«Το πιθανό ή διαφαινόμενο καλύτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα της φετινής χρονιάς δεν προεξοφλεί ανάλογη επίδοση για την επόμενη», σημειώνει αρμόδια πηγή, επιχειρώντας να «φρενάρει» τη σεναριολογία εν όψει ΔΕΘ.
Από την άλλη, δεν είναι μυστικό ότι το οικονομικό επιτελείο αναζητεί το... κάτι παραπάνω, έτσι ώστε αφενός η «ομπρέλα» του εξαγγελθέντος έκτακτου επιδόματος στο τέλος της χρονιάς να είναι μεγαλύτερη και να καλύψει περισσότερους, αφετέρου το «πακέτο» των 880 εκατ. ευρώ του 2025, που έχει ήδη πάρει το «ΟΚ» από τις Βρυξέλλες, να ενισχυθεί.
Τα «μαξιλάρια» του 2024
Για το δημοσιονομικό κλείσιμο της φετινής χρονιάς, τα στοιχεία του Προϋπολογισμού επιτρέπουν την αισιοδοξία ή ακόμα και την πεποίθηση ότι το «κοντέρ» θα υπερβεί τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 2,1%. Με το κλείσιμο του 7μήνου τα φορολογικά έσοδα καταγράφουν υπέρβαση περί τα 300 εκατ. ευρώ πάνω κι από αυτά που είχε ήδη προεξοφλήσει το ΓΛΚ, υποβάλλοντας το συνοπτικό Πρόγραμμα Σταθερότητας. Οι τουριστικές εισπράξεις του Αυγούστου και του Σεπτεμβρίου θα δείξουν αν το οικονομικό επιτελείο μπορεί να περιμένει το κάτι παραπάνω, κι όλα δείχνουν ότι αυτό θα γίνει.
Μια από τις παραμέτρους του φετινού δημοσιονομικού σχεδιασμού ήταν ότι οι τουριστικές εισπράξεις θα κινηθούν στα 21 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με τις πιο συγκρατημένες εκτιμήσεις του κλάδου, και με δεδομένα τα έως τώρα στοιχεία που αποτυπώνουν αύξηση των αφίξεων κατά περίπου 10%, οι τουριστικές εισπράξεις φαίνεται ότι μπορούν τελικά να φτάσουν ή και να ξεπεράσουν τα 22 δισ. ευρώ. Πρακτικά, μιλάμε για «ένεση» στα φορολογικά έσοδα τουλάχιστον 200 εκατ. ευρώ.
Σε αυτό το «μαξιλάρι» προστίθεται η έκτακτη εισφορά στα διυλιστήρια, για να δημιουργηθεί έτσι μια «ομπρέλα» που θα μπορούσε να φτάσει τα 500 εκατ. ευρώ. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Ότι αφενός το δρομολογημένο έκτακτο επίδομα μπορεί να είναι μεγαλύτερο, αφετέρου να διευρυνθεί η περίμετρος των δικαιούχων, έτσι ώστε να καλύψει -εκτός από τους συνταξιούχους με προσωπική διαφορά- και άλλες ευάλωτες ομάδες πληθυσμού.
Το «πακέτο» του 2025
Η ενίσχυση του «καλαθιού» για το 2025 είναι σαφώς πιο σύνθετη εξίσωση. Και δεν είναι μόνο ότι βρίσκεται σε εξέλιξη το προβλεπόμενο «παζάρι» με τις Βρυξέλλες για το πόσο θα αυξηθούν τελικά οι «καθαρές» πρωτογενείς δαπάνες, αλλά κυρίως ότι τα μέτρα που πρόκειται να ενεργοποιηθούν δεν είναι «μια κι έξω» (one-off), αλλά θα έχουν μόνιμο χαρακτήρα, άρα πρέπει να «χωράνε» στον σχεδιασμό όχι μόνο του 2025, αλλά συνολικά της επόμενης τριετίας.
Η αρχική οδηγία της Κομισιόν προβλέπει αύξηση δαπανών 3% ετησίως κατά μέσο όρο. Αυτό που επιδιώκει το οικονομικό επιτελείο είναι να ανεβάσει κατά τι τον πήχη, χωρίς αυτό να «χτυπάει» στις παραδοχές και στους υπολογισμούς των Ευρωπαίων τεχνοκρατών για την ενδεδειγμένη ταχύτητα μείωσης του χρέους. Αυτό που διευκολύνει τους χειρισμούς είναι ότι, σύμφωνα με τους νέους κανόνες, μια χώρα μπορεί να «μεταφέρει» την καλύτερη επίδοση μιας χρονιάς στην επόμενη.
Μια επιτάχυνση της αύξησης των δαπανών κατά περίπου μισή μονάδα θα έδινε «αέρα» γύρω στα 400-500 εκατ. ευρώ στο οικονομικό επιτελείο, προκειμένου να χωρέσει στο «πακέτο» μέτρα τα οποία χαρακτηρίζονται αναπτυξιακά και κοινωνικά δίκαια.
Εισφορές
Κατ' αρχάς, δεν είναι μυστικό ότι τα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών και Εργασίας «ψάχνονται» εδώ και μήνες προκειμένου να επισπεύσουν τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μία ποσοστιαία μονάδα, δηλαδή αντί αυτή να «σπάσει» το 2025 και το 2027, να γίνει με τη μία από τις αρχές της νέας χρονιάς.
Αρμόδια πηγή σημειώνει ότι το «καθαρό» δημοσιονομικό κόστος υπολογίζεται κάτω από τα 400 εκατ. ευρώ. Προφανής είναι η θετική επίδραση μιας τέτοιας κίνησης και για τις επιχειρήσεις -ειδικά τις μικρότερες- και για τους εργαζόμενους, ενώ διευκολύνεται ο στόχος για διαμόρφωση του μέσου μισθού στα 1.500 ευρώ το 2027.
Επίδομα τέκνων
Ψηλά στις προτεραιότητες βρίσκεται και η αναμόρφωση του επιδόματος τέκνων, αν και η προσέγγιση δεν είναι αυστηρά δημοσιονομική, αφού εντάσσεται στον σχεδιασμό για τα μέτρα στήριξης της οικογένειας (δημογραφικό).
Η απόφαση για αύξηση του επιδόματος είναι ειλημμένη, αλλά η παρέμβαση θα συνδυαστεί με αλλαγές στη δομή του, δηλαδή στα εισοδηματικά όρια και στην ποσόστωση ανάλογα με τον αριθμό των τέκνων.