Αποτροπιασμό προκαλεί το γεγονός ότι βρέθηκαν τέσσερις νεκρές αρκούδες νεκρές από πυροβολισμούς μέσα σ ένα μήνα στην ίδια περιοχή, το Σκλήθρο Φλώρινας!
Η αποκάλυψη των τελευταίων δολοφονιών των αρκούδων στο χωριό της Φλώρινας προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων, αλλά και ανησυχία σε όσους εργάζονται για την προστασία του απειλούμενου θηλαστικού, την διατήρηση των οικοσυστημάτων γενικότερα και ήδη οι αρχές ερευνούν την υπόθεση.
Αυτά τα γεγονότα αποτελούν μεμονωμένο περιστατικό ή ένα ακόμα επεισόδιο στον προαιώνιο, αέναο ανταγωνισμό ανθρώπου και αρκούδας στην ορεινή Ελλάδα;
Σύμφωνα με τον υπεύθυνο του «Αρκτούρου», Αλέξανδρο Καραμανλίδη, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ανέφερε πως η οργάνωση με την συμβολή κτηνιάτρου της και εμπειρογνώμονα έχει δημιουργήσει φάκελο της υπόθεσης με τους πυροβολισμούς των τεσσάρων ζώων «τον οποίο γνωστοποίησε στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και είναι διατεθειμένη να καταθέσει τα στοιχεία σε όποια δημόσια αρχή, αστυνομία ή εισαγγελικές αρχές, δείξουν ενδιαφέρον για την αναζήτηση των ενόχων». Έρευνα επ αυτού έχει διαταχθεί και κατόπιν εντολής του υφυπουργού Περιβάλλοντος, Γιώργου Αμυρά.
Αν και οι δυο περιβαλλοντικές οργανώσεις αποφεύγουν να δηλώνουν τον ακριβή πληθυσμό καθώς δεν είναι ιδιαίτερα εύκολη η καταγραφή του της, τον προσδιορίζουν, κατά προσέγγιση στα 500 άτομα, στο ορεινό τόξο από την Ροδόπη της Θράκης, την Πίνδο ,την Κεντρική και Δυτική Μακεδονία από τον Γράμμο έως την περιοχή των Αγράφων.
Η αύξηση του πληθυσμού σήμανε και την αύξηση των θανατώσεων
Με βάση τα στοιχεία από την βάση δεδομένων του «Αρκτούρου» από το 1998 έχουν καταγραφεί περισσότερα από 85 θανατηφόρα τροχαία ατυχήματα με θύματα αρκούδες, ενώ από το 2000 έως σήμερα έχουν πεθάνει 130 αρκούδες από ανθρωπογενείς αιτίες και φυσικά αίτια.
Από αυτές το 40% των περιπτώσεων είναι από λαθροθηρία (χρήση πυροβόλων όπλων) ή από δηλητηριασμένα δολώματα.
Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα υψηλό νούμερο που προβληματίζει τους ειδικούς εάν αναλογιστεί κανείς ότι άλλες χώρες τα πάνε πολύ καλύτερα στην συμβίωσή τους με την άγρια ζωή. Χαρακτηριστικά επισημαίνεται ότι η Σλοβενία έχει πετύχει υψηλά ποσοστά αρμονικής συμβίωσης με την άγρια ζωή και ειδικά την αρκούδα.Την Σλοβενία ακολουθεί κατά πόδας η Κροατία, ενώ αντίθετα η Βουλγαρία έχει παρόμοια προβλήματα με τα δικά μας στον ορεινό όγκο της Ροδόπης.
Ο υπεύθυνος του Αρκτούρου ανέφερε την περίπτωση μιας αρκούδας που τραυματίστηκε από πυροβόλο όπλο, την περιέθαλψαν οι ειδικοί επιστήμονες του Αρκτούρου έως ότου αναρρώσει και την επέστρεψαν στους Βούλγαρους συναδέλφους τους όπου την απελευθέρωσαν στο φυσικό της περιβάλλον.
Έξι μήνες μετά το ζώο πυροβολήθηκε εκ νέου στο κεφάλι, το περιέθαλψε και πάλι ο «Αρκτούρος» και μη μπορώντας να ζήσει πια μόνο του στην φύση φιλοξενείται στο καταφύγιο της οργάνωσης στο Νυμφαίο.
Επιθέσεις από αρκούδες σε χωράφια
Παθών από επίθεση αρκούδας στο κοπάδι του δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κτηνοτρόφος και αγρότης με καλλιέργειες φασολιών και καλαμποκιών Κυριάκος Κοτανίδης από την Μεσοποταμία Καστοριάς, όταν πριν από μερικά χρόνια τραυματίστηκαν βαριά η πέθαναν 24 ζώα του.
Χαρακτηρίζει την αποζημίωση που έλαβε από τον ΕΛΓΑ πενιχρή, και προσθέτει ότι οι ζημιές που κάνουν σήμερα οι αρκούδες καταγράφονται κυρίως στις καλλιέργειες.
«Οι αρκούδες κάνουν ζημιά στα χωράφια, αλλά την περισσότερη ζημιά κάνουν τα αγριογούρουνα που ολόκληρα κοπάδια μπαίνουν στα καλαμπόκια και καταστρέφουν όλη την καλλιέργεια».
Ο κ. Κοτανίδης επισημαίνει ότι εκτός από το φυτό «καταστρέφουν και τον εξοπλισμό της άρδευσης, τα λάστιχα που είναι απλωμένα στο χωράφι».
Κτηνοτρόφος και καλλιεργητής καλαμποκιού από την ευρύτερη περιοχή του Αμυνταίου όπου σημειώθηκαν και τα περιστατικά με τις νεκρές αρκούδες κι ο οποίος θέλησε να κρατήσει την ανωνυμία του μας επισήμανε ως σημαντικά προβλήματα για την περιοχή, την παρουσία αρκούδων ακόμη και μέσα στα χωριά μετά την δύση του ηλίου, τις συχνές καταστροφές στο αγροτικό κεφάλαιο (ειδικά στα καλαμπόκια) από επιδρομές αγριογούρουνων και την χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων που με κάποιο ανεύθυνο τρόπο χρησιμοποιούν είτε για τις αρκούδες είτε για τα αδέσποτα σκυλιά.
Ελληνικός Ποιμενικός εναντίον αρκούδας
Το γεγονός επιβεβαίωσε και ο Γενικός διευθυντής της Περιβαλλοντικής οργάνωσης «Καλλιστώ» Σπύρος Ψαρούδας οποίος ανέφερε ότι ορισμένοι κτηνοτρόφοι της συγκεκριμένης περιοχής βρίσκονται σε απόγνωση γιατί «τα δηλητηριασμένα δολώματα τα έφαγαν τα σκυλιά από τα κοπάδια τους».
Εξήγησε ότι στο πλαίσιο προγραμμάτων αντιμετώπισης περιστατικών επιθέσεων από αρκούδες σε κοπάδια, τόσο ο «Αρκτούρος» όσο και η «Καλλιστώ» έδωσαν στους κτηνοτρόφους που ζήτησαν μετά από αίτηση τους, κουτάβια που ανήκουν στην φυλή του Ελληνικού ποιμενικού και που φέρονται ικανά να αντιμετωπίσουν επιθέσεις αρκούδας.
Τα συγκεκριμένα ζώα είναι εργαλεία στα χέρια των κτηνοτρόφων και η απώλειά τους είναι αδύνατο αντικατασταθεί άμεσα.
Ο κ Ψαρούδας τόνισε ότι «είναι δουλειά της αστυνομίας να εντοπίσει τους δράστες με τα δηλητηριασμένα δολώματα αλλά και αυτούς που με ευκολία πυροβόλησαν τις αρκούδες».
Η επιστροφή των μεγάλων σαρκοβόρων
Η Καλλιστώ έχει αφιερώσει την δράση της τα τελευταία χρόνια στην προστασία της άγριας ζωής, στα μοναδικά οικοσυστήματα που διαθέτει η Ελλάδα.
Ο κ. Ψαρούδας εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι η αύξηση του πληθυσμού της Αρκούδας, του Λύκου και του Τσακαλιού, είναι μια πραγματικότητα και «οφείλεται στις μεγάλες αλλαγές που συντελούνται στην ορεινή αγροτική ύπαιθρο». Η εγκατάλειψη της ορεινής Ελλάδας, η ερήμωση των χωριών, η σταδιακή μείωση της εκστατικής ελεύθερης κτηνοτροφίας και η αντικατάσταση της από την σταβλισμένη, δημιούργησε μια νέα κατάσταση στα βουνά.
«Όλες αυτές οι εκτάσεις που εγκαταλείφθηκαν στην συνέχεια δασώθηκαν, με αποτέλεσμα να βρίσκουν καταφύγιο τα μεγάλα σαρκοβόρα όπως η Αρκούδα ο Λύκος και το Τσακάλι», ανέφερε. Όμως «η λύση δεν βρίσκεται στην θανάτωση τους γιατί μας ενοχλεί η νέα κατάσταση που διαμορφώνεται».
Για παράδειγμα ανέφερε ότι σκοτώνοντας αρκούδες σε μια περιοχή, είναι πιθανό έως σίγουρο ότι στην θέση τους θα εμφανιστούν αλλά ζώα που είναι λιγότερο επιθυμητά όπως μια αγέλη από οκτώ ή δέκα λύκους. Πρόσθεσε ότι πρόκειται για ένα «φυσικό φαινόμενο που το έχουμε ζήσει με παραδείγματα σε διάφορες περιοχές της ορεινής Ελλάδας».
Συνέστησε «ψυχραιμία», καθότι το φαινόμενο είναι πανευρωπαϊκό και δείχνει πέραν των άλλων ότι «διαθέτουμε υγιές οικοσύστημα». Έφερε ως παράδειγμα τον λύκο που ζούσε μόνο στα δάση της Πολωνίας και σήμερα μέλη από αυτές τις αγέλες έχουν φτάσει έως το Αμβούργο της Γερμανίας ενώ εδώ και μερικά χρόνια έχουμε την επανεμφάνιση του Λύκου ακόμη και στις Γαλλικές Άλπεις.
Ο κ. Ψαρούδας ανέφερε ότι όσο περνά ο καιρός «θα αντιμετωπίζουμε μεγαλύτερα προβλήματα όχι από την παρουσία της αρκούδας αλλά από την αύξηση του πληθυσμού του αγριογούρουνου που οι καταστροφές που προκαλεί στην γεωργία είναι πολλαπλάσιες».
Τέλος ο Αρκτούρος, μαζί με την Καλλιστώ, τον Δήμο Αμυνταίου, το ΚΕΝΑΚΑΠ, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και άλλους φορείς από το εξωτερικό και συντονιστή το Rewilding Europe υλοποιούν στο Αμύνταιο και στην περιοχή Τρικάλων, Πύλης και Μετεώρων το έργο LIFE Bear-Smart Corridors (LIFE20 NAT/NL/1107) με στόχο την ενίσχυση των πληθυσμών της εμβληματικής Ευρωπαϊκής καφέ αρκούδας στην Κεντρική Ιταλία και την Ελλάδα μέσω της ανάπτυξης «διαδρόμων συνύπαρξης».
Η αρκούδα στις πόλεις
Τι συμβαίνει όμως όταν οι αρκούδες εντοπίζονται να «σουλατσάρουν» ακόμα και μέσα σε πόλεις, όπως πρόσφατα στην Καστοριά όπου εθεάθη με τα δύο μωρά της να κόβει βόλτες σε παραλίμνια περιοχή, στο κέντρο της πόλης;
Ο κ. Καραμανλίδης σημειώνει ότι για αυτές τις περιπτώσεις, που σ’ ένα βαθμό είναι αναμενόμενες, έχει προβλεφθεί μετά κι από δική τους παρέμβαση ΚΥΑ που προσδιορίζει τι πρέπει να γίνει για την αντιμετώπιση αυτών των περιστατικών. «Ενεργοποιείται η Ομάδα Άμεσης Επέμβασης που αποτελείται από ειδικούς επιστήμονες των δύο οργανώσεων, το δασαρχείο, τον οικείο δήμο την αστυνομία κλπ. Η οποία αναλαμβάνει να απομακρύνει το ζώο».
Ωστόσο, ο κ. Καραμανλίδης επισημαίνει αδυναμίες λειτουργίας της ομάδας που την καθιστούν αναποτελεσματική γεγονός που τροφοδοτεί ανακλαστικές αντιδράσεις του κόσμου με συνέπειες για την άγρια ζωή.