Όταν οι χώρες διαφωνούν, κάποιοι μικροί πάντα την πληρώνουν. Ένα δημοσίευμα έχει κάνει το γύρο του κόσμου και ανήκει στα πιο προβεβλημένα του BBC το οποίο αφορά στην οινοπαραγωγή ενός Σκοπιανού παραγωγού, ο οποίος φημίζεται για τα αμπέλια του όχι μόνο στην περιοχή αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Σε ένα χωριό με το όνομα Skovin, που βρίσκεται δίπλα στα Σκόπια ένας τίμιος, εργατικός και αφοσιωμένος οινοπαραγωγός κρατά στα βαρέλια του 17 εκατ. λίτρα εξαιρετικού κόκκινου και λευκού κρασιού με τελικό αποδέκτη τη… Γερμανία. Μόνος σε μια απομακρυσμένη χώρα, με καμία ταμπέλα μεγάλου οίκου από πίσω του, αυτός ο οινοπαραγωγός κατόρθωσε και βρήκε μία από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές αγορές για να εξάγει το κρασί του. Οι Γερμανοί ενθουσιασμένοι από την ποιότητα, την οξύτητα, το άρωμα και την πρώτη ύλη αγόρασαν όλη την παραγωγή από τον Σκοπιανό με brand name «Μακεδονικό κρασί».
Και εκεί άρχισαν τα δύσκολα. Η Ελλάδα μποϋκόταρε την εξαγωγή της παραγωγής και ζήτησε από τη Γερμανία να μην αγοράζει προϊόντα που χρησιμοποιούν χωρίς επίσημη απόφαση εθνικά και τοπικά ονόματα που ανήκουν ή διεκδικούν άλλες αναγνωρισμένες εθνικά χώρες, όπως είναι στην προκειμένη περίπτωση η ευρωπαϊκή Ελλάδα.Ο Σκοπιανός, λοιπόν, βλέπει τα εξαγωγικά όνειρά του να εξανεμίζονται, μέχρι να βρουν μια λύση οι δύο αυτές χώρες που δεν καταλήγουν σε ονομασία για πάνω από 20 χρόνια.
Φυσικά, σε αυτήν τη διαμάχη δεν παίρνω θέση, παρ’ όλο που είμαι Ελληνίδα. Απλώς θέλω να καταγράψω τον κυκεώνα της διπλωματικής γραφειοκρατείας και τους ομήρους–απλούς πολίτες που κρατιούνται σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν οι «κεφαλές» αδυνατούν να δώσουν λύση. Δεν θεωρώ ότι ο συγκεκριμένος οινοπαραγωγός διέπραξε κανένα έγκλημα επιθυμώντας να πουλήσει το κρασί του ως μακεδονικό. Το έγκλημα διαπράττουν όλοι αυτοί οι πολιτικοί που μπολιάζουν την εθνική συνείδηση των πολιτών τους με ονόματα και ιστορίες οι οποίες ανήκουν στις μελανές και αμφίσημες σελίδες της ιστορίας. Όπως θεωρώ ότι σε μεγάλο βαθμό την ευθύνη την έχει και η Ελλάδα, η πιο αναπτυγμένη εκ των δύο, η οποία εγκατέλειψε το θέμα δεκαετίες και γιγάντωσε μια ιδέα σε ένα μικρό κράτος που ψάχνει από κάπου να πιαστεί για να εδραιωθεί στην ιστορία των ηρώων.
Σημείωση τελευταία, πλην σημαντικότατη. Την εποχή της κρίσης το παράδειγμα του μικρού οινοπαραγωγού πρέπει να αποτελέσει εξαγωγικό παράδειγμα και για τους Έλληνες μικροπαραγωγούς. Να δώσουν σημασία στη λεπτομέρεια, να επενδύσουν στην παραγωγή τους, να στραφούν στις ξένες αγορές και να διαφημίσουν το πραγματικό καλό προϊόν τους. Μόνον έτσι ίσως πάρει μια μικρή ανάσα η ελληνική οικονομία. Και όσον αφορά στα ονόματα, επειδή αυτά δίνουν το στίγμα της καταγωγής, η Ελλάδα πρέπει να ξαναεπενδύσει στο brand της γιατί το «μακεδονικό» μπορεί να πουλά στους Γερμανούς ως σκοπιανό, είναι όμως αμφίβολο εάν πουλούσε ως ελληνικό.