Του Θάνου Οικονομόπουλου
«Εδώ ειν' ο παράδεισος, κι' η κόλαση είναι εδώ...». Που πάει να πει πως η έξοδος της Ελλάδας στις αγορές, δεν είναι ούτε για τα κυβερνητικά «ωσαννά», αλλά ούτε για τα «ωιμέ» της αντιπολίτευσης. Και προκαλούν την κοινωνία και οι δυό πλευρές με το να εκμεταλλεύονται καιροσκοπικά και προς δημιουργία μικροπολιτικών επικοινωνιακών εντυπώσεων τις όποιες εξελίξεις. Εντάξει, εκλογές έρχονται, αλλά και ο κόσμος έχει μυαλό...
Η «εμπιστοσύνη» (εκ του ασφαλούς: ξέρουν πως η Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα εγγυάται την αγορά ελληνικών ομολόγων...) των αγορών στην Ελλάδα, έχει αναμφισβήτητα δυνάμει θετικά αποτελέσματα, ιδίως αν συνεκτιμήσει κανείς την μέχρι πρόσφατα αναξιοπιστία της χώρας μας και τους παγκόσμιους φόβους εξόδου μας από την ευρωζώνη. Ξεφεύγουμε από αυτά. Μεσομακροπρόθεσμα, θα συμβάλλει στην αποκλιμάκωση των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων και θα διευκολύνει την πρόσβαση ελληνικών επιχειρήσεων στις ξένες τράπεζες για δανεισμό, με δεδομένη την έλλειψη ρευστότητας στο εσωτερικό. Ήταν ένα μικρό, και από πλευράς τεχνοκρατικών διαδικασιών των αγορών απαραίτητο, «πρώτο βήμα» μιας μακράς και κρίσιμης πορείας σταδιακής επανόδου στην «κανονικότητα».
Συνεκτιμώντας αυτά, η επιβάρυνση λόγω μεγαλύτερου επιτοκίου από αυτό που μας εξασφαλίζουν τα μνημόνια και με δεδομένο το σχετικά χαμηλό ύψος του δανεισμού, το τελικό κόστος είναι περίπου αμελητέο. Ιδίως αν συνυπολογίσει κανείς ότι το πλέον πιθανόν είναι ότι μετά τις ευρωεκλογές, οι δανειστές εταίροι μας θα συμφωνήσουν σε μια «επαναδιαπραγμάτευση» του χρέους μας, όχι «κούρεμα», αλλά χρονική επιμήκυνση εξόφλησής του (άρα μικρότερο ετήσιο κόστος χρεολυσίων) και πιθανή μικρή μείωση των επιτοκίων.
Είχε (και) προεκλογική λογική αυτή ή έξοδος-την οποία ας θυμηθούμε μέχρι προχθές ο κ. Στουρνάρας μετέθετε για αρκετά αργότερα; Αναμφίβολα ναι. Και για την Ελλάδα, αλλά και για την Γερμανία (διόλου τυχαίο που συνέπεσε με την επίσκεψη Μέρκελ, η οποία και... «πανηγύρισε» την «εμπιστοσύνη» των αγορών) που θέλει να καθησυχάσει τους Γερμανούς ψηφοφόρους πώς δεν πρόκειται να ξαναπληρώσουν τους «κακούς» Έλληνες. Και για την συγκυβέρνηση, προσφέρει την ελπίδα θετικών εντυπώσεων, ιδίως μετά την «Μπαλτακιάδα», και αντιστροφής ή έστω ανάσχεσης της δημοσκοπικής πτώσης υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό ακριβώς θα έπρεπε να σημειώσει και να στηλιτεύσει η αξιωματική αντιπολίτευση, αντί να καταφύγει στην ακατάσχετη καταστροφολογία λόγω εξόδου στις αγορές (πού κάποια στιγμή έπρεπε να γίνει και οι οικονομολόγοι της το γνωρίζουν...)και να φθάσει μέχρι του κωμικού σημείου να καταγγείλει την κυβέρνηση ότι επέλεξε τις «ακριβές» αγορές ενώ τα επιτόκια των μνημονίων (τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλει!) είναι χαμηλότερα και άρα συμφερότερα! Aς διαλέξει, επιτέλους, τι προτείνει... Κι' ας σταματήσει αυτόν τον στείρο, άγονο και μίζερο αρνητισμό της. Δεν μπορεί ΟΛΑ να γίνονται λάθος- όπως ούτε ΟΛΑ τέλεια δεν γίνονται από την κυβέρνηση.
Καμιά πλευρά δεν προσεγγίζει την πραγματικότητα με ειλικρίνεια, ψυχραιμία και ρεαλισμό. Κάθε κίνηση και εξέλιξη, ακόμη και η αυτονόητα αναμενόμενη, πρέπει ντε και καλά να έχει «θετικό» η «αρνητικό» πρόσημο, ανάλογα με τις ανόητες μικροκομματικές επιδιώξεις κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Και νομίζουν πώς αυτή την παθογένεια δεν την αντιλαμβάνεται και δεν την αξιολογεί ανάλογα η κοινωνία, ειδικά σήμερα που έπαθε κι' έμαθε; Το αποκομμένοι από την πραγματικότητα είναι;
Θα χρωστάμε για πολλά και δύσκολα χρόνια. Για να μπορούμε ν' αποπληρώνουμε τα δάνειά μας και ταυτόχρονα ν' αναστηλώσουμε (σε στέρεα αυτή την φορά πόδια, όχι «ανάπτυξη μέσω κατανάλωσης με δανεικά»...) την οικονομία και τον παραγωγικό μας ιστό, οφείλουμε επιτέλους ως έθνος να ομονοήσουμε (πολίτες, κόμματα, παραγωγικές δυνάμεις του κεφαλαίου και της εργασίας) και να καταρτίσουμε ένα εθνικό παραγωγικό-αναπτυξιακό σχέδιο, το οποίο θα επιδιώξουμε να υλοποιήσουμε μεθοδικά και προσεκτικά, με θυσίες και δουλειά. Σχέδιο με ΕΘΝΙΚΕΣ, όχι μόνο επιβαλλόμενες γερμανοευρωπαϊκές, προτεραιότητες, που θα βασίζονται στα ελληνικά συγκριτικά πλεονεκτήματα (και υπάρχουν: τουρισμός, χημική και φαρμακευτική βιομηχανία, αναβαθμισμένη και ανταγωνιστική αγροτική παραγωγή κ.λ.π.) που μπορούμε να εκμεταλλευθούμε, αν σοβαρευτούμε και γίνουμε πειθαρχημένοι και μεθοδικοί.
Βασική προϋπόθεση: Να ξεχάσουμε ως πολίτες (και τα κόμματα να πάψουν να το υπόσχονται λόγω... «πελατειακής» κεκτημένης!) το προ κρίσης «ανέμελο» και καταστροφικό μοντέλο. Οι «καλές μέρες» της δανειακής ευμάρειας, του υπερκαταναλωτισμού (πού αλλοίωσε και τον ατομικό και κοινωνικό μας χαρακτήρα...)και των ατέλειωτων παροχών, πέρασαν ανεπιστρεπτί. Όσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσουμε και προσαρμοσθούμε ανάλογα, κι' όσο πιο υπεύθυνα κόμματα και πολιτικοί αναλάβουν το βάρος των ταγών, τόσο πιο ανώδυνα και σύντομα θ' αρχίσουμε την ανάκαμψη...