Ξυπνάς το πρωί, παίρνεις την εφημερίδα σου. Κάθεσαι να δεις τηλεόραση. Ανοίγεις τον υπολογιστή σου. Όπου και να κοιτάξεις τέλος πάντων, θα δεις ένα θέμα να παίζει ως «μόδα» -ξανά- στα Μέσα. Λαθρομετανάστευση και εγκληματικότητα.
Ξάφνου όλοι ανακάλυψαν πως υπάρχουν στην Ελλάδα 1.000.000 λαθρομετανάστες, και επειδή η πλειοψηφία αυτών βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, το οποίο έχουν μετατρέψει σε γκέτο, και είναι η «βιτρίνα» της χώρας προς τους ξένους (της Δύσης), οι άνθρωποι αυτοί πρέπει κάπου αλλού να πάνε.
Έτσι μας ήρθε η φαεινή ιδέα να τους κλείσουμε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης – φιλοξενίας τα οποία θα μας τα παραχωρήσει ο Στρατός, για να τους κρατάμε εκεί για τρεις μήνες. Στους τρεις αυτούς μήνες θα κρίνεται από την ελληνική πολιτεία -που είναι γνωστή για την ταχύτητά της σε θέματα εγγράφων- εάν αξίζουν χορήγηση ασύλου, νομιμοποίησης, ή επαναπροώθησης – απέλασης. Είναι όμως έτσι; Δεν νομίζω...
Αρχικά, δεν είναι τυχαίο πως βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο. Όποια κυβέρνηση και να έχουμε όποιο κόμμα και να είναι «πάνω», παραμονές εκλογών εξαρθρώνεται μία νέα τρομοκρατική οργάνωση, και βρίσκουμε μία νέα λύση στο μεταναστευτικό. Όμως επειδή δεν ασχολούνται με τα θέματα της ελληνικής κοινωνίας μόνο οι πολιτικοί, αλλά και οι ίδιοι οι πολίτες, όσον αφορά το πρόβλημα της ανεξέλεγκτης εισροής μεταναστών στην χώρα μας, υπάρχουν ορισμένοι «ανθρωπολογικοί τύποι» Έλληνα οι οποίοι υπερασπίζονται με θέρμη την άποψή τους, νομίζοντας πως βρήκαν την λύση.
Υπάρχουν αυτοί που λένε, «είναι άνθρωποι -φυσικά και είναι- ας έρθουν όλοι να τους βοηθήσουμε». Το δοκιμάσαμε δεν πιάνει. Πλέον δεν μπορούμε να βοηθήσουμε τους εαυτούς μας τους ίδιους.
Υπάρχουν αυτοί που λένε να κλείσουμε τα σύνορα -πώς;- να μην έρχεται κανείς άλλος, και να διώξουμε όλους όσους έχουμε εδώ. -Πάλι πώς;-. Προτού γίνεις μία περίκλειστη χώρα ρίξε μία ματιά στην Ιστορία, και διάβασε για την Αλβανία του Χότζα, ή ψάξε για μία χώρα που ονομάζεται Βόρεια Κορέα... Πολλοί που βρίσκονται σε αυτήν την κατηγορία αποφασίζουν να πάρουν τον «νόμο στα χέρια τους», και με επιδρομές, χτυπώντας ορισμένους με πιο σκούρο δέρμα, νομίζουν πως φέρνουν εις πέρας το χρέος τους προς την «πατρίδα». Τα εισαγωγικά μπαίνουν για να περιγράψω το πώς αντιλαμβάνονται οι ίδιοι την Πατρίδα.
Υπάρχουν αυτοί, που έχουν μία άποψη, αλλά αφενός δεν την εκφράζουν γιατί φοβούνται την «ταμπελοποίηση», βλ. φασίστας, προδότης και ό,τι άλλο υπάρχει, και αφετέρου δεν ξέρουν το θέμα σε βάθος. Ποιοί από εμάς το ξέρουν όμως; Ελάχιστοι...
Τέλος, υπάρχουν και αυτοί που χαίρονται με ημίμετρα όπως αυτό των κέντρων φιλοξενίας, καθώς ικανοποιείται το αίσθημα , του «κάτι γίνεται τέλος πάντων».
Επειδή όμως διαβάζω άρθρα επί άρθρων, καλό είναι να αντιληφθούμε, πως δεν θα βγάλουμε άκρη με ένα μικρό μαγικό ραβδάκι. Εδώ μιλάμε για ανθρώπινες ζωές, αλλά και έναν κοινωνικό ιστό που αποτελείται από 10.000.000 πολίτες που -εἰτε μας αρέσει, είτε όχι- αποτελούν ένα έθνος-κράτος και όχι ένα κράτος-έθνος.
Δεν επιτρέπεται να παίζουμε με καμμία από τις δύο ομάδες. Η αλήθεια είναι πως δεν μου αρέσει να κρίνω την άποψη των άλλων, αλλά όταν βλέπεις πως σε ένα θέμα υπάρχει τόση δυναμική, τότε αυτό, αποδεικνύει πως αφενός το πρόβλημα αυτό δεν έχει μία «εύκολη» λύση, και αφετέρου χρειάζεται μία περαιτέρω μελέτη στο θέμα αυτό.
Η γενικεύσεις και οι «εύκολες λύσεις» δημιουργούν καταστάσεις που άλλοι δεν θέλουν να θυμηθούν, και άλλοι -όπως οι περισσότεροι από εμάς-, δεν θέλουν να γνωρίσουν. Εδώ χρειάζεται ένας εθνικός διάλογος, ο οποίος θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις να ακουστούν όλες οι απόψεις και αν όχι να βρούμε μία λύση, τουλάχιστον να κατανοήσουμε σε βάθος το πρόβλημα και να οδηγηθούμε σε μία εν δυνάμει λύση. Σε αυτόν τον διάλογο ίσως συνειδητοποιήσουμε πως «η αλήθεια κρύβεται κάπου στην μέση». Αλλά γίνεται να καθίσουν στην Ελλάδα όλες οι ιδεολογίες και να συζητήσουν; Δύσκολο. Καλές είναι οι πρωτοβουλίες πολιτών, όμως δεν αρκούν. Μία επί της ουσίας συζήτηση, χωρίς την πίεση της ψήφισης νομοσχεδίου, όλων των κομμάτων, με εμπλοκή όλων των αρμόδιων φορέων θα μπορούσε να δώσει μία τέτοια προοπτική. Κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει όμως σε καμμία στιγμή της Ιστορίας μας. Θα γίνει τώρα;
Εάν εγκρίνω εγώ τους χώρους φιλοξενίας; Όχι, και αυτό γιατί δεν θεωρώ πως υπάρχει περίπτωση με αυτόν τον τρόπο να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Οι περισσότεροι Έλληνες έχουν πλέον αντιληφθεί πως το πρόβλημα δεν είναι στο πού θα μείνουν οι άνθρωποι αυτοί μόλις πατήσουν το πόδι τους στην Ελλάδα, στο ότι αφήνουμε εξ αρχής να πατούν το πόδι τους στην Ελλάδα.
Όλες αυτές οι καταστάσεις θα μπορούσαν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν διαχρονικά ως διαπραγματευτικά χαρτιά προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να αποφευχθεί αυτό το ρημάδι το «Δουβλίνο 2». Δεν είναι κακό να λες και ένα όχι προς τους εταίρους σου. Το έχουν κάνει και άλλοι, όπως η Πολωνία σε άλλα βέβαια θέματα, αλλά το έχουν κάνει.
Προς το παρόν «Μηδέν εις το πηλίκον»...