Σήμερα συμπληρώνεται ένας χρόνος από την ημέρα που εντοπίστηκε το πρώτο κρούσμα κορωνοϊού στην Ελλάδα.
Η ασθενής «0» ήταν η Δήμητρα Βουλγαρίδου, μία σχεδιάστρια μόδας η οποία είχε ταξιδέψει στο Μιλάνο για επαγγελματικούς λόγους, σε μία περίοδο όπου τα κρούσματα στη Βόρεια Ιταλία είχαν αυξηθεί ραγδαία.
Η κυρία Βουλγαρίδου εξιστόρησε στο Grtimes.gr τα γεγονότα την περίοδο εκείνη και το πώς έμαθε ότι αυτή είναι το πρώτο κρούσμα στην Ελλάδα.
«Μία μέρα πριν την επιστροφή μας στην Ελλάδα, έλαβα κάποια ακυρωτικά email για ένα event στην ιταλική πόλη και εκεί καταλάβαμε ότι κάτι συμβαίνει. Τα email ανέφεραν ότι ακυρώνονται τα events προς συμπαράσταση στα χωριά γύρω από το Μιλάνο, τα οποία είχαν ήδη μπει σε αυστηρό lockdown καθώς κάτοικοί τους βρέθηκαν θετικοί στον ιό», ανέφερε.
Η ίδια έφτασε την επομένη στο αεροδρόμιο, πέταξε για Θεσσαλονίκη και επέστρεψε κανονικά στο σπίτι της. Μετά από δύο ημέρες, εμφανίστηκαν κάποια ήπια συμπτώματα, όπως δέκατα και πονοκέφαλος. «Επειδή θορυβήθηκα, καθώς μένω μαζί με τον σύζυγο και το παιδί μου, τηλεφώνησα στην ιδιωτική μου ασφάλεια και από εκεί με συμβούλεψαν να κάνω τεστ, καθώς είχα επιστρέψει από την Ιταλία. Πήγα λοιπόν στο νοσοκομείο αναφοράς ΑΧΕΠΑ, υποβλήθηκα σε τεστ κορωνοϊού και με ενημέρωσαν ότι θα τηρηθεί συγκεκριμένο πρωτόκολλο βάσει του οποίου έπρεπε να διανυκτερεύσω σε θάλαμο αρνητικής πίεσης μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα του τεστ μου», περιγράφει η 39χρονη σήμερα.
Βουλγαρίδου: Φίλοι μου τηλεφωνούσαν και για το πρώτο κρούσμα και έδιναν την περιγραφή μου
«Οι γιατροί περίμεναν μέχρι να σιγουρευτούν 100%, αλλά φίλοι και γνωστοί μου τηλεφωνούσαν και μου έλεγαν ότι στο διαδίκτυο και τα κανάλια αναφέρουν ότι εντοπίστηκε το πρώτο κρούσμα κορωνοϊού στη χώρα μας, και έδιναν μία περιγραφή η οποία μου ταίριαζε γάντι. Γύρω στις 14:00, στις 26/02/2020, ο γιατρός κ. Χρυσανθίδης μου ανακοίνωσε ότι είμαι το πρώτο επιβεβαιωμένο κρούσμα κορωνοϊού στην Ελλάδα», συνέχισε η Δ. Βουλγαρίδου που εξομολογήθηκε πως η όλη κατάσταση την είχε αγχώσει πολύ.
«Αγχώθηκα πολύ. Παράλληλα σκεφτόμουν όλους όσους ήρθα σε επαφή. Τον σύζυγό μου, το παιδί μου, τους γονείς μου. Ανησυχούσα για το αν τους κόλλησα. Δεν έχω λόγια πάντως για τη συμπεριφορά των γιατρών και των νοσηλευτών. Προσπαθούσαν να με καθησυχάσουν και πραγματικά η συμπαράσταση ήταν πολύ μεγάλη», είπε η κυρία Βουλγαρίδου, η οποία έμεινε στον θάλαμο αρνητικής πίεσης για 16 ημέρες.
«Ήταν πολύ δύσκολο. Όταν είσαι σε τέτοιους χώρους συνειδητοποιείς ότι στη ζωή ερχόμαστε και φεύγουμε μόνοι μας. Όλο αυτό το αβέβαιο με έκανε και αισθανόμουν μελλοθάνατη. Καθημερινά έκανα πολλές εξετάσεις και δεν ήξερα τι πρόκειται να αντιμετωπίσω. Τα ίδια συναισθήματα είχαν και οι γιατροί. Το μόνο που έβλεπα μέσα από τις στολές τους ήταν η αμφιβολία και το άγνωστο στα μάτια τους. Ωστόσο η μεγαλύτερη δοκιμασία ήταν όταν βρέθηκε θετικό το παιδί μου», συνέχισε.
Ασθενής μηδέν: Το δύσκολο ήταν ότι το πέρασε το παιδί μου
«Αυτό ήταν το δύσκολο της νοσηλείας μου. Νιώθω ευγνώμων που το πέρασα τόσο ελαφρά, όμως ήμουν μαζί με το παιδί μου που δεν μπορούσε να βγει ούτε στον διάδρομο. Είχαμε αποφασίσει να μην ακουστεί καν η λέξη κορωνοϊός στο παιδί. Άνοιξε η πόρτα του δωματίου, τον έβαλαν μέσα και δεν του εξήγησαν το γιατί. Του είπαν μόνο ότι η μαμά του ήταν άρρωστη και ότι θα έπρεπε να μείνει μαζί της ώστε να τη βοηθήσει», εκμυστηρεύτηκε η «ασθενής μηδέν».
«Ο μικρός ξυπνούσε νωρίς το πρωί και κοιμόταν πολύ αργά το βράδυ. Είχε πολύ περίεργες αντιδράσεις. Ήθελε διαρκώς να φύγει. Θεωρούσε ότι εγώ έφταιγα που ήταν εκεί. Έλεγε συνέχεια ότι θέλει να βγει έξω και να παίξει με τους φίλους του. Ρωτούσε "μαμά, εγώ γιατί δεν πάω σχολείο;". Με απασχολούσε ιδιαίτερα το πώς θα επιστρέψει το παιδί μου στο σχολείο. Με ενόχλησε πάρα πολύ το γεγονός ότι δεν τηρήθηκε το ιατρικό απόρρητο, διέρρευσε το όνομά μου και παιζόταν παντού, χωρίς να σκεφτεί κανείς τις συνέπειες αυτής της προβολής στο παιδί μου. Συμβουλεύτηκα παιδοψυχολόγο μετά που βγήκαμε από το νοσοκομείο και του τα εξηγήσαμε όλα», αναφέρει η κυρία Βουλγαρίδου.
Όταν ο 9χρονος γύρισε στο σχολείο αντιμετώπισε μια δύσκολη κατάσταση. «Ξέρετε, τα παιδιά αυτής της ηλικίας είναι πολύ σκληρά. Τον αποκαλούσαν "κορωνοϊό" και τον ρωτούσαν γιατί δεν πέθανε. Τα παιδάκια τότε νόμιζαν ότι όποιος κολλάει πεθαίνει κιόλας», σημειώνει.
Οι επιθέσεις στα σόσιαλ
Η κυρία Βουλγαρίδου ανέφερε πως συνεχώς λάμβανε μηνύματα στο Facebook από άγνωστους που την κατηγορούσαν ότι έφερε τον κορωνοϊό στην Ελλάδα.
«Το πήρα πάρα πολύ βαριά. Δεν περίμενα ποτέ ότι υπάρχει κόσμος που θα κατηγορήσει κάποιον επειδή αρρώστησε. Από εκεί και πέρα, είναι κάτι που αφήνω πίσω. Κρατάω τον κόσμο που με στήριξε. Μία πολύ μεγάλη μερίδα ανθρώπων, πέρα από φίλους και γνωστούς, μου έδωσε κουράγιο», αναφέρει η κυρία Βουλγαρίδου, που πρόσθεσε ότι όταν βγήκε η ίδια από την κατ’ οίκον καραντίνα, άρχισε το lockdown για όλη τη χώρα.
Πρώτο κρούσμα κορωνοϊού στην Ελλάδα - 38χρονη στη Θεσσαλονίκη
«Μπορώ να πω ότι μας έκανε καλό. Ο κόσμος άρχισε να συνειδητοποιεί ότι δεν ήμουν υπεύθυνη για ό,τι έγινε. Ομολογώ όμως ότι ποτέ δεν εφησύχασα. Ποτέ δεν σκέφτηκα ότι αφού είχα κολλήσει, δεν κινδυνεύω πλέον. Ίσα ίσα, έγινα χειρότερη. Κατάντησα μικροβιοφοβική. Ήμουν από τους ανθρώπους που καθάριζα τις σακούλες του σούπερ μάρκετ. Έπαθα ένα μεγάλο σοκ, διότι είχα φοβηθεί αρκετά. Περνώντας όμως ο καιρός συνειδητοποίησα πόσο υπερβολική ήμουν. Πλέον τηρώ πιστά τα μέτρα και ακολουθώ τις οδηγίες των ειδικών», επισημαίνει.
«Έχω δώσει προτεραιότητα στην υγεία μας και των αγαπημένων μας ανθρώπων. Έχω αναθεωρήσει πολλά και έχω βάλει προτεραιότητες. Μπορώ να πω ότι αυτό που μου συνέβη, ανεξάρτητα με το γεγονός ότι πέρασε ο καιρός, μάθαμε περισσότερα και συνειδητοποιήσαμε ότι δεν είναι τόσο τραγικό, με ταρακούνησε πολύ. Όταν ήμουν στον θάλαμο αρνητικής πίεσης, το μυαλό μου ταξίδευε. Σκεφτόμουν πώς είναι η ζωή στις φυλακές. Όταν αρνητικοποιήθηκα, συνειδητοποίησα τη σημασία της ελευθερίας. Τα μέτρα δεν είναι τίποτα αν σκεφτούμε τους ανθρώπους που νοσηλεύονται βαριά και όχι όπως εγώ. Δεν είναι κάτι, αν σκεφτούμε ότι πολλοί δεν είπαν ένα τελευταίο αντίο σε αγαπημένους τους ανθρώπους. Μέχρι και τώρα σκέφτομαι αυτούς τους ανθρώπους στις ΜΕΘ, τους γιατρούς και τους νοσηλευτές, που είναι με οικογένεια, παιδιά και προσωπική ζωή. Μακάρι να τελειώσει όλο αυτό που ζούμε και να επιστρέψουμε στο πριν. Στις ζωές μας…», καταλήγει.