Ακούω συχνά το τελευταίο διάστημα πολλούς, οι οποίοι καθώς σχολιάζουν την επίθεση του Ηλία Κασιδιάρη στη Λιάνα Κανέλλη, παράλληλα επιχειρούν να εξισώσουν τη βία από τα αριστερά με τη βία από τα δεξιά.
Έτσι λοιπόν, αρκετοί είναι εκείνοι οι οποίοι εξομοιώνουν τα χαστούκια του Κασιδιάρη με τη λεκτική βία από την πλευρά της βουλευτού του ΚΚΕ, ενώ άλλοι προσπάθησαν να εντάξουν το περιστατικό σε ένα γενικότερο πλαίσιο βίας και ανομίας το οποίο είναι διάχυτο στην ελληνική κοινωνία.
Πράγματι, όταν εξετάζουμε το φαινόμενο της βίας, λίγες διαφορές μπορεί κανείς να εντοπίσει ανάμεσα στην άκρα δεξιά και την άκρα αριστερά ως προς τη χρήση των μέσων και την πρακτική. Ενδεχομένως να μπορούσε να βρει έρεισμα και η φράση ότι η βία δεν έχει ιδεολογία αλλά πρόσωπο. Είναι όμως έτσι;
Σε μια προσπάθεια εξισορρόπησης της μονομέρειας που παρουσιάζει ιδίως η σύγχρονη ελληνική ιστοριογραφία πολλοί είναι εκείνοι από τον φιλελεύθερο και τον συντηρητικό χώρο που επευφημούν υπέρ μίας επαναδιατύπωσης των όρων ισχύος Δεξιάς και Αριστεράς παίζοντας με τα παραδείγματα αποφυγής των δύο αυτών χώρων, όπως στην περίπτωση του Χίτλερ και του Στάλιν.
H λογική εξίσωσης των φαινομένων βίας των εξωπολιτικών άκρων (δηλαδή των δυνάμεων εκείνων που δεν δέχονται την διαλεκτική της πολιτικής) βασίζεται στην φιλελεύθερη αντίληψη πως «για όλα μετράει το αποτέλεσμα» και άρα εφόσον βρούμε τους ενοχοποιητικούς μηχανισμούς εκείνους που θα αποτρέπουν τα φαινόμενα βίας, τότε θα έχει λυθεί και το πρόβλημα.
Χωρίς να μας ενδιαφέρει η γενεαλογία των φαινομένων που εξετάζουμε, προτεραιότητά μας δεν είναι να αντιμετωπίσουμε προληπτικά την εκδίπλωση αντισυστημικών συμπεριφορών αλλα να δράσουμε ανασχετικά/κατασταλτικά με εκ των υστέρων απονομιμοποίηση τους στο όνομα μιας λειτουργικής ευταξίας της κοινωνίας.
Εδώ λοιπόν πρέπει να σημειώσουμε ότι η βία μπορεί να εμφανίζεται με κοινές πρακτικές ωστόσο μεγάλη σημασία έχει ο καταγωγικός της χαρακτήρας, με άλλα λόγια ποιο είναι αυτό το σύστημα αξιών, θέασης της πραγματικότητας το οποίο όχι μόνο οπλίζει το χέρι εναντίον του αντιπάλου αλλά και δικαιώνει την πρακτική αυτή είτε ως αυτοσκοπό είτε ως ανάγκη.
Η παραγόμενη βία από τους δύο εξωσυστημικούς χώρους μπορεί να μετέρχεται παρόμοια μέσα εντούτοις όμως η ένταση δεν είναι η ίδια και αυτό οφείλεται στην διαφορά των αξιώσεων που έχουν τα δύο κινήματα ως προς την αναμόρφωση της κοινωνίας.
Εξετάζοντας λοιπόν τις ιδεολογικές καταβολές της βίας τόσο από τα αριστερά όσο και από τα δεξιά πρέπει να κάνουμε μια θεμελιώδη διάκριση χωρίς αυτό να σημαίνει είτε ότι αθωώνουμε την μία πλευρά είτε ότι επικροτούμε την βια ως μέσο πολιτικής αντιπαράθεσης.
Ξεκινώντας από την Αριστερά, ο ιδεολογικός πυρήνας που αναζητούμε βρίσκεται στην ιδέα της εξισωτικής δικαιοσύνης. Με λίγα λόγια, αυτό που οπλίζει το χέρι ενός ακροαριστερού είναι ο φθόνος του πλούτου και της δύναμης που έχουν συγκεκριμένες ελίτ, οι οποίες καταπιέζουν τους προλετάριους. Η χρήση της βίας είναι ένα αναγκαίο κακό το οποίο αν χρειαστεί θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί εναντίον εκείνων που αντιστέκονται στην αναμόρφωση της κοινωνίας προκειμένου να γίνει κομμουνιστική. Ο απώτερος σκοπός της χρήσης βίας αφορά την εγκαθίδρυση μιας ιδανικής τάξης πραγμάτων στην οποία θα απουσιάζει κάθε ελεγκτικός-εξουσιαστικός μηχανισμός και άρα θα έχει πλέον απαλειφθεί και η ανάγκη αντιμετώπισης της κρατικής βίας από τα πάνω με την αντισυστημική βία από τα κάτω.
Στον αντίποδα, η βία που προέρχεται από την ακροδεξιά αντλεί τις ρίζες της στον φθόνο όχι του πλούτου αλλά του διαφορετικού. Η ναζιστική ιδεολογία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η μετάθεση του δαρβινισμού στην πολιτική με μόνο στόχο την πολιτισμική ομοιογένεια και την βιολογική καθαρότητα. Εδώ λοιπόν, το χέρι του ακροδεξιού δεν το οπλίζει μόνο η κοινωνική ή οικονομική θέση του άλλου αλλά η ύπαρξή του καθεαυτή. Ο ακροδεξιός σε ανταπάντηση προς τον οικονομικό εξισωτισμό της Αριστεράς, προτείνει την εφεύρεση ή τη διόγκωση εξωτερικών εχθρών της κοινωνίας υπό τη μορφή ενός διαρκώς καύσιμου υλικού το οποίο συντελεί στην ενίσχυση των εσωτερικών συγκολλητικών δεσμών του αστικού καθεστώτος.
Πέρα από το επαχθές αποτέλεσμα που φέρει η οποιαδήποτε μορφή βίας, οι δύο πλευρές μοιράζονται κάτι παραπάνω. Την ανάγκη να δημιουργήσουν μια ουτοπία ενδοιστορική και όχι εξωκοσμική όπως οι μεγάλες θρησκείες. Απορρίπτωντας τη μεταφυσική, το νόημα και η ταυτότητα αναζητώνται μέσα στην Ιστορία. Είναι η μετάθεση της θρησκείας από το επίπεδο του μεταφυσικού στην πολιτική ιδεολογία.
Άλλωστε όπως είπε και ο Καναδός επικοινωνιολόγος Marshall McLuhan, η βία, είτε φυσική, είτε ψυχική, είναι μια αναζήτηση της ταυτότητας και του νοήματος. Όσο λιγότερη ταυτότητα, τόσο μεγαλύτερη βία.