Ίδιον των Ελλήνων η φαγωμάρα. Κρατάει χρόνια αυτή η κολώνια. Και την έχουμε πληρώσει ακριβά. Αλλά κι εμείς – όπως και οι Γερμανοί- δεν μαθαίνουμε από τα ιστορικά μας λάθη.
Η χώρα πάει κατά διαόλου, άνεργοι βγαίνουν διαρκώς στο δρόμο, επιχειρήσεις κλείνουν, η ύφεση βαθαίνει, η φτώχεια απειλεί τους περισσότερους από μας. Η Δημοκρατία έχει καταλυθεί de facto και -όπως πάει- θα γίνει και de jure. Η τρόικα μας κουνά το δάχτυλο απειλητικά σαν να επιζητεί με σαδιστική διάθεση τον απόλυτο εξευτελισμό μας.
Και μεις; Κυρίες και κύριοι εμείς... Έχουμε διχαστεί. Σε όλα.
- Σε «μνημονιακούς» και «αντιμνημονιακούς». Σε πατριώτες και «προδότες». Σε «αγωνιστές» και σε «βολεψάκηδες». Σε «νενέκους» και σε «ενδοτικούς». Σε «τεχνοκράτες» και σε «φιλολαϊκούς».
- Σε επικριτές του Παπούλια: Άλλοι επειδή έπαιρνε την υψηλή αποζημίωση, άλλοι επειδή την αποποιήθηκε και άλλοι επειδή είχε "δανείσει" τον Ανδρέα Παπανδρέου για το "κωλόσπιτο" της Εκάλης. Και χάνουμε την ουσία.
- Σε επικριτές του Σόιμπλε. Οι μισοί τον λένε «σακάτη» οι άλλοι μισοί διαμαρτυρόμαστε (μεταξύ τους κι εγώ) για την χυδαία προσβολή της αναπηρίας του. Πείτε τον όπως θέλετε – νεοφιλελεύθερο, φασίστα, καραγκιόζη- αλλά για όσα κάνει, όχι για τα προβλήματα κινητικότητας του. Δεν κρίνεται απ' αυτό, αλλά από την πολιτική που ασκεί.
Καταλαβαίνω την οργή, το πάθος που ξεχειλίζει. Αλλά με το θυμικό χάνουμε το δάσος. Ποιό είναι; Ότι η Ελλάδα ζει ακόμη. Και –ελπίζω ότι-μπορεί να αναγεννηθεί.
Δεν θέλω να πιστέψω την παρακαταθήκη του Θανάση Βέγγου και του Θόδωρου Αγγελόπουλου, στο «Βλέμμα του Οδυσσέα». Εκεί που σπαράζει ο Βέγγος: «Ξέρεις κάτι; Η Ελλάδα πεθαίνει. Πεθαίνουμε σα λαός. Κάναμε τον κύκλο μας. Δεν ξέρω πόσες χιλιάδες χρόνια ανάμεσα σε σπασμένες πέτρες.Και χαλάσματα. Αλλά αν είναι να πεθάνει η Ελλάδα, να πεθάνει γρήγορα. Γιατί η αγωνία κρατάει πολύ και κάνει πολύ θόρυβο...»