(κι όμως, στην ουσία κανείς δεν υπολογίζει το Σεπτέμβρη που έρχονται, προκειμένου να μη χαλάσει η παράδοση του 7ευρω φρεντοτσίνου στην παραλία)
ΚΛΑΡΙΝΑ ΜΠΟΥΡΑΝΑ (opinion): Συγχυσμένα συμπεράσματα ευγενικής κακοήθειας.
Από τον Τάσο Θεοδωρόπουλο (terra_gelida@hotmail.com )
Σαν να μην πέρασε μια μέρα. Ή μάλλον ένας χρόνος. Γιατί ο Έλληνας, μπορεί να μετατρέπει το ξεβόλεμά του σε πλατειακή αγανάκτηση αντισκήνων και σουβλασερί, όμως σε επίπεδο νοοτροπίας συνεχίζει να κινείται στο κλασσικό του «δε βαριέσαι, αύριο βλέπουμε». Με αποτέλεσμα ο Αύγουστος της χειρότερης οικονομικής μεταπολιτευτικής κρίσης της χώρας, να μοιάζει σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα.
Τιγκάροντας ότι έχει απομείνει από τις πιστωτικές του κάρτες, ο Ελληναράς, παίρνει σβάρνα παραλίες και resort και πληρώνει 20ευρα για ελληνική σαλάτα χωρίς λάδι και βότκα μπόμπα, προκειμένου να πείσει τον εαυτό του ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει. Μέχρι τα μέσα του Σεπτεμβρίου, που θα ξαναθυμηθεί την αγανάκτηση του με το σύστημα, εφ' όσον θα κληθεί να πληρώσει δόσεις δανείων και καρτών με τα οποία επιμένει να συνεχίζει να ζει. Σαν αντανάκλαση του αρρωστημένου κράτους που ο ίδιος συντηρεί.
Διακοπές σε resort ο μισθωτός και προσλήψεις από την πίσω πόρτα το κράτος. Και οι δύο, πολίτης και κράτος αντάμα, να συναγωνίζονται ποιος από τους δύο μπορεί να ντυθεί καλύτερα τα φτερά και πούπουλα της στρουθοκαμήλου. Όχι φίλε, δεν έχεις το δικαίωμα για καμία τσαντίλα, την ώρα που ακόμα και στο παρά πέντε επιμένεις να διατηρείς στιλ ζωής ασύμβατο με την πραγματικότητα. Όπως δεν έχει δικαίωμα το κράτος να μου μιλήσεις για νέες εξυγιάνσεις την ώρα που προσλαμβάνει, ενώ συνεχίζεις να απολύει.
Kαι τα ΜΜΕ, να προσποιούνται ότι ενδιαφέρονται και συντάσσονται με τον πολίτη, αφήνοντας απλήρωτους τους εργαζόμενους τους, και λοιδορώντας, όπως είδα σε δελτίο ειδήσεων, την Μέρκελ, επειδή διάλεξε για τις διακοπές της κατάλυμα μόνο 90 ευρών το βράδυ. Εστιάζοντας στο ρεπορτάζ ο (προφανώς απλήρωτος όπως όλοι μας) δημοσιογράφος, με κεκαλυμμένο χλευασμό, το ότι εκεί που πήγε η Μέρκελ για διακοπές, το σάντουιτς κοστίζει δύο ευρώ και η μπύρα τρία.
Σωστά, γιατί στο γονίδιο του Ελληναρά, αν πληρώσεις κάτω από κατοστάρικο την ταβέρνα, είναι ισοδύναμο της ξεφτίλας. Σόρι φίλε αλλά ποιος είναι πιο μαλάκας εν προκειμένω; Εσύ που πληρώνεις 10ευρω το σάντουιτς στη Μύκονο και χρωστάς και στη Μέρκελ, ή η Μέρκελ που το τρώει με μόνο δύο ευρώ και σε περιμένει και στη γωνία για να της δώσεις τα δανεικά που πήρες; Κάτι τέτοιες μαλακίες λες και χάνεις και το δίκιο που έχεις. Το οποίο δίκιο, ζωή να έχουμε, στην Ελλάδα είμαστε, θα το ξαναδιεκδικήσεις με μια απεργία, έτσι για να γίνεται ντόρος και να μην ξεχνάμε ότι είσαι αδικημένος και προοδευτικός.
Μετά η απεργία θα τελειώσει και θα είναι σαν να μη συνέβη τίποτα. Σαν τη δεκαπενθήμερη απεργία των ταξί με την τσάμπα μαγκιά. Έγινε, διασκεδάσαμε, ταλαιπωρηθήκαμε, τέλειωσε και τίποτα δεν άλλαξε. Γιατί ο Έλληνας, αποδεικνύεται ακόμα μια φορά ανίκανος να αποκτήσει πολιτική και σχέδιο, δύο απαραίτητα πράγματα όταν θες να αλλάξεις ουσιαστικά κάτι. Τόσο σε επίπεδο κράτους, όσο και σε επίπεδο ατόμου και διεκδίκησης. Όλα χύμα και ντόρος να γίνεται, θα βρούμε κάποια απατεωνιά να την ξαναβολέψουμε. Ή ένα νόμο και μια φορολογία να κλέψουμε. Και το κράτος και ο πολίτης.
Στην Ελλάδα της Ε.Ε., τη μοναδική χώρα του ανεπτυγμένου (λέω και καμιά μαλακία για να γελάμε) κόσμου που δεν κατάφερε να εφαρμοστεί καν ο αντικαπνιστικός νόμος. Αλλά μεταλλάχθηκε με γνήσια ελληνική επινοητικότητα, σε τσιγαρόσημο, που καλούνται να πληρώνουν οι ιδιοκτήτες μεγάλων χώρων, προκειμένου να τους διατηρήσουν καπνιστούς. Ξεγελασμένος από την ανάγνωση του Αστερίξ ο μέσος Έλληνας (γιατί δεν τον κόβω να έχει διαβάσει και κάτι παραπάνω) συνεχίζει να πιστεύει το μύθο του Γαλατικού χωριού που αντιστέκεται στην επέλαση των Ρωμαίων. Γλύφοντας όμως ταυτόχρονα, με τον πιο γλοιώδη τρόπο τον Ρωμαίο για μια ακόμα πίστωση.
Με τη θρασυδειλία και την κουτοπονηριά του να παρακαλάς και να προσκυνάς εκεί που πριν λίγο κατουρούσες αγνοώντας επιδεικτικά τους νόμους. Επειδή ποτέ σου δεν έμαθες, ή δε σου μάθανε, ότι αυτά τα δύο τα ξεχωρίζεις στη ζωή και επιλέγεις. Το τι κατουράς και βρίζεις και το τι προσκυνάς. Και τα δύο μαζί δε γίνεται. Ειδικά όταν ο λόγος που το κάνεις, αποδεικνύεται πως δεν είναι η αβέβαιη επιβίωση σου, για την οποία εσύ ακόμα επιμένεις να μην έχεις πάρει χαμπάρι ότι διακυβεύεται. Αλλά μια ξαπλώστρα στην Ψαρού.