Ας υποθέσουμε για 3 λεπτά ότι ο Στιβ Τζόμπς ήταν Ελληνας.
Οτι σε ηλικία 18 ετών έμπαινε με πανελλαδικές εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας. Δεν ξέρουμε αν θα ήταν μέλος της ΠΑΣΠ ή της ΔΑΠ, ξέρουμε όμως ότι με δυσκολία θα μπορούσε μέσα από καταλήψεις και γενικές συνελεύσεις να τελειώσει το πανεπιστήμιο, ακόμη κι αν δεν αναγκαζόταν να εγκαταλείψει τις σπουδές του για οικονομικούς λόγους.
Αν παρ' όλα αυτά είχε την αποφασιστικότητα να προσπαθήσει θα έφτιαχνε κατά πάσα πιθανότητα μια προσωπική εταιρεία. Οταν θα ξέμπλεκε με τη γραφειοκρατία, τα χιλιάδες παράβολα και τα δεκάδες χαρτιά, θα απευθυνόταν σε μια τράπεζα για να αποκτήσει τα κεφάλαια κίνησης που απαιτούνται ώστε να προχωρήσει. Αρχικά, θα του ζητούσαν να υποθηκεύσει κάποιο σπίτι, το οποίο προφανώς δεν θα είχε.
Αν με τα πολλά κατάφερνε να εξασφαλίσει ένα μικρό δάνειο θα ξεκινούσε το μαραθώνιο της επιβίωσης. Θα έπρεπε να βρει ένα τρόπο για να μπει στις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις λαδώνοντας τους σωστούς ανθρώπους, θα έπρεπε να ξεπεράσει τα χιλιάδες εμπόδια που θα του έβαζαν οι μεγάλοι του κλάδου. Θα έπρεπε να παρακαλέσει, να παλέψει με τα θηρία...
Το πιθανότερο είναι ότι στο τέλος θα λύγιζε και ή θα κατέληγε να συναρμολογεί υπολογιστές ή θα τα παρατούσε όλα αηδιασμένος για να κάνει κάποια άλλη δουλειά.
Υπάρχει όμως και ένα εναλλακτικό σενάριο. Στο πανεπιστήμιο, κάποιος διορατικός καθηγητής που μόλις είχε επιστρέψει από τις ΗΠΑ προκειμένου να διδάξει, αλλά ήδη σε σύντομο χρονικό διάστημα το είχε μετανιώσει, διαβλέπει τις ικανότητες και το ανήσυχο πνεύμα του Στιβ Τζομπς και τον στέλνει συστημένο στην Αμερική σε μια από τις μεγάλες εταιρείες πληροφορικής. Εκεί σίγουρα θα έβρισκε το δρόμο του. Και εμείς τώρα θα θρηνούσαμε την απώλεια του μεγάλου Ελληνα, με χιλιάδες αφιερώματα στα ΜΜΕ.
Γιατί τέτοιοι είμαστε. Θεωρούμε πως ο,τι δεν είναι ελληνικό έχει μικρή σημασία.