Με τα μάτια στο φανάρι της τροχαίας, περιμένοντας το «πράσινο», το βλέμμα ξεστράτισε στην κολόνα της ΔΕΗ στο διάζωμα. Κι' ανακάλυψε πάνω της ένα πλαίσιο με λαμπιόνια, σε σχήμα γκι, που πλαισίωναν μια καμπάνα από «νέον». «Ερχονται Χριστούγεννα», σκέφθηκα, «αρχίζουν οι προετοιμασίες για το γιορτινό στόλισμα της πόλης...»
Ποιο στόλισμα, για να φτιάξει η διάθεση (παλιότερα δεν φτιάχναμε διάθεση, προβάλλαμε με τα στολίδια την διάθεσή μας...) καθημαγμένων, καταθλιπτικών ανθρώπων-σκιά του αλλοτινού εαυτού τους; Φώτα για να φωτίσεις ποια σκοτεινή πόλη, που όσο κι' αν την καταυγάσεις δύσκολα θα προσελκύσεις ματιές που να θέλουν να εστιάσουν πάνω της; Γιατί οι πόλεις δεν είναι τα κτίρια, οι λεωφόροι, το σκηνικό της, αλλά το πλήθος που τις περιδιαβαίνει, τους δίνει υπόσταση, ζωή, νόημα και περιεχόμενο. Τα πρόσωπα των ανθρώπων τους, τα όνειρα, οι προσδοκίες που κρύβονται πίσω από τα πρόσωπα, η πρόδηλη τάση τους να ενδώσουν στην κοινωνικότητα, την συμμετοχή, να διατρανώσουν ο καθένας με τον τρόπο του την συμμετοχή τους σε κάτι κοινό που τούς ενώνει, τους ενθαρρύνει να πιστέψουν πώς «αύριο, θα' ναι μια άλλη, καλύτερη μέρα..», ακόμη κι' αν η σημερινή τους στάθηκε δύσκολη και προβληματική...
Στις σημερινές συνθήκες, η απόπειρα να στηθεί «γιορτινό σκηνικό» (έστω λιγότερο λαμπερό, πλούσιο, υπερβολικό, όπως κάποτε...) φαντάζει για τους περισσότερους περιττή, σχεδόν ύβρις, στην μουντή, προβληματική, δυσβάστακτη καθημερινότητα ενός ολόκληρου κόσμου. Που αναγκάζεται να βιώνει, ως πρωταγωνιστής σ' ένα κακογραμμένο σήριαλ, που κανείς δεν ξέρει πώς τελειώνει, την δραματική αγωνία της εκάστοτε «δόσης», χωρίς καν την ελπίδα πως αυτή θα συμβάλλει επιτέλους κάπως ώστε η... επόμενη, να μην εξαρτάται από δραματικές περικοπές του επιπέδου διαβίωσής του -επιβίωσης, για ν' ακριβολογούμε. Που θα οδηγήσει σε μια άλλη προοπτική,όχι να γυρίσουμε στις «παλιές, καλές μέρες...», αλλά για να μας επιτρέψει την αισιοδοξία πώς «οι χειρότερες, δεν είναι μπροστά μας...».
Αλλά, ακριβώς επειδή τέτοια είναι η διάχυτη συλλογική αντίδραση, αυτό το στόλισμα, η προσπάθεια να φτιάξουμε την εσωτερική μας διάθεση έστω κρεμώντας Αηβασίληδες και λαμπιόνια σε κολώνες και γιρλάντες, είναι περισσότερο χρήσιμη, επιβεβλημένη, ζωογόνα από κάθε προηγούμενη φορά. Να πιαστούμε απ' όπου μπορούμε, ώστε να μην καταβυθιστούμε στην άβυσσο της απαισιοδοξίας που αγγίζει πια τα όρια της ανεξέλεγκτης απελπισίας, της γενικευμένης εθνικής κατάθλιψης, της άρνησης και αποστροφής και στην πιο στοιχειώδη αναγνώριση και αποδοχή πως δεν χάθηκαν όλα, έχει ο καιρός και η ζωή γυρίσματα...
Με φτιασίδια; Ναι, και με φτιασίδια, αν με δαύτα κατορθώσουμε να φτιάξουμε πρώτα απ' όλα την εσωτερική μας διάθεση, μονοδρομική προϋπόθεση για να σταθούμε ικανοί κατ' αρχήν ν' αντέξουμε και ύστερα ν' ανασυγκροτηθούμε και να προσπαθήσουμε να βρούμε το πώς θα χτίσουμε το μέλλον μας σε θεμέλια πιο στέρεα, πιο ρεαλιστικά απ' όσο στις μέρες της εθνικής αυταπάτης και επίπλαστης ανεμελιάς. Ότι βοηθάει, όπως βοηθάει, τον καθένα μας χωριστά κι' όλους μαζί ως συλλογικό υποκείμενο.
Θυμάμαι τον πατέρα και την μάνα μου, στην δύσκολη, πάμφτωχη, εξαιρετικά στενόχωρη δεκαετία του 5Ο, να στολίζουν το λιτό, σχεδόν απογοητευτικό, γιορτινό τραπέζι με λουλούδια και φτηνά κεριά, με τρία πιρούνια και τρία μαχαίρια δεξά-ζερβά από το πιάτο (λες και θα σερβιρίζονταν κι' άλλα, εκτός του βασικού μοναδικού...) «γιατί έτσι στρώνονται τα καλά τραπέζια...», για να γιορτάσουμε το ότι είμαστε καλά και υγιείς, για να υποδεχθούμε τον νέο χρόνο «πού, θα το δείτε, θα είναι καλύτερος από αυτόν πού φεύγει...»! Και πάντα, μ' ένα χαμόγελο-αγκαλιά αισιοδοξίας, μια άρρητη διαβεβαίωση πώς όσο είμαστε ενωμένοι κι' αγαπημένοι, με αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση, «όλα θα τ' αντιμετωπίζουμε σωστά κι' αποτελεσματικά».
Ας πορευτούμε έτσι...