς, πατέρας της Νίκης Κεραμέως, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 21/4/1937. Αποφοίτησε το 1960 από τη Νομική Σχολή του ΑΠΘ και έλαβε διδακτορικό δίπλωμα από το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου το 1962. Διετέλεσε βοηθός στην έδρα αστικού δικαίου της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ και στη συνέχεια εντεταλμένος υφηγητής (1967). Εξελέγη τακτικός Καθηγητής της έδρας της Πολιτικής Δικονομίας της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ τον Σεπτέμβριο του 1971 σε ηλικία μόλις 34 χρονών.
Το 1982 εξελέγη τακτικός Καθηγητής Πολιτικής Δικονομίας στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ. Δίδαξε πολιτική δικονομία, συγκριτικό δίκαιο και διεθνές δικονομικό δίκαιο στην Ελλάδα και σε πολλά ξένα πανεπιστήμια (ιδίως Βερολίνο, Αμβούργο, Paris II, Tulane, Louisiana State University, Ohio State University, Ghent). Έδωσε διαλέξεις σε περισσότερα από 90 ευρωπαϊκά, αμερικανικά και ιαπωνικά πανεπιστήμια. Το επιστημονικό και ερευνητικό του έργο περιλαμβάνει ελληνόγλωσσα και ξενόγλωσσα εγχειρίδια, μονογραφίες, συστηματικά έργα και κατ' άρθρο ερμηνείες.
Ο Κωνσταντίνος Κεραμεύς αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ των Πανεπιστημίων του Αμβούργου (1993), του Paris ΙΙ Pantheon-Assas (2000), της Λιέγης (2003) και της Βιέννης (2003). Διατέλεσε, μεταξύ άλλων, πρόεδρος της Διεθνούς Ακαδημίας Συγκριτικού Δικαίου (1998-2006), διευθυντής του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου (1990-2007), πρόεδρος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (1992-1995), πρόεδρος της Academic Cooperation Association (1996-2002), τακτικό μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας (από το 1994), μέλος της Διεθνούς Ένωσης Νομικής Επιστήμης (από το 1993), μέλος της Διεθνούς Ένωσης Δικονομικού Δικαίου (από το 1995) και πρόεδρος της Ελληνικής Ενώσεως για τη Διαιτησία. Εκπροσώπησε την Ελλάδα σε διπλωματικές διασκέψεις και συνόδους, συμπεριλαμβανομένων της Σύμβασης του Λουγκάνο και των διαπραγματεύσεων για την προσχώρηση της Ελλάδας στη Σύμβαση των Βρυξελλών, καθώς και σε επιτροπές εναρμόνισης του δικαίου των συμβάσεων, των αδικοπραξιών και της πολιτικής δικονομίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα με την ακαδημαϊκή του πορεία, συμμετείχε ως διαιτητής σε διεθνείς διαιτησίες, άσκησε δικηγορία ενώπιον του Αρείου Πάγου και διετέλεσε επικεφαλής νομικός σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας.
Η Κοσμητεία και το Διοικητικό Συμβούλιο της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ εκφράζουν τα ειλικρινή συλλυπητήρια στους οικείους του.