Διάβασα με προσοχή τα σχόλια που μου έγραψαν αναγνώστες στο άρθρο για τον αποκλεισμό της Βούλας Παπαχρήστου απο την Ολυμπιάδα του Λονδίνου. Αντιπαρέρχομαι κάποια ακραία και προσβλητικά σχόλια περί «πληρωμένων κονδυλοφόρων»-αν και θα ήθελα να ξέρω ποιοι μας πληρώνουν-και μπαίνω στην ουσία.
Υποστήριξα, ότι η πολιτεία για να αντιμετωπίσει την ακροδεξιά δημαγωγία που ενθαρρύνει απροκάλυπτα ρατσιστικές συμπεριφορές και απαράδεκτα σχόλια σε βάρος της διαφορετικότητας, ίσως θα πρέπει να τα ποινικοποιήσει. Πριν από μας, άλλες κοινωνίες αντέδρασαν ανάλογα για να προστατεύσουν τον δημόσιο διάλογο από το δηλητήριο του φυλετικού μίσους που οδήγησε σε ακραίες συμπεριφορές σε βάρος μεταναστών αλλά και πολιτών τους που προέρχονται από διαφορετικές θρησκευτικές και φυλετικές κοινότητες. Συχνά η ρατσιστική βία εκδηλώθηκε απειλητικά και προς άλλες ιδιαιτερότητες. Μια κοινωνία που σιωπά, που κάνει τα στραβά μάτια και ανέχεται την βία προς «τον άλλον», στο τέλος πέφτει και η ίδια θύμα της αυταρχικότητας και της βαρβαρότητας. Ο παραλογισμός στην Γερμανία του Χίτλερ ξεκίνησε εναντίον των Εβραίων και τελικά συμπεριέλαβε τους πάντες: τους φιλελεύθερους, τους προοδευτικούς αστούς, τους κομμουνιστές, τους σοσιαλιστές, τους ομοφυλόφιλους, τους Τσιγγάνους και πάει λέγοντας. Οι Ναζί στράφηκαν και εναντίον μας. Μολονότι αναγνώριζαν την συμμετοχή μας στην Αρεία φυλή, ωστόσο προκάλεσαν τον λιμό του 1941-1942 που έστειλε στον άλλο κόσμο ομαδικά εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες. Δεν χρειάζεται να αναφέρω τις εκτελέσεις, τα πογκρόμ και τα συναφή εγκλήματα της γερμανικής κατοχής.
Κάποιος αναγνώστης έγραψε ότι είναι απαράδεκτο να ποινικοποιείς την σκέψη. Ποια σκέψη; Την σκέψη να θέλεις «να κατουρήσεις το Τείχος των δακρύων» -σύμφωνα με την δήλωση βουλευτή της Χρυσής Αυγής ή την σκέψη ότι τα κρεματόρια του Άουσβιτς και η Τρεμπλίνκα δεν υπήρξαν ποτέ, παρά στην φαντασία του ιστορικών του Σιωνισμού και των Αμερικανοεβραίων καπιταλιστών. Αύριο οι νοσταλγοί της "τελικής λύσης" στην Ελλάδα μπορεί να σκεφτούν ότι οι μετανάστες θα πρέπει να εκτελούνται αν κυκλοφορούν στους δρόμους μετά τις 7 το βράδυ. Τι θα πρέπει να σκεφτεί η Πολιτεία ότι δεν γίνεται να ποινικοποιηθεί η βαθυστόχαστη αυτή σκέψη του κάθε κυρίου Ψωριάρη; Δεν χρειάζεται νομίζω να καταναλώσουμε περισσότερη φαιά ουσία για να καταδείξουμε τον παραλογισμό αντίστοιχων «επιχειρημάτων».
Πάμε τώρα στο συγκεκριμένο θέμα, το σχόλιο της Παπαχρήστου, που προκάλεσε τον αποκλεισμό της από την Ολυμπιάδα. Αν δεν κάνω λάθος η κυρία Παπαχρήστου πληρώνεται -δεν ξέρω αν είναι και αυτή αξιωματικός του Ελληνικού στρατού, όπως η κυρία Θάνου- για να κάνει πρωταθλητισμό και να δίνει το παράδειγμα, αφού ένας πρωταθλητής είναι ένα πρότυπο. Αυτήν την δουλειά επέλεξε, αυτό της αρέσει και η κοινωνία οφείλει να της εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις για να το κάνει καλύτερα! Κανείς δεν εμπόδισε την κυρία Παπαχρήστου να ψηφίσει ότι θέλει. Τον Μιχαλολιάκο, τον Σαμαρά, τον Βενιζέλο, τον Τζήμερο ή ακόμα και τον Φουμαντσού. Ιδιωτικώς μπορεί να σκέφτεται ότι θέλει. Δημοσίως όμως υπάρχουν όρια. Δεν μπορεί ας πούμε ένας αθλητής που ετοιμάζεται να πάρει μέρος σε μια Ολυμπιάδα να λέει την παραμονή της έναρξης τους να πεθάνουν όλοι οι μαύροι ή οι κίτρινοι αθλητές. Όταν μάλιστα το πνεύμα της Ολυμπιάδας είναι η υπέρβαση των κάθε είδους διακρίσεων και της συμφιλίωσης των εθνών. Σε καμιά περίπτωση δεν είναι δουλειά του κάθε πρωταθλητή να αναδημοσιεύει κακόγουστα και εμφανώς ρατσιστικά δήθεν αστεία που κατά σύμπτωση κυκλοφορούσαν στα Twitter σεσημασμένων χρυσαυγιτών.
Ακούστηκαν και άλλα παράλογα επιχειρήματα υπέρ του δικαιώματος της Παπαχρήστου να πει αυτό που είπε. Ότι δηλαδή με τόσα προβλήματα που έχουμε και με ένα τόσο διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα που μας κυβερνά, είναι Φαρισαϊσμός να «διώκεται» μια αθλήτρια επειδή έγραψε ένα αστείο. Καταλαβαίνω ότι τα «αναβολικά» αλλοιώνουν την ικανότητα της κρίσης, αλλά μένω έκπληκτος με τέτοια επιχειρήματα. Αφού λοιπόν ζούμε σε αυτόν τον κόσμο που ζούμε δικαιούμαι να πάρω ένα μπαζούκας και όποιον πάρει ο χάρος. Και αν τολμήσει η Πολιτεία να με δικάσει θα χρησιμοποιήσω ένα αντίστοιχο επιχείρημα. Εδώ ο Άκης έκλεψε το σύμπαν, εμένα βρήκατε να δικάσετε. Υποθέτω ότι θα αθωωνόμουν παμψηφεί!