Στο Γαύριο της Άνδρου, λιμανάκι ήσυχο τον χειμώνα, βουερό το καλοκαίρι, υπάρχει ένα καφενείο με το παράξενο όνομα «Μαρλίν», αγνώστου εμπνεύσεως.
Στο καφενείο αυτό μπορείτε να παίξετε πρέφα, τάβλι, μπιλιάρδο, γαλλικό και αμερικανικό, και σκάκι αν βρείτε αντίπαλο. Όλα είναι ήσυχα και ωραία στο «Μαρλίν». Μπορείτε να διαβάσετε την εφημερίδα σας, να λύσετε το σταυρόλεξο, να απολαύσετε τον καφέ με το κέικ που προσφέρει η δραστήρια και όμορφη Αθηνά, και φυσικά να λύσετε, με λόγια, όλα τα προβλήματα του τόπου.
Όλα, λοιπόν, είναι ήσυχα και ωραία εκτός από τα βράδυα όταν η τηλεόραση δείχνει ποδοσφαιρικό αγώνα με σκληρούς αντιπάλους, π. χ. Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό ή ΑΕΚ. Τότε το καφενείο γίνεται κερκίδα γηπέδου και ντουμανιάζει από καπνό και κοσμητικά επίθετα προς τον διαιτητή, πότε από τους οπαδούς της μιας, πότε της άλλης ομάδας, ακόμη και όταν είναι ολοφάνερο ότι έχει σφυρίξει σωστά. Τις σκηνές που περιγράφω απήλαυσα προ λίγων ημερών, το βράδυ του ντέρμπι των «αιωνίων».
Γνωρίζω όλους τους θαμώνες του «Μαρλίν» και ξέρω πως είναι σοβαροί άνθρωποι της δουλειάς, εργάτες, επαγγελματίες, αγρότες, ιδιοκτήτες τοπικών επιχειρήσεων , ψαράδες κτλ. Υπάρχουν και μερικοί συνταξιούχοι, αλλά αυτοί είναι πιο συγκρατημένοι στις εκδηλώσεις τους και στα βρισίδια προς τον διαιτητή. Γνωρίζω, επίσης, ότι οι άνθρωποι αυτοί λατρεύουν την ομάδα τους και όταν πάει καλά και όταν πάει χάλια. Ο «θρύλος», το «Τριφύλι» και ο «Δικέφαλος» είναι σύμβολα λατρείας που καμία κακή συγκυρία δεν μειώνει την λάμψη τους.
Την στιγμή που το καφενείο έβραζε σχετικά με το αν το πρώτο γκολ του Ολυμπιακού ήταν κανονικό ή αν ήταν οφ-σάιντ και ο διαιτητής άκουγε τα εξ αμάξης, το μυαλό μου, για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο, φεύγει από το ποδόσφαιρο και πάει στην πολιτική. Όπως είπα γνωρίζω τους ανθρώπους αυτούς. Γνωρίζω ή μπορώ βασίμως να υποθέσω τι ψήφιζαν και τι ψηφίζουν. Ξέρω π.χ. ότι πολλοί ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ την τελευταία φορά για διάφορους λόγους ( απογοήτευση από τα άλλα κόμματα, ελπίδα για διορισμούς και άλλα ρουσφέτια, υποσχέσεις για διακανονισμούς δανείων κτλ) και ότι τώρα έχουν μετανιώσει πικρά.
Αυτό, λοιπόν, που μου κάνει εντύπωση είναι πώς οι ίδιοι άνθρωποι είναι τόσο πιστοί στην ομάδα τους φίλαθλοι και τόσο άπιστοι στο κόμμα τους ψηφοφόροι. Πώς μπορεί να εξηγήσει κανείς αυτή την διαφορετική συμπεριφορά; Μία «εξήγηση» που μου έδωσε ένας ντόπιος , την οποία δεν μπορώ να δεχτώ , αλλά ούτε να απορρίψω, είναι ότι η ομάδα είναι σαν την σύζυγο ενώ το κόμμα είναι σαν την ερωμένη, την αλλάζεις εύκολα.
Μία άλλη εξήγηση μπορεί να είναι ότι στην πολιτική εκφράζονται και διακινδυνεύονται συμφέροντα και συνεπώς απαιτείται μεγαλύτερη φροντίδα και συμμετοχή των ατόμων ώστε να προστατεύουν τα συμφέροντά τους ψηφίζοντας κάθε φορά το κόμμα που υπόσχεται αυτά που ο καθένας επιθυμεί. Και επειδή οι συγκυρίες και οι υποσχέσεις αλλάζουν συνεχώς, αλλάζει και η ψήφος των πολιτών.
Βέβαια, υπάρχει και η αντίθετη εξήγηση, ότι δηλαδή τα κόμματα και οι πολιτικοί έχουν απαξιωθεί τόσο πολύ που οι πολίτες δεν πιστεύουν ότι υπάρχει κάποια σημαντικοί διαφορά μεταξύ των κομμάτων και συνεπώς ψηφίζουν χωρίς πολύ σκέψη ή κατά τύχη. Η εξήγηση αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι η αποχή στις εκλογές έχει γίνει πολύ μεγάλη.
Φαίνεται ότι οι πολιτικοί και τα κόμματα, και γενικά η πολιτική ζωή στην χώρα μας έχει ξεπέσει τόσο πολύ στα μάτια των πολιτών που είναι πιο συνεπείς ως φίλαθλοι απ’ ότι ως ψηφοφόροι.
*Ο κ. Θεόδωρος Π. Λιανός είναι Ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.