Αν κάποιος ακούσει αυτές τις ημέρες τα σχόλια στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ επί παντός επιστητού μπορεί εύκολα να καταλάβει ότι το κόμμα της Κουμουνδούρου είτε κάνει ασκήσεις επί χάρτου είτε διάγει τρικυμία εν κρανίω. Δεν είναι απαραίτητα κακό αυτό.
Η βασική γραμμή με την οποία πολιτεύεται όλο αυτό το διάστημα ο κ. Τσίπρας είναι ότι το κόμμα του δεν επιθυμεί την έξοδο από την ευρωζώνη αλλά από την άλλη θα καταγγείλει το Μνημόνιο (τουλάχιστον πολιτικά). Στην ερώτηση τι θα συμβεί σε περίπτωση που οι Ευρωπαίοι μας εξαναγκάσουν σε έξοδο από το κοινό νόμισμα η απάντηση είναι είτε ότι «δεν τους συμφέρει» είτε ότι «θα το ρισκάρουμε».
Δυστυχώς η ίδια λογική διαπερνά και την αντίληψη για τις αμυντικές δαπάνες, αφού ο Γιάννης Μπαλάφας τάχθηκε υπέρ μιας δραστικής περιστολής των κονδυλίων για την άμυνα της χώρας ενώ όταν ρωτήθηκε από τους δημοσιογράφους τι θα συμβεί με την Τουρκία η απάντηση ήταν ανάλογη: «θα το ρισκάρουμε».
Με λίγα λόγια, το κόμμα που εμφανίζεται πρώτο στις δημοσκοπήσεις μας ενημερώνει πως αν σχηματίσει κυβέρνηση θα προχωρήσει σε ένα παίγνιο πολιτικού τζόγου προς πάσα κατεύθυνση, είτε αυτό λέγεται Άγκυρα, είτε Βρυξέλλες, είτε Ουάσιγκτον.
Δεν ξέρω αν έχουν καταλάβει εκεί στην Κουμουνδούρου τι ακριβώς συντελείται αυτό το διάστημα τόσο διεθνώς όσο και στο εσωτερικό της χώρας. Οι επιχειρήσεις ημέρα με την ημέρα βαριανασαίνουν ενώ οι εταίροι-δανειστές θέτουν διαρκώς στο τραπέζι σενάρια εξόδου της χώρας μας από το ευρώ.
Όσοι έχουν περάσει έστω μια μέρα στους ευρωπαϊκούς θεσμούς γνωρίζουν ότι η ρητορική τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και του Αλέξη Τσίπρα δεν είναι απλά παρωχημένη και εκτός εποχής, αλλά συνήθως πετυχαίνει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που συνήθως επιδιώκει. Θυμηθείτε τη συμπεριφορά της Σλοβενίας, της Πολωνίας ή της Τσεχίας που όταν παρουσίασαν «σκληρή γραμμή» σε θέματα που θεωρούσαν «εθνικώς ευαίσθητα» βρέθηκαν απομονωμένες.
Δυστυχώς ο ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να κάνει την παρθενική του ευρωπαϊκή περιοδεία με σάλπιγγες και νταούλια. Και μπορεί ο κ. Τσίπρας να προειδοποίησε τον Ολάντ να μη γίνει Ολαντρέου, αυτό που όμως δεν καταλαβαίνει (;) είναι ότι ο ίδιος μετατρέπεται σε... «Τσιπραντρέου» ξυπνώντας όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου τα πιο σκοτεινά ένστικτα του λαού μας: τη δημαγωγία, τον λαϊκισμό και την ψευδαίσθηση ότι υπάρχουν λύσεις χωρίς κόστος, χωρίς ευθύνη.
Το πρόβλημα δεν είναι η ρητορική του, ούτε το «μαντάμ Μέρκελ», ούτε καν τα ρίσκα που είναι διατεθειμένος να πάρει στο όνομα της χώρας. Αυτό που πρέπει να μας ανησυχεί είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικεί την ψήφο μας χωρίς να έχει ουσιαστικό σχέδιο για το πως θα διαχειριστεί την κατάσταση σε περίπτωση που η επιθετική στρατηγική του δεν επιτύχει. Από την άλλη όλες αυτές οι αντικρουόμενες δηλώσεις των στελεχών του ενέχουν κάτι θετικό, αφού δείχνουν ότι η προοπτική διακυβέρνησης που για πρώτη φορά έχει η Αριστερά της προκαλεί μια απότομη ωρίμανση και ένα... συμβιβασμό με την πραγματικότητα.
Ωστόσο λυπάμαι που το λέω, η χώρα δεν έχει τα χρονικά περιθώρια να περιμένει την Αριστερά για να ωριμάσει. Αυτό που χρειάζεται είναι μια λύση που θα εξασφαλίζει τη χώρα μέσα στις συμμαχίες που έχει αναπτύξει την τελευταία πεντηκονταετία και ένα συνασπισμό φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων που θα μεταρρυθμίσουν τη χώρα.
Σε μια τέτοια κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έχει θέση, αρκεί να αντιληφθεί έστω και τώρα ότι η ικανοποίηση η απεξάρτηση από τις μνημονιακές δεσμεύσεις δε θα έρθει με καταγγελίες και αντάρτικο αλλά μόνο μέσα από σκληρή δουλειά και κόπο.
Και επί τη ευκαιρία καλό είναι να θυμηθούν εκεί στην Κουμουνδούρου πως υπάρχει και μια άλλη ανάγνωση του ρίσκου πέρα από τη μεγιστοποίηση των κερδών με κινήσεις μικρού κόστους.
Το καλό τζογάρισμα πρέπει να συνοδεύεται και από το λιγότερο δυνατό κόστος σε περίπτωση που το αποτέλεσμα είναι αρνητικό. Και αυτή τη στιγμή κ. Τσίπρα φοβάμαι ότι έχουμε πολλά να χάσουμε αν δεν βγει η μπλόφα...
Ο λαός μας δεν έχει ανάγκη από άλλο ένα ηγέτη που θα τον σαγηνεύσει. Έχει ανάγκη από κάποιον που θα τον βάλει να δουλέψει, που θα τον οργανώσει και θα τον διορθώσει. Μην γίνεις Tsiprandreou.