Η ψήφιση της συμφωνίας του Αυγούστου όχι μόνο από τα δύο κόμματα της κυβέρνησης αλλά και από τα τρία ευρωπαϊκά κόμματα της αντιπολίτευσης, αποτελεί ένα δεσμευτικό προηγούμενο που θα ακολουθεί τους πάντες στη νέα κοινοβουλευτική περίοδο και δύσκολα θα απαλλαγούν από αυτό, όπως και αν πορευθούν στη συνέχεια.
Ο Συριζα και οι Ανελ δεν θα είναι πια ευάλωτοι στην κριτική ότι αλλοίωσαν την πρόσφατη λαϊκή εντολή του δημοψηφίσματος και μετατράπηκαν σε «μνημονιακά» κόμματα, αφού, αντίθετα, εκλέχθηκαν με εντολή να εφαρμόσουν τη συμφωνία, που σημαίνει πως η τυχόν παρέκκλιση από την υλοποίησή της θα ήταν λογικό να είναι δεκτική αντιπολιτευτικής κριτικής από τα υπόλοιπα ευρωπαίκά κόμματα και όχι η τήρησή της. Ταυτόχρονα, τα τρία κόμματα που ψήφισαν το νέο μνημόνιο, θα πρέπει να δίνουν πειστικές εξηγήσεις κάθε φορά που θα αρνούνται ψήφο σε νομοσχέδια που υλοποιούν μία συμφωνία που και τα ίδια αποδέχθηκαν.
Στην πλευρά τη δική τους είναι πια η μεγαλύτερη δυσκολία. Αν συντάσσονται με τις βασικές επιλογές της κυβέρνησης και υπερψηφίζουν τους λεγόμενους εφαρμοστικούς νόμους, αυτοκαταργούνται και πάντως αυτοπεριορίζονται ως αντιπολίτευση και κατά κάποιο τρόπο εντάσσονται εν τοις πράγμασι στο κυβερνητικό μπλοκ. Αν καταψηφίζουν, θα έχουν αυτοαναιρεθεί και θα υφίστανται την κριτική ότι από τη μια καλούσαν την προηγούμενη κυβέρνηση να φέρει «πάση θυσία» συμφωνία και απ’την άλλη υπονομεύουν την εφαρμογή αυτής της συμφωνίας που και τα ίδια ψήφισαν.
Και όσο και αν το κάνουν αυτό εκ του ασφαλούς, πιστεύοντας ότι αυτή είναι μία ανώδυνη διαδικασία, αφού η κυβερνητική πλειοψηφία θα ψηφίζει κάθε φορά τα εφαρμοστικά μέτρα, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι θα βρεθούν και τα ίδια μπροστά στην ανάγκη ή στο δίλημμα να εγκριθούν κάποια βασικά μέτρα και με τη δική τους ψήφο για να μη διακινδυνεύσει η χρηματοδότηση της χώρας. Οπότε σε αυτή την περίπτωση, αν μέχρι εκείνη τη στιγμή καταψήφιζαν συστηματικά τους εφαρμοστικούς νόμους του νέου μνημονίου, θα έχουν αναγκασθεί να μεταβάλουν στάση, χωρίς να μπορούν να αποφύγουν την κριτική ότι λειτουργούν συγκυριακά, ακόμη και αν αυτό δεν θα είναι ωφελιμιστικό, αλλά υπεύθυνη ή εθνική ή όπως αλλιώς χαρακτηρισθεί, στάση.
Δύσκολη περίοδος για αντιπολίτευση και όσο και αν ακούγεται περίεργα, καλή περίοδος για μία «μνημονιακή» κυβέρνηση, που αναβαπτίσθηκε στις εκλογές και τις κέρδισε μη υποσχόμενη κάτι δύσκολο ή ανέφικτο, πέραν της εφαρμογής της συμφωνίας και των δεσμεύσεων της χώρας, τουλάχιστον για τα πρώτα χρόνια της θητείας της. Από αυτή την άποψη, είναι η μόνη «μνημονιακή» κυβέρνηση που δεν θα χρειάζεται να απολογείται για την πολιτική της ούτε για παραβίαση των εξαγγελιών της, σε αντίθεση με τις προηγούμενες του 2012 και του Γενάρη του 2015 που εξελέγησαν, άλλη λιγότερο και άλλη περισσότερο, με αντιμνημονιακή ατζέντα και καλούνταν συνεχώς να βρίσκουν επιχειρήματα για να δικαιολογούν τη μη τήρηση των υπεσχημένων. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμη και η τρικομματική κυβέρνηση που είχε προκύψει από τις εκλογές του Ιουνίου του 2012 είχε ως βασικό στόχο και εξαγγελία της την «απαγκίστρωση» από τους επαχθείς όρους του μνημονίου.
Ισως να μην έχει υπάρξει στην ελληνική πολιτική ιστορία προηγούμενο κυβέρνησης που να εξελέγη χωρίς φιλολαϊκές προγραμματικές δεσμεύσεις, αλλά αντίθετα με σαφή εντολή να εφαρμόσει σκληρά και επώδυνα μέτρα. Εξ ού και η δυσκολία αυτή τη φορά είναι με το μέρος της (ευρωπαϊκής) αντιπολίτευσης, όχι μόνο γιατί αυτά που θα ψηφισθούν θα αφορούν στην εφαρμογή μιας συμφωνίας που και η ίδια ψήφισε, αλλά γιατί η κυβέρνηση που προέκυψε εκλέχθηκε κατ’ουσίαν χωρίς άλλη ατζέντα πέραν της υλοποίησης της συμφωνίας του Αυγούστου και πάντως με βασική δέσμευση και εξαγγελία την εφαρμογή αυτής της συμφωνίας.
Αρκεί βέβαια αυτό το μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο να το αξιοποιήσει στο έπακρο η κυβέρνηση και να μην το αλλοιώσει στην πορεία, γιατί παρόμοια δυνατότητα για να υλοποιηθούν όλα αυτά που έσπρωχναν κάτω από το χαλί οι προηγούμενες κυβερνήσεις, δεν θα ξαναπροκύψει. Οσο για την αντιπολίτευση, θα κληθεί να επιλέξει ανάμεσα στην μικροκομματική αυτοσυντήρησή της και στην συμβολή της στην ανάκαμψη της χώρας. Πάντως το καλό είναι πως ό,τι και αν επιλέξει, δεν φαίνεται να είναι καθοριστικό για τις εξελίξεις, υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις τα πράγματα να πάρουν το δρόμο τους και χωρίς αυτήν. Αρκεί η κυβερνητική πλειοψηφία και ιδιαίτερα η κοινοβουλευτική ομάδα του Συριζα να είναι συμπαγής αυτή τη φορά. Εξάλλου ακόμη και αν κάποιοι θα επιθυμούσαν να δημιουργήσουν πρόβλημα, δεν θα έχουν αυτή τη φορά, σε αντίθεση με όσους λειτούργησαν αποσχιστικά την προηγούμενη περίοδο, πειστικά επιχειρήματα ή προσχήματα, αφού και αυτοί έχουν εκλεγεί με τις ίδιες δεσμεύσεις του κόμματός τους και με την ίδια εντολή, την υλοποίηση των υποχρεώσεων της χώρας.