Μετά από 5 χρόνια κρίσης, τεράστιες θυσίες της κοινωνίας, αλλά και επιτυχίες, κυρίως στο δημοσιονομικό επίπεδο, η χώρα ετοιμάζεται να περάσει στη μετα-μνημονιακή εποχή.
Ήταν ένα ορόσημο γνωστό, προδιαγεγραμμένο. Εδώ και 2,5 χρόνια, αφότου υπογράφηκε το 2ο Μνημόνιο, ήταν γνωστό ότι η ημερομηνία λήξης του ήταν ο Δεκέμβριος του 2014.
Σε μια κανονική χώρα, το μεγάλο στοίχημα για το πολιτικό σύστημα θα έπρεπε να είναι πώς αυτό το πέρασμα θα γίνει με τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια, στη βάση ενός εθνικού σχεδιασμού, ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη εταίρων και αγορών και να διασφαλιστεί ότι οι θυσίες των πολιτών πιάνουν τόπο.
Εξαιρουμένου του ΚΚΕ που ανοικτά υποστηρίζει την έξοδο από την ΕΕ και των ακροδεξιών, όλα τα υπόλοιπα κόμματα του συνταγματικού τόξου, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δηλώνουν ότι είναι «αδιαπραγμάτευτη» η παραμονή της χώρας στο ευρώ, θα έπρεπε να αντιπαρατίθενται σκληρά για να πείσουν, με τις διαφορετικές θέσεις και ιεραρχήσεις τους, ότι είναι σε θέση να υπηρετήσουν καλύτερα τον εθνικό στόχο.
Σε μας τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά:
Από τις ευρωεκλογές και μετά η κυβέρνηση έκανε «στροφή» στο λαϊκισμό που αποτυπώθηκε και στον ανασχηματισμό κι έβαλε «φρένο» στην εφαρμογή του προγράμματος και στις μεταρρυθμίσεις. Αυτά συνδυάστηκαν με την «αποπομπή» Θεοχάρη από τη ΓΓ Δημοσίων Εσόδων -που εξελήφθη από τους «έξω» ως επιστροφή στις …παλιές καλές συνήθειες της πελατειακής συναλλαγής για τον έλεγχο και τη φορολόγηση του μεγάλου πλούτου-οι μονομερείς εξαγγελίες για φοροελαφρύνσεις, τα λάθη στο σχεδιασμό του ΕΝΦΙΑ, οι δικαστικές αποφάσεις για την αποκατάσταση των μισθών ενστόλων και δικαστικών. Το αποκορύφωμα αυτής της διαδρομής ήταν οι μονομερείς εξαγγελίες της κυβέρνησης για το «τέλος του προγράμματος» και την έξοδο του ΔΝΤ, με στόχο να αφαιρεθεί από το ΣΥΡΙΖΑ το βασικό του «χαρτί», της κατάργησης ή του σκισίματος του Μνημονίου...
Προεξοφλώντας (;) -όχι για πρώτη φορά- ότι οι «έξω» θα δείξουν και πάλι «ευελιξία και κατανόηση» και θα στηρίξουν πολιτικά την κυβέρνηση Σαμαρά, μπροστά στον κίνδυνο επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ, με τις εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου θέσεις που διατυπώνει.
Μια επιλογή εξαρχής καταδικασμένη αυτή τη φορά να αποτύχει. Γιατί αυτή τη φορά, ήταν δεδομένο ότι το πρόγραμμα τελείωνε, μαζί και η επιτήρηση με τη σημερινή της μορφή και οι δυνατότητες να παραπεμφθούν «δύσκολα θέματα» σε μια επόμενη(;) αξιολόγηση ήταν, αν όχι ανύπαρκτες πάντως πολύ περιορισμένες. Γιατί αυτή τη φορά, η Ελλάδα θα έπρεπε να εξασφαλίσει τη χρηματοδότησή της από τις Αγορές, με λογικά επιτόκια και άρα θα έπρεπε να έχει αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των αγορών στα δεδομένα της ελληνικής οικονομίας -όχι μόνο τα σημερινά αλλά και στη διατηρησιμότητα και τις προοπτικές τους, περιλαμβανομένου του πολιτικού ρίσκου.
Γιατί η λύση της προληπτικής πιστωτικής γραμμής –είτε είναι μόνο από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (ESM) είτε είναι και από το ΔΝΤ- θα πρέπει να λειτουργήσει πραγματικά ως «δίχτυ προστασίας» με περιορισμένες εξαρχής όσο γίνεται περισσότερο τις πιθανότητες να βρεθεί η χώρα στην ανάγκη να τις ενεργοποιήσει, ανεξάρτητα από το ποια κυβέρνηση είναι στην εξουσία! Γιατί μια τέτοια πιθανότητα εγκυμονεί κινδύνους και για τη χώρα αλλά και συνολικά για την ευρωζώνη που εξακολουθεί να βρίσκεται σε περιδίνηση-λόγω Γαλλίας και Ιταλίας και συνεχιζόμενης συνολικά μυωπικής πολιτικής από τους ισχυρούς της Ευρώπης.
Ναι, η Ευρώπη έχει κάνει μεγάλα λάθη-και στην ελληνική κρίση και στη διαχείριση της κρίσης της ευρωζώνης συνολικά.
Αλλά η Ευρώπη λειτουργεί μέσα σ ένα πλαίσιο κανόνων, που δεν είναι πάντοτε ούτε σωστοί ούτε αποτελεσματικοί. Αλλά το πλαίσιο αλλάζει μόνο μέσα από τη σύνθεση διαφορετικών απόψεων μέσα σ ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο συσχετισμό δυνάμεων–και όχι μέσα από την καταγγελία ή τη μονομέρεια. Η κυβέρνηση «πληρώνει» σήμερα ότι κινήθηκε μονομερώς-όχι για πρώτη φορά. Η αξιωματική αντιπολίτευση-που διατυμπανίζει ότι η παραμονή στην ευρωζώνη είναι αδιαπραγμάτευτη-εξαγγέλλει τα «υπερήφανα όχι» που θα θέσει και φαντασιώνεται ότι …θα χτυπάει τα νταούλια και θα χορεύουν οι Αγορές! Οι Αγορές που το 2007 «γονάτισαν» την Αμερική και την παγκόσμια οικονομία θα …ανακρούσουν πρύμναν λόγω του ΣΥΡΙΖΑ..
Από το 2010 και μετά, που η Ελλάδα μπήκε σε πρόγραμμα για να αποφύγει την άτακτη χρεοκοπία, η χώρα κινδύνεψε τουλάχιστον άλλες δυο φορές –το 2011 και το 2012-να βρεθεί εκτός ευρωζώνης. Σε όλες τις περιπτώσεις-και χωρίς να εξομοιώνονται καταστάσεις και πολύ περισσότερο κόμματα και πρόσωπα-οι κίνδυνοι γεννήθηκαν ή τροφοδοτήθηκαν από πολιτικές παθογένειες: κάθετη πόλωση, εθνικός διχασμός, λαϊκισμός, πολιτικαντισμός, πελατειακές ή συντεχνιακές λογικές, πλήρης ασυνεννοησία ακόμα και στα βασικά.
Αυτές οι λογικές ευθύνονται για τη χρεοκοπία του 2009, οι ίδιες λογικές παρέμειναν ανέγγιχτες σ όλη τη διάρκεια της κρίσης.
Όμως ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας «μάτωσε» τα προηγούμενα χρόνια για να κρατηθεί η Ελλάδα στο ευρώ. Από ιδεοληψία; Προφανώς όχι. Αλλά γιατί δεν υπάρχει καμία εναλλακτική επιλογή που να διασφαλίζει ασφάλεια και προοπτική για ένα καλύτερο μέλλον. Αυτό είναι που πρέπει σήμερα να διαφυλαχθεί. Και δεν διασφαλίζεται ούτε με τις «μισές αλήθειες» της κυβέρνησης ούτε με τα εξωπραγματικά που επαγγέλλεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι «φωνές της λογικής», απ όλο το πολιτικό φάσμα αλλά έξω από το αυτιστικό πλαίσιο της περιχαράκωσης, που θέλει μόνο να …αποθεώσει το κόμμα του και να δαιμονοποιήσει τον αντίπαλο, έχουν την υποχρέωση να μην αφήσουν τη χώρα να πέσει ξανά στα βράχια..