Πέντε ελληνικά μυθιστορήματα για το καλοκαίρι προτείνει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, διαβάζοντας και υπενθυμίζοντας βιβλία τα οποία κυκλοφόρησαν από τους τελευταίους μήνες του 2020 μέχρι και πολύ πρόσφατα.
Διαφορετικοί σε ηλικία συγγραφείς έρχονται να καλύψουν ένα σύνολο επίσης πολύ διαφορετικών μεταξύ τους θεμάτων, χρησιμοποιώντας ο καθένας το δικό του ύφος και τη δική του τεχνική.
Στη Λατινική Αμερική και σε μιαν άλλη πραγματικότητα θα μας μεταφέρει ο Μιχάλης Μοδινός με την «Παραγουάη» (εκδόσεις Καστανιώτη). Με το ένα μέρος της αφήγησης να ταξιδεύει στον 18ο αιώνα και το άλλο να πατά στην εποχή μας, το βιβλίο αφήνει πίσω του την Ελλάδα, όπως και οι δύο κεντρικοί του ήρωες, ένας πρόγονος κι ένας επίγονος. Η Παραγουάη και η Λατινική Αμερική μεταμορφώνονται στις σελίδες του σε μια γη της επαγγελίας, σε μια γωνιά της γης όπου είναι δυνατόν να ανακαλύψει κανείς και πάλι τον εαυτό του ή μάλλον να τον επινοήσει και να τον ορίσει από την αρχή. Όταν η ουτοπία δεν χάνει τη δύναμη παρακίνησης και τη βαθιά της ανάσα.
Με τους «Άντρες χωρίς άντρες» (εκδόσεις Πατάκη) ο Νίκος Δαββέτας ξετυλίγει μιαν ιστορία συνάντησης του παρελθόντος με το παρόν. Φίλοι και γεννημένοι κατά τη δεκαετία του 1960, οι δυο γιοι του βιβλίου καλούνται όταν είναι πια μεσόκοποι να αναμετρηθούν με τα φαντάσματα των πατεράδων τους, που αν και σπεύδουν να καταλάβουν τα δύο αντιθετικά όρια του πολιτικού φάσματος (ακροδεξιός και παρακρατικός ο ένας, αριστερός και μονίμως κυνηγημένος ο άλλος) συγκλίνουν σταθερά ως προς την καθημερινότητά τους: η ομοφυλοφιλία του ακροδεξιού πατέρα και το εξ αυτής οικογενειακό κενό από τη μια πλευρά και η σπασμένη αλυσίδα στην επαφή του αριστερού μπαμπά με τη σύζυγό του από την άλλη, δυναμιτίζουν τα θεμέλια των σχέσεων αμφοτέρων με τους κατιόντες, μετατρέποντας τα παιδικά τους βιώματα σε τραύμα το οποίο κλυδωνίζει συθέμελα την ατομική τους ύπαρξη.
Στις περιπέτειες της κρυογονικής εμπλέκονται οι τρεις ήρωες του «Μεγάλου Σκύλου» (Νεφέλη) της Βίκυς Τσελεπίδου. Από τη μια πλευρά, παρακολουθούμε τον κύριο και την κυρία Τζόουνς, που ζουν στο Λονδίνο και αποφασίζουν να υπομείνουν τα τρομακτικά έξοδα τα οποία απαιτεί η μεταθανάτια συντήρησή τους προκειμένου να επανέλθουν, όταν θα το επιτρέψει η επιστημονική πρόοδος, σε μια ζωή απαλλαγμένη από τον πόνο και την αρρώστια. Από την άλλη, είναι ένα δεκαπεντάχρονο κορίτσι, η Μάριον Γουάιτ, που ξυπνά μετά από παρατεταμένη κατάψυξη σ’ ένα μυστηριώδες κτίριο, προσπαθώντας επί ματαίω να αποκτήσει επαφή με τις υπηρεσίες του. Το μήνυμα των δύο ιστοριών εκβάλλει στην ίδια κοίτη: πριν ή μετά τον θάνατο, ο Μεγάλος Σκύλος, που βρίσκεται στο νότιο ημισφαίριο του ουράνιου στερεώματος, δεν περιλαμβάνει μόνο τον λαμπρό Σείριο, αλλά και έναν συνοδό λευκό νάνο, το φάντασμα ενός νεκρού αστεριού. Ό, τι κι αν συμβεί, ακόμα και αν εντέλει τον αποφύγουμε, ο θάνατος δεν θα πάψει να μας καταδιώκει.
«Ο Δον υπαστυνόμος. Ένα σουρεαλιστικό αστυνομικό μυθιστόρημα» (Αντίποδες) τιτλοφορείται το βιβλίο του Δημήτρη Καρακίτσου. Και, ναι, στο ανά χείρας μυθιστόρημα υπάρχει φόνος (και μάλιστα διπλός), υπάρχουν θύτες και θύματα, όπως και δαιμόνιοι αστυνομικοί οι οποίοι ψάχνουν τους δράστες (όλα αυτά στην Ισπανία της δεκαετίας του 1940), αλλά μέχρι εδώ. Διότι κατά τα άλλα, η πλοκή είναι σκοπίμως παρανοειδής, μπαίνοντας για τα καλά στην κωμωδία (και δη τη μαύρη κωμωδία), παρακάμπτοντας την επαγωγική λογική των αστυνομικών μυθιστορημάτων και όντας πρόθυμη να τινάξει στον αέρα το σύμπαν. Πώς; Μα, πιάνοντας στο παρδαλό της δίχτυ ζώα και πουλιά, χαρτοπαίκτες και ξυλοπόδαρους, μηχανικά μέντιουμ και επισπεύδουσες άμαξες ή δόλιους ιερείς και αμετανόητους υπνοβάτες. Εκείνο που κυριαρχεί στη δουλειά του Καρακίτσου δεν είναι τα ζητούμενα μιας αστυνομικής ιστορίας, αλλά το όντως υπερρεαλιστικό πανηγύρι της υπερπραγματικότητας, του ονείρου και της λογοτεχνικής (και όχι μόνο) αλχημείας.
«Στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Μια παλιά ιστορία» (εκδόσεις Πατάκη) είναι ο τίτλος του μυθιστορήματος της Έλενας Χουζούρη για την τρομοκρατία. Πρωταγωνιστικό ρόλο στη δράση του βιβλίου, που ξεδιπλώνεται τον Οκτώβριο του 1989, λίγο μετά τον σχηματισμό της κυβέρνησης Τζαννετάκη, αναλαμβάνουν ο νεαρός αντιεξουσιαστής Άτακτος, ο μεγαλύτερος σε ηλικία αδελφός του και ο δημοσιογράφος Δημήτρης Κ. Ο δημοσιογράφος, με το παραιτημένο, άτονο, γκρίζο και μονίμως ηττοπαθές στιλ του, θα αποτελέσει τη μοναδική επαφή του Άτακτου με τον πραγματικό κόσμο, τη μοναδική σανίδα επιβίωσής του στη σκοτεινή μεριά του φεγγαριού, η οποία πλημμυρίζοντας με τη μουσική των Pink Floyd θα αποκαλύψει τον πολιτικό, αλλά και τον υπαρξιακό πυρήνα του μυθιστορήματος. Η Χουζούρη δουλεύει προσεκτικά τους ρόλους τους οποίους θα υποδυθούν οι δύο συμπρωταγωνιστές: ο πολιτικά αμετανόητος και ταυτοχρόνως ολοκληρωτικά συντετριμμένος αδελφός και ο ψυχικά ποικιλοτρόπως υπονομευμένος δημοσιογράφος.