Σε πρόσφατη συνέντευξη του στους Financial Times ο Lorenzo Bini Smaghiαπό τους κορυφαίους του ΔΣ της ΕΚΤ ξεκαθάρισε τη θέση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στο ελληνικό ζήτημα.
Ειδικότερα εδώ και αρκετό καιρό μια σειρά από Ευρωπαίους πολιτικούς, υποστηρίζουν τη λύση της ήπιας αναδιάρθρωση ή reprofiling. Με αυτόν τον όρο εννοούν την επέκταση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων χωρίς μείωση του αρχικού κεφαλαίου και του επιτοκίου. Η βασική αιτία για την πρόταση της συγκεκριμένης λύσης έναντι διαφορετικών επιλογών όπως το "κούρεμα" είναι ότι με αυτόν τον τρόπο οι τράπεζες που κρατούν ελληνικό χρέος δεν καταγράφουν τη ζημιά στα λογιστικά βιβλία τους. Ο Bini Smaghi υποστήριξε ότι η ήπια αναδιάρθρωση είναι αδύνατη. Χρησιμοποίησε μάλιστα το εξής παράδειγμα.
Ας υποθέσουμε ότι ένα ελληνικό ομόλογο λήγει σε έξι μήνες. Η αξία του στην αγορά είναι 90 % της αρχικής, δηλαδή έχει 10 % επιτόκιο. Ας υποθέσουμε επίσης ότι η Ελληνική κυβέρνηση ζητά από τον κάτοχο του ομολόγου να περιμένει όχι έξι μήνες, αλλά δέκα χρόνια για να πάρει πίσω το αρχικό κεφάλαιο. Τίθεται το ερώτημα γιατί ο κάτοχος του ομολόγου να το κάνει αυτό. Ένας ορθολογικός ομολογιούχος κατά πάσα πιθανότητα θα αρνιόταν μια τέτοια προσφορά. Άρα η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να τον εξαναγκάσει. Ας πούμε δίνοντας την επιλογή μεταξύ α) της επέκτασης του χρόνου αποπληρωμής και β) ενός "κουρέματος" κατά 50 % της αξίας του ομολόγου. Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί εθελοντική αναδιάρθρωση, δεν γίνεται με κοινή συναίνεση. Συνεπώς τα CDS θα ενεργοποιηθούν και το γεγονός θα καταγραφεί σαν χρεοκοπία. Για αυτόν το λόγο η ΕΚΤ δεν θα δέχεται σαν εγγύηση τα ελληνικά ομόλογα και συνεπώς η χρεοκοπία θα συνδυαστεί με την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος. Τόσο απλά.
Η δεύτερη επιλογή που προτείνεται από οικονομολόγους όπως ο Nouriel Roubini και ο Thomas Mayer της Deutsche Bank, είναι αυτή των ομολόγων τύπου Brady. Αυτή η λύση είναι αρκετά πιο σύνθετη καθώς περιλαμβάνει μεταβολές τόσο στο χρόνο αποπληρωμής, όσο και στο αρχικό κεφάλαιο και το επιτόκιο. Στην ίδια συνέντευξη ο Bini Smaghi αναφέρει τρεις λόγους για τους οποίους ούτε η επιλογή των ομολόγων τύπου Brady είναι δυνατή.
Πρώτον, η λύση αυτή προϋποθέτει εποπτική ανοχή και μια σειρά από θεσμικές παρατυπίες έτσι ώστε να λειτουργήσει. Συγκεκριμένα σκοπός αυτής της λύσης είναι, όπως και στην περίπτωση της ήπιας αναδιάρθρωσης, είναι να μην καταγραφεί η ζημιά. Πράγμα που μπορεί να ήταν δυνατόν κατά τη δεκαετία του 1980, όχι όμως και σήμερα.
Δεύτερον, η Λατινοαμερικάνικη κρίση της δεκαετίας του 1980 στην οποία έδωσε λύση ο Brady, ήταν κρίση ξένου χρέους. Οι Λατινοαμερικάνικες χώρες είχαν χρέος προς τις ΗΠΑ. Αντίθετα στην Ελλάδα η κρίση δεν είναι μόνον κρίση ξένου, αλλά και εσωτερικού χρέους, καθώς οι Ελληνικές τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία έχουν στα χέρια τους μεγάλο τμήμα του χρέους. Αν το κράτους χρεοκοπήσει τότε το τραπεζικό σύστημα και το σύστημα ασφάλισης θα καταρρεύσουν μαζί του.
Τρίτον, στη Λατινική Αμερική οι κυβερνήσεις μετά τη χρεοκοπία είχαν την δυνατότητα να τυπώσουν χρήμα. Το έκαναν αυτό και δημιούργησαν πληθωρισμό. Έτσι τελικά βγήκαν από την κρίση μέσω των μηχανισμών του πληθωρισμού και της υποτίμησης. Αντίθετα στην περίπτωση της Ελλάδας δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα καθώς η χώρα είναι μέλος του Ευρώ.
Συνεπώς η μόνη εναλλακτική που αποδέχεται η ΕΚΤ είναι η συνέχιση του υπάρχοντος προγράμματος. Ειδικότερα ο Bini Smaghi βάζει επιτακτικά το ζήτημα της εκποίησης δημόσιας περιουσίας για την αποπληρωμής του χρέους τονίζοντας ότι η λύση είναι στα χέρια της Αθήνας και πουθενά αλλού.