Όλα τα μακροοικονομικά μεγέθη δείχνουν δυστυχώς ότι η χώρα βρίσκεται σε μία σχεδόν θανατηφόρα περιδίνηση. Ίσως, να είναι θέμα πολύ λίγου χρόνου να βρεθεί η Ελλάδα σαν ακυβέρνητο σκάφος στα βράχια.
Την δυσκολία την επισημαίνουν και οι ξένοι, όπως προσφάτως ο Όλι Ρεν ο οποίος όμως σηκώνει τα χέρια με την αδυναμία του οικονομικού επιτελείου και της κυβέρνησης να διαχειριστεί την κρίση. Βεβαίως, το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται η χώρα δεν είναι μόνο οικονομικό. Επι της ουσίας, χρεωκόπησε πρωτίστως το αξιακό σύστημα της μεταπολίτευσης που βασίστηκε στη συναλλαγή, στη διαπλοκή, στην ευκολία, στην ανευθυνότητα, στην υποκρισία, στην φαυλότητα και στην ανικανότητα.
Τα απαίδευτα, διψασμένα για χρήμα και εξουσία, ανερχόμενα μεσοαστικά στρώματα που ανέλαβαν τη διακυβέρνηση της χώρας χοντρικά από το 1977 και μετά, δημιούργησαν ένα δημόσιο τέρας το οποίο εγκλώβισε την ελληνική κοινωνία σε μια κρεατομηχανή. Δεν υπήρχαν πλεόν αξίες, αλληλεγγύη, αξιοπρέπεια, αξιοκρατία, ηθική, δικαιοσύνη, και αξιοσύνη. Στο σύστημα αυτό αξιών της κομματοκρατίας της μεταπολίτευσης κυριάρχησε η υποταγή, η συναλλαγή, η εξάρτηση, η εξαγορά, ο συμβιβασμός και η μετριότητα.
Τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας (όχι και πως τα μικρότερα δεν έχουν ευθύνη αφού πήραν το κομμάτι της ποσόστωσης που τους αναλογούσε) φέρουν την κύρια ευθύνη του σημερινού αδιεξόδου. Είναι εντυπωσιακό αυτό που είπε προχτές ένας Τούρκος υπουργός μιλώντας για την Ελλάδα: «είναι μια χρεωκοπημένη χώρα που σε λίγο θα επαιτεί για να επιβιώσει».
Το ερώτημα είναι για πόσο καιρό ακόμα η κοινωνία, η υποτιθέμενη άρχουσα τάξη, και μεις οι πολίτες θα ανεχόμαστε τις ταπεινώσεις από φίλους και αντιπάλους και ως πότε θα συνεχίζουμε να είμαστε μια προβληματική κοινωνία που δεν μπορεί να βάλει τάξη στο σπίτι της.
Το δεύτερο ερώτημα είναι ως πότε οι νέοι άνθρωποι (γιατί εμείς οι παλιότεροι καλώς ή κακώς τα έχουμε φάει τα ψωμιά μας) θα ανέχονται να ζουν σε μια κοινωνία αναξιοκρατίας, υποαπασχόλησης, υποαμοιβής, χωρίς μέλλον και χωρίς προοπτική.
Είναι προφανές ότι το πολιτικό σύστημα που καλείται να διαχειριστεί την παρούσα βαθιά και πολύπλευρη κρίση είναι αναντίστοιχο της συγκυρίας και δεν διαθέτει τις στοιχειώδεις ικανότητες για να ανταπεξέλθει. Το πολιτικό προσωπικό της χώρας προέρχεται από τον κομματικό σωλήνα, δεν έχει δουλέψει ποτέ, δεν έχει καμμία εμπειρία, καμμία ικανότητα και το μόνο που έμαθε όλα αυτά τα χρόνια είναι να κλέβει. Να κλέβει το κράτος, να κλέβει εμάς τους πολίτες και να διορίζει στρατιές δημοσίων υπαλλήλων που για να τους συντηρήσει έπρεπε να δανείζεται. Το πολιτικό προσωπικό αυτό θυμίζει το αντίστοιχο πριν την επανάσταση του 1909 όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, αυτός ο μεγάλος μεταρρυθμιστής πολιτικός, με έναν τρόπο «ελαφρώς» βοναπαρτικό έστειλε στα αζήτητα το παλιό διεφθαρμένο και ξεπερασμένο πολιτικό σύστημα και έδωσε στην Ελλάδα μια προοπτική ενός σχεδόν αιώνα.
Όλοι αναρωτιούνται αν έχουμε φτάσει στον πάτο κι αν υπάρχουν πολιτικές εφεδρείες που θα μπορούσαν να βγάλουν τη χώρα από το σημερινό τέλμα. Τα κόμματα, που αντιλαμβάνονται ότι το κύμα απόγνωσης και θυμού της κοινωνίας θα τα σπρώξει εκτός κάδρου, αρχίζουν να ελπίζουν σε συγκυβερνήσεις για να μοιραστούν το πολιτικό κόστος. Είναι να αναρωτιέται κανείς πως είναι δυνατόν όλοι αυτοί που απέτυχαν ο καθένας ξεχωριστά να πιστεύουν ότι μπορούν να πετύχουν «ενωμένοι».
Οι επόμενοι μήνες θα είναι οι πιο σκληροί, απρόβλεπτοι και κρίσιμοι για την ελληνική κοινωνία. Η κυβέρνηση δείχνει να μην μπορεί πλέον να διαχειριστεί την κρίση αυτή που παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Είναι θλιβερό έναν χρόνο μετά την έναρξη του μνημονίου να μην έχουν γίνει ουσιαστικά μέτρα ανάκαμψης της οικονομίας και οι δόσεις που μας δίνουν οι εταίροι μας, που μεταφράζονται σε εκχώρηση της εθνικής αξιοπρέπειας και αξιοπιστίας, να καταλήγουν στη μαύρη τρύπα του Δημοσίου. Είναι ίσως θέμα λίγου χρόνου να συμβεί αυτό που ο Χέγκελ αποκαλούσε «πανουργία της ιστορίας». Μια «τυφλή» δηλαδή ιστορική διαδικασία που θα λειτουργήσει σαν υποκείμενο της κοινωνίας ψάχνοντας να βρει έναν πόρο στην απορία. Μια διέξοδος δηλαδή εκεί όπου δεν υπάρχει διέξοδος.