Η καθιερωμένη διακινδύνευση - iefimerida.gr
ΠΟΛΙΤΙΚΗ 

Η καθιερωμένη διακινδύνευση

του Γιώργου ΘεοτοκάΜπαίνοντας ήδη σε μία προεκλογική ή οιονεί προεκλογική περίοδο, ενόψει προεδρικής εκλογής, διατυπώνεται σε κάθε ευκαιρία από τους επικεφαλής των δύο κομμάτων της κυβέρνησης, αλλά και από τα στελέχη τους, η εκτίμηση ότι πρέπει να αποφευχθούν οι εκλογές, ότι η χώρα δεν πρέπει να διακινδυνεύσει το μέλλον της, να μπεί σε περιπέτειες ή να καταστρέψει όσα με τόσο κόπο έχτισε την τελευταία περίοδο. Πολιτικός λόγος δηλαδή που συνήθως χαρακτηρίζεται με τη φράση-κλισέ, κινδυνολογία.
Μπορεί όμως σε μία δημοκρατία και μάλιστα ευρωπαϊκής χώρας οι εκλογές να αποτελούν απειλή καταστροφής ή κατάρρευσης;

Επίκληση παρόμοιων κινδύνων έχει γίνει πολλές φορές από όλες τις κυβερνήσεις κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Ο Γεώργιος Ράλλης το 1981 ως πρωθυπουργός προέβλεπε συμφορές με την διαφαινόμενη άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1989 είχε ως επίκεντρο του προεκλογικού του λόγου την απειλή της επαναφοράς της «επάρατης» δεξιάς στην κυβέρνηση και πάει λέγοντας.

Βέβαια, οι τωρινές συνθήκες της χώρας και της οικονομίας είναι διαφορετικές και μη συγκρίσιμες με άλλες πρόσφατες περιόδους. Οι τεράστιες υποχρεώσεις που έχει αναλάβει και τα μεγάλα ανοικτά θέματα δεν αφήνουν περιθώρια για ακροβασίες και αυτοσχεδιασμούς. Είναι αναμενόμενο όμως, με βάση τα τωρινά δεδομένα, ότι και μετά τις επόμενες εκλογές, θα προκύψει συνεργατική κυβερνητική λύση, που αποτελεί ένα εχέγγυο αποφυγής μη συνετών, παράτολμων ή και ακραίων επιλογών.

Η απειλή ή διακινδύνευση της ακυβερνησίας ή της καταστροφής από μία εκλογική νίκη της αριστεράς προβάλλονταν και στις δύο εκλογές του 2012 και ασφαλώς θα διατυπωθεί ξανά, οποτεδήποτε γίνουν οι επόμενες εκλογές, ακόμη και στον απώτατο συνταγματικά προβλεπόμενο χρόνο, δηλαδή το καλοκαίρι του 2016. Εξάλλου, μέχρι και τότε είναι βέβαιο ότι θα είναι κρίσιμη η κατάσταση, ακόμη δεν θα έχει γίνει αισθητή η τυχόν ανάκαμψη και πάντως, τα χειροπιαστά αποτελέσματά της, ακόμη θα είναι ανοικτές και σε εξέλιξη όλες οι ειλημμένες υποχρεώσεις και δεσμεύσεις της χώρας. Και πως θα μπορούσε άραγε μέσα στον ενάμιση χρόνο που υπολείπεται μέχρι τον τελικό χρόνο εκλογών, να αλλάξει θεαματικά η εικόνα μιας χώρας που πλήττεται από ανεργία 28%, που στην προσπάθειά της να αποφύγει ένα νέο πακέττο δανεισμού («στήριξης»), φορολογεί ολοένα και περισσότερο τους πολίτες, αποστερώντας τους από κάθε αγοραστική δύναμη και στην οποία δεν λειτουργεί ουσιαστικά το τραπεζικό σύστημα. Τα δεδομένα και η λογική ανάλυσή τους, δείχνουν πως ακόμη και αν καταγραφούν στα επόμενα χρόνια θετικοί δείκτες ανάπτυξης, η επίπτωσή τους στην λεγόμενη πραγματική οικονομία θα είναι ελάχιστη ή ανεπαίσθητη και η δυσαρέσκεια προς τα κόμματα της κυβέρνησης που καταγράφηκε στις ευρωεκλογές και συνεχίζει να καταγράφεται σε όλες τις μετρήσεις, πιθανότατα θα εξακολουθήσει να υφίσταται, αν όχι να επιτείνεται.

Συνεπώς, το επιχείρημα της διακινδύνευσης από την εναλλαγή στην κυβερνητική εξουσία και το διακύβευμα που αυτή εμπεριέχει, θα εξακολουθεί να έχει πρόσφορο έδαφος για τα δύο κυβερνητικά κόμματα. Και πως θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Κάθε κυβέρνηση προβάλλει πάντα την ό,ποια εναλλακτική λύση ως κίνδυνο, ως ρίσκο, με στόχευση τη δημιουργία φόβου και ανασφάλειας στο εκλογικό σώμα.

Θεμιτή, παραδοσιακή και καθιερωμένη πρακτική και αποδεκτή ως μέρος του πολιτικού παιχνιδιού. Αρκεί όμως να μην φθάνει σε υπερβολή, γιατί τότε θα μπορούσε να εκληφθεί και ως ύβρις προς το πολίτευμα που θεμελιώδες στοιχείο του έχει τη λαϊκή κυριαρχία και την εναλλαγή των κομμάτων στην κυβερνητική εξουσία. Εξάλλου, κανείς δεν είναι εξ ορισμού (ή εξ αποτελέσματος) απολύτως επαρκής, για να μπορεί να θεωρείται ή να αποτιμάται η παραμονή του στην εξουσία ως η μόνη λύση ή αντίστοιχα, εκ των προτέρων ανεπαρκής, για να εκτιμάται η εκλογική του επικράτηση ως καταστροφή. Και αυτό δεν έχει να κάνει με το αν οι εκλογές θα είναι πρόωρες ή στον προβλεπόμενο χρόνο τους (πράγμα σπάνιο για την Ελλάδα). Διότι είναι προφανές ότι τα ίδια επιχειρήματα περί διακινδύνευσης θα εξακολουθούν να είναι «επίκαιρα» και ασφαλώς θα προβληθούν και αν τυχόν έχουμε εκλογές στη λήξη της τετραετίας. Οπότε, ανεξάρτητα από τη βασιμότητα ή μη του επικαλούμενου κινδύνου, τι πρέπει να γίνει άραγε; Οταν τα πράγματα πιστεύουμε ότι είναι ή είναι, πράγματι, δύσκολα, να αναβάλλουμε τις εκλογές; Ή μήπως να τις καταργήσουμε;

Επειδή λοιπόν εκλογές θα γίνουν αναπόφευκτα είτε σε λίγους μήνες είτε το αργότερο το 2016 και ο χρόνος διεξαγωγής τους δεν φαίνεται να μπορεί να αλλάξει θεαματικά τα δεδομένα προς όφελος της κυβέρνησης, ας μην αποκλείουμε καθόλου το ενδεχόμενο, όσο αφήνονται για αργότερα, να τα αλλάξει προς το χειρότερο, ακόμη και με μία απρόσμενη αυτοδυναμία ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που τώρα φαίνεται απίθανο.

Εκτός και αν η συγκυβέρνηση λειτουργεί στη λογική απλά και μόνο της παράτασης της παραμονής της στην εξουσία, μη συνδέοντάς την με προσδοκίες επανεκλογής. Τότε όμως, λογικό θα ήταν να αξιοποιήσει τον χρόνο που απομένει, υλοποιώντας το πρόγραμμά της και ολοκληρώνοντας τις αλλαγές για τις οποίες έχει δεσμευτεί, απεγκλωβιζόμενη από τη λογική του πολιτικού κόστους και από παλαιοκομματικές πρακτικές, πράγμα που δεν συμβαίνει.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ Γιώργος Θεοτοκάς
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ