Σε θερινή αλλάζει η ώρα από απόψε και οι πολίτες θα πρέπει να θυμηθούν να γυρίσουν μπροστά τους δείκτες του ρολογιού, για να μην βρεθούν προ... δυσάρεστων εκπλήξεων όσον αφορά ραντεβού και λοιπές υποχρεώσεις.
Συγκεκριμένα, οι δείκτες των ρολογιών μας στις 31 Μαρτίου στις 03:00 θα πρέπει να πάνε μια ώρα μπροστά και να δείξουν 04:00.
Σημειώνεται πως τον Μάρτιο του 2019 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε ψηφίσει υπέρ του τερματισμού της πρακτικής αυτής, της προσαρμογής δηλαδή των ρολογιών κατά μία ώρα την άνοιξη και το φθινόπωρο, από το 2021.
«Η αλλαγή της ώρας πρέπει να καταργηθεί» είχε δηλώσει το 2018 ο τότε επικεφαλής της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, μετά από μια σχετική διαδικτυακή έρευνα σε ολόκληρη την ΕΕ.
Ο «πατέρας» της αλλαγής ώρας
Η θερινή ώρα, Daylight Saving Time, DST, επί το αγγλικότερον, είναι η αλλαγή της ώρας που ένα κράτος διαλέγει να υιοθετήσει για ένα χρονικό διάστημα του έτους.
Η αλλαγή αυτή γενικά είναι κατά μία ώρα μπροστά από την ηλιακή ώρα. Βασίζεται σε ένα σύστημα που σκοπό έχει την καλύτερη αξιοποίηση του φωτός της ημέρας για εξοικονόμηση ενέργειας.
Η ιδέα αποδίδεται στον Βενιαμίν Φραγκλίνο το πολύ μακρινό 1784, ώστε να υπάρχει διαθέσιμο περισσότερο φυσικό φως κατά τους θερινούς μήνες.
Έναν αιώνα αργότερα υποστήριξε την πρόταση αυτή ο Γουίλιαμ Γουίλετ, ένας Βρετανός επιχειρηματίας που ασχολούνταν με την οικοδομή. Ο Γουίλετ μάλιστα είχε αρθρογραφήσει για το θέμα το 1907, με τίτλο Waste of Daylight, αλλά τελικά δεν κατάφερε να πείσει τη Βρετανική κυβέρνηση.
Η τρέχουσα αλλαγή της ώρας, όπως τη γνωρίζουμε δηλαδή σήμερα, βασίστηκε στην πιο επιστημονική προσέγγιση του Νεοζηλανδού εντοµολόγου Τζορτζ Χάντσον. Ο ίδιος παρατήρησε ότι η μεγαλύτερη διάρκεια της ημέρας τους μήνες του καλοκαιριού τον βοηθούσε να συλλέξει περισσότερα έντοµα. Έτσι, έκανε τη σχετική πρόταση το 1895.
Η εφαρμογή της θερινής ώρας στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα η θερινή εφαρμόστηκε για πρώτη φορά, δοκιμαστικά, το 1932 και συγκεκριμένα από τις 6 Ιουλίου μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου, όταν τα ρολόγια είχαν τεθεί μία ώρα μπροστά. Στη συνέχεια όμως εγκαταλείφθηκε, επειδή στις 28 Ιουλίου 1916 στις 04:00 ώρα, τα ρολόγια στην Ελλάδα είχαν τεθεί 25 λεπτά μπροστά κατά την εισδοχή της ζώνης ώρας που είχε αποφασιστεί παγκοσμίως. Έτσι η διαφορά σε σχέση με το φως του Ήλιου που καθορίζει και τον πραγματικό χρόνο γινόταν πολύ μεγάλη, κυρίως στα δυτικά τμήματα της χώρας και περισσότερο στη Κέρκυρα. Τα επόμενα χρόνια είχε υιοθετηθεί μια απλή μετατόπιση της ώρας έναρξης λειτουργίας δημόσιων υπηρεσιών και καταστημάτων κατά μισή ώρα, στη χειμερινή περίοδο.
Στη δεκαετία του 1970 όμως, μόλις δύο χρόνια μετά την ενεργειακή κρίση που ξέσπασε στην Ευρώπη το 1973, αποφασίστηκε η υιοθέτηση του μέτρου της θερινής ώρας από μεγάλο μέρος των κρατών της, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, με έναρξη το 1975. Η αλλαγή της ώρας γίνεται σύμφωνα με οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υποχρεώνει όλα τα κράτη μέλη να την εφαρμόζουν ως νόμο, και πραγματοποιείται την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου στις 1 π.μ. ώρα Γκρίνουϊτς (GMT), ενώ τελειώνει την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου του ίδιου έτους στις 1 π.μ. ώρα Γκρίνουϊτς. Επομένως η αλλαγή είναι ταυτόχρονη για όλα τα κράτη μέλη τα οποία έχουν υιοθετήσει το μέτρο.