Έβλεπα χθες το πρωί τον Άκη Τσοχατζόπουλο να φτάνει ελαφρώς χαμογελαστός (!) και (δήθεν;) χαλαρός από τα κρατητήρια της ΓΑΔΑ όπου πέρασε το Πάσχα, στα δικαστήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων.
Υποθέτω πώς αυτό το «συγνώμη που σας έφερα εδώ τέτοια μέρα», το οποίο είπε στους δημοσιογράφους λίγο πριν μπει στον Ανακριτή, ήταν μια φράση με την οποία προσπαθούσε να κρύψει την αμηχανία του.
Με εντυπωσίασε πάντως το, έστω και ελαφρύ, χαμόγελο του... Για να είμαι ειλικρινής περίμενα να αντικρίσω έναν Ακη σκυθρωπό, με κατεβασμένο κεφάλι και χωρίς καμία διάθεση για χιούμορ. Έναν Άκη που να δείχνει ότι δεν νιώθει καλά γι αυτά που τον κατηγορούν...
Βλέπετε, διαβάζω τόσες μέρες για το χορό των εκατομμυρίων από μίζες, για τις off shore εταιρίες των συγγενών του, για τα πολυτελή ακίνητα σε διάφορες γωνιές της Αθήνας και για τη ζωή Κροίσου που έκανε την τελευταία δεκαετία.
Τα διαβάζω και φαντάζομαι πώς τα διαβάζει κι ο πάλαι ποτέ πανίσχυρος υπουργός και θα αντιλαμβάνεται τι λένε για εκείνον εκατομμύρια πολίτες που βιώνουν την γκρίζα καθημερινότητα της Ελλάδας των Μνημονίων.
Τι συναισθήματα διακατέχουν άραγε έναν βετεράνο της πολιτικής- κατά δήλωση του σοσιαλιστή - όταν ένας ολόκληρος λαός θεωρεί ότι βούτηξε τα δάκτυλα του στο μέλι; Εκτός αν δεν τα βούτηξε. Αν όμως είναι έτσι τότε γιατί, για παράδειγμα, να προσπαθεί να αποδείξει μέσω της μεγάλης νομικής του ομάδας ότι το ενδεχόμενο αδίκημα της δωροδοκίας έχει παραγραφεί;
Κι ακόμα, πόσο πιστευτές νομίζει ότι μπορούν να γίνουν από τους πολίτες αυτές οι «συμπτώσεις» που επικαλείται; Έτσι κι αλλιώς για την ουσία της υπόθεσης, θα αποφανθεί, αργά η γρήγορα, η Δικαιοσύνη. Για τον τρόπο όμως που ο κ. Τσοχατζόπουλος εμφανίστηκε το πρωί της Δευτέρας του Πάσχα μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες, μια απορία έχω: Ήθελα να 'ξερα δεν ντρέπεται καθόλου;