Ξεκίνησε σήμερα στη Μόσχα η δίκη των τριών μελών του συγκροτήματος Pussy Riot, που τον Φεβρουάριο εισέβαλαν σε εκκλησία της Μόσχας και τραγούδησαν μια «πανκ προσευχή» κατά του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, με τις τρεις γυναίκες να απορρίπτουν τις κατηγορίες περί υποκίνησης θρησκευτικού μίσους. Τα μέλη του συγκροτήματος δήλωσαν στο δικαστήριο ότι ήθελαν απλώς να επικρίνουν τη στενή σχέση μεταξύ του ρωσικού κράτους και της εκκλησίας, καθώς και τις αυταρχικές και αντιφεμινιστικές πολιτικές του Πούτιν.
Η Ναντιέζντα Τολοκονίκοβα, 22 ετών, Μαρίας Αλεξίνα, 24 ετών, και της Γεκατερίνα Σαμούτσεβιτς, 29 ετών, που κατηγορούνται για «χουλιγκανισμό» και αν κριθούν ένοχες κινδυνεύουν να καταδικαστούν σε επτά χρόνια κάθειρξη, κρατούνται από τον Μάρτιο.
Το γεγονός ότι οι γυναίκες φορούσαν μάσκες όταν εισέβαλαν στην εκκλησία αποδεικνύει ότι είναι επικίνδυνες, ισχυρίστηκε από την πλευρά της η κατηγορούσα αρχή, ενώ οι κατηγορούμενες παραδέχθηκαν ότι η πράξη τους ήταν «ένα ηθικό λάθος».
Η δικαστής Μαρίνα Σίροβα απέρριψε το αίτημα των μελών των Pussy Riot να παρουσιαστεί ως μάρτυρας στη δίκη ο πατριάρχης Κύριλλος.
Γύρω από το δικαστήριο ήταν έντονη η παρουσία της αστυνομίας καθώς είχαν συγκεντρωθεί εκατοντάδες οπαδοί του συγκροτήματος.
Από την πλευρά τους, υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων επισημαίνουν ότι στόχος της δίκης είναι να φιμώσει τις οργανώσεις της αντιπολίτευσης. «Πρόκειται για πολιτική εκδίκηση και αντίποινα», δήλωσε ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Ρωσίας Μπόρις Νεμτσόφ.
Σε μια ανακοίνωσή της που εκδόθηκε από το Λονδίνο, η Διεθνής Αμνηστία ζήτησε την άμεση απελευθέρωση των μελών των Pussy Riot.
«Οι τρεις τραγουδίστριες δικάζονται επειδή πήραν μέρος σε μια ειρηνική διαμαρτυρία, δεν πρόκειται για ποινικό αδίκημα», αναφέρει η Αμνηστία. Η μη κυβερνητική οργάνωση εξέφρασε επίσης την ανησυχία της ότι η δίκη είναι «πολιτικά υποκινούμενη».
Ο ρώσος πρωθυπουργός Ντμίτρι Μεντβέντεφ υπερασπίστηκε τη δίκη σε συνέντευξή του στην εφημερίδα The Times (Λονδίνο), επισημαίνοντας ότι οι τρεις γυναίκες θα κινδύνευαν να καταδικαστούν σε μεγαλύτερες ποινές κάθειρξης, αν δικάζονταν σε άλλη χώρα.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)