Να λοιπόν που ο λογοτεχνικός κόσμος της Αμερικής αναταράχτηκε εκ νέου από την παράξενη διαρροή σε διάφορα blogs ότι τρία ακυκλοφόρητα έργα ενός εκ των κορυφαίων συγγραφέων του εικοστού αιώνα, του μυστηριώδους Τζ. Ντ. Σάλιντζερ πρόκειται σύντομα να συμπυκνωθούν σε έναν τόμο, το πρώτο βιβλίο του περίφημου «φαντάσματος» από τις αρχές της δεκαετίας του εξήντα.
Μύθος ή αλήθεια; Κανείς δεν μπορεί να ξέρει. Εξάλλου όλη του η ζωή υπήρξε ένα ερωτηματικό ανάμεσα στον μύθο και στην αλήθεια.
Σε μια εποχή όπου όλα μοιάζουν μηχανικά, ακόμα και η Τέχνη, περιπτώσεις όπως ο Σάλιντζερ μας θυμίζουν πως η γοητεία που αποπνέει το απόμακρο είναι παντοτινή. Σήμερα τα βιβλία και οι ταινίες υπαγορεύουν μια οπτική βιομηχανοποίησης. Κάποτε άνοιγαν δρόμους εξέγερσης ενάντια στο κοινότοπο, ενάντια στην κουλτούρα του συμβιβασμού. Το ερώτημα που προκύπτει λοιπόν είναι πώς ένας άνθρωπος που δημοσίευσε ελάχιστα βιβλία, που έζησε σαν σκιά μέχρι τον θάνατό του πριν από πέντε χρόνια, που αποτέλεσε το αντικείμενο μελέτης τριών βιογραφιών και χιλιάδων κειμένων, εξακολουθεί να συγκινεί στην εποχή των αποχρώσεων του γκρι, της Lady Gaga και ενός ολόκληρου κόσμου που δεν έχει ιδέα ποιος ήταν ο φύλακας στη σίκαλη.
«Υπάρχουν σημαντικοί συγγραφείς, ασήμαντοι συγγραφείς, σπουδαίοι ή παραγνωρισμένοι. Εάν, όμως, θα θέλαμε να αποδώσουμε την έννοια του επαναστάτη σε έναν διανοούμενο του εικοστού αιώνα, αυτός δεν είναι άλλος από τον Τζ. Ντ. Σάλιντζερ». Η εύφημος μνεία ανήκει στον διάσημο μυθιστοριογράφο Νόρμαν Μέιλερ, που το 1972 φρόντισε μέσα από τις σελίδες του αμερικανικού «Esquire» να προσδώσει στον συγγραφέα του περίφημου «Φύλακα στη σίκαλη» την θέση του στον σύγχρονο κόσμο. «Ό,τι είναι ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ για την πολιτική και ο Μπομπ Ντίλαν με τον Τζον Λέννον για τη μουσική, είναι και ο Σάλιντζερ για την λογοτεχνία. Ένας ήρωας».
Η «επανάσταση» του Σάλιντζερ έμελλε να απλωθεί σε τέσσερα μόνο βιβλία, τα οποία γράφτηκαν από το 1950 έως το 1961. Ό,τι τα ακολούθησε δεν ήταν παρά μια βαριά σιωπή, που τον κατέστησε μύθο. Ο Μάρλον Μπράντο τον χαρακτήρισε «ήρωα της ποπ κουλτούρας», η Τζόαν Μπαέζ τον αποκάλεσε «φύλακα της παντοτινής αθωότητάς μας» και ο Πρόεδρος Ρήγκαν προσπάθησε τρεις φορές να τον βγάλει από το κρησφύγετό του για να του αποδώσει τις τιμές του Λευκού Οίκου. Μα ο Σάλιντζερ δεν έπεσε στη παγίδα της απομυθοποίησης: αρνούμενος πεισματικά κάθε επαφή με το «αντιηρωϊκό» πνεύμα της σόου μπιζ, αρνιόταν κάθε βράβευση, κάθε φωτογράφιση, ακόμα και κάθε νέα δημοσίευση. Ό,τι είχε να πει, το είπε. Η σημαία της επανάστασης δεν θέλει δεκανίκια. Σημασία έχει το έργο. Τα μηνύματά του. Οι προεκτάσεις του. Μέχρι λίγες μέρες πριν απ’ τον θάνατό του, υπήρχαν ακόμα άνθρωποι που έφταναν απ’ όλο τον κόσμο στο Νιου Χαμσάιρ προκειμένου ν’ ανηφορίσουν απλώς τον στενό χωμάτινο δρόμο στους λόφους του Κόρνις και να δουν από μακριά την πέτρινη αγροικία του ερημίτη συγγραφέα. Άλλοι ήταν πιο θαρραλέοι κι έφταναν μέχρι το κατώφλι του, έξω από τον ψηλό μεταλλικό φράχτη που κατασκευάστηκε το 1976, όταν τέσσερις ρεπόρτερ μέσα σ’ ένα καλοκαίρι είχαν καταφέρει να παραβιάσουν το εσωτερικό του σπιτιού. Όλα αυτά, μαζί και η μυθολογία γύρω από τον βίο του παράξενου ανθρώπου που είχε αποτραβηχτεί, έσβησαν λίγο πριν εκπνεύσει ο Γενάρης του 2010, με την είδηση ότι ο Τζ. Ντ. Σάλιντζερ, ο μυθικός συγγραφέας του «Φύλακα του Σίκαλη», πέθανε από φυσικά αίτια στα 91 του χρόνια. «Ο Σάλιντζερ είχε επισημάνει ότι ήταν σ’ αυτόν τον κόσμο αλλά όχι αυτού του κόσμου», σχολίασε τότε η οικογένειά του, κι αυτό μας συνοψίζει μια χαρακτηριστική εικόνα σχετικά με την εμβληματική αυτή μορφή της αμερικανικής λογοτεχνίας: την εικόνα ενός ανθρώπου που έγινε παγκοσμίως διάσημος χάρη σ’ ένα μόνο βιβλίο, που έπαψε να δημοσιεύει οτιδήποτε την στιγμή του κολοφώνα της δόξας του και που κατάφερε να μείνει στην αιωνιότητα ως ο προσηνής 32χρονος άντρας μίας και μοναδικής φωτογραφίας από το 1951 – της φωτογραφίας που συνόδεψε την έκδοση του «Φύλακα στη Σίκαλη».
Από την πρώτη ημέρα της κυκλοφορίας του το χρονικό ενηλικίωσης του περίφημου Χόλντεν Κόλφιλντ, έγινε το απόλυτο και διαχρονικό μπεστ σέλερ – έκτοτε πουλάει ετησίως 250.000 αντίτυπα – ενώ ο έφηβος πρωταγωνιστής του χαρακτηρίστηκε ο νέος Χοκ Φιν. Ο Σάλιντζερ έδειξε απ’ την πρώτη στιγμή σημάδια αποστροφής απέναντι στην επιτυχία. «Μου ’ρχεται να ξεράσω βλέποντας την φωτογραφία μου στο οπισθόφυλλο», είχε δηλώσει. Τελικά, η θυελλώδης δημοσιότητα αντί να τον ιντριγκάρει, τον καταρράκωσε οριστικά, με αποτέλεσμα ν’ αναζητήσει την άμυνά του στην απομόνωση: το 1953, σε ηλικία μόλις 34 ετών, εγκατέλειψε το Μανχάταν και αποσύρθηκε σ’ ένα κτήμα 90 εκταρίων στο Νιου Χαμσάιρ.
Κι έτσι, ο αινιγματικός Σάλιντζερ άρχισε να γράφει ιστορία με το να είναι διαρκώς απών, με το να μηνύει βιογράφους που ερευνούσαν τη ζωή του, με το να αρνείται πεισματικά τις προτάσεις για έναν κινηματογραφικό «Φύλακα στη Σίκαλη» [είπε όχι σε Καζάν, Σπίλμπεργκ και Τέρενς Μάλικ] και με το να μοιάζει ανήμπορος να ξεπεράσει την φιγούρα του διαχρονικού ήρωα του, του αξεπέραστου αμφισβητία Χόλντεν Κόλφιλντ. Η σιωπή και το σκοτάδι γιγάντωσαν την φιγούρα του, όπως έθρεψαν και τα σκάνδαλα γύρω απ’ την σκιά του. Η κόρη του Πέγκι, στο βιβλίο της «Dream Catcher», τον περιέγραψε σαν λοξό και αηδιαστικό. «Δεν ήταν ποτέ εύκολο να είσαι η κόρη ενός ήρωα», έγραψε. Ο συγγραφέας Πολ Αλεξάντερ, στο βιβλίο του «Salinger. A Biography», μίλησε ξεκάθαρα για το «κόλλημά» του με την εφηβική ηλικία, ιδιαιτερότητα η οποία έμελλε να σημαδέψει τόσο τον συναισθηματικό του κόσμο, όσο και την ερωτική [και ίσως την σεξουαλική] του ζωή. Και τέλος, ένα σωρό διαταραγμένοι εκεί έξω μετέτρεψαν τον «Φύλακα» σε βίβλο της διαταραχής τους, με τον Μαρκ Τσάπμαν να δεσπόζει στην λίστα, καθώς την στιγμή που θα σημάδευε τον Τζον Λένον με το ρεβόλβερ του τον Δεκέμβριο του 1980, στο άλλο χέρι θα κρατούσε σφιχτά το μυθιστόρημα του Σάλιντζερ. «Εδώ μέσα θα τα βρείτε όλα», θα δήλωνε λίγο αργότερα στους αστυνομικούς που του περνούσαν τις χειροπέδες. «Εδώ μέσα θα βρείτε τη φωνή όλων των ασήμαντων του κόσμου».
Το ερώτημα, φυσικά, με το οποίο ασχολούνται όλοι, είναι αν το αδημοσίευτο υλικό που όντως υφίσταται, θα βρει τελικά τον δρόμο προς το κοινό. Ήδη γνωρίζουμε από το βιβλίο της κόρης του ότι έγραφε συνεχώς και ότι της είχε δείξει ολοκληρωμένα χειρόγραφα. Και ήδη μάθαμε από τους «New York Times» ότι τουλάχιστον δύο έργα του βρίσκονται σε θυρίδα τραπέζης του Κόρνις. Αλλά όπως θα ’λεγε κι ο κατεργάρης Χόλντεν: «Δεν υπάρχει τίποτα πιο κάλπικο από έναν επαναστάτη που ξεπουλιέται». Ναι, μπορεί πολλά βιβλία να εκδοθούν μετά θάνατον. Μπορεί κάποια μέρα ο «Φύλακας» να γίνει και ταινία (ο Πολ Τόμας Άντερσον δήλωσε πρόσφατα ότι θα ήταν ένα όνειρο για τον ίδιο). Τουλάχιστον, ο δημιουργός του δεν ξεπουλήθηκε όσο ήταν εν ζωή. Η σίκαλη του Σάλιντζερ έχει περάσει στην ιστορία.