H Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθέτησε και δημοσίευσε μια επικριτική έκθεση για τη Ρουμανία, η οποία βασίζεται στα συμπεράσματα της έρευνας του ευρωπαϊκού Μηχανισμού Συνεργασίας και Ελέγχου (ΜΣΕ), που παρακολουθεί την πορεία των μεταρρυθμίσεων στους τομείς της δικαιοσύνης και της καταπολέμησης της διαφθοράς.
Η πολιτική κρίση στη Ρουμανία συνέβαλε στον επικριτικό χαρακτήρα της ετήσιας έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κυρίως σε ό,τι αφορά το μέλλον της χώρας στο χώρο Σένγκεν.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ζοζέ Μπαρόζο δήλωσε σχετικά τα εξής: «Οι αναγκαίες ρυθμίσεις ελέγχου και εξισορρόπησης σε ένα δημοκρατικό σύστημα πρέπει να διασφαλίζονται. Παρά το γεγονός ότι, κατά την τελευταία πενταετία, συντελέστηκε πρόοδος όσον αφορά τη δικαστική μεταρρύθμιση και την καταπολέμηση της διαφθοράς, η πρόοδος αυτή τέθηκε εν αμφιβόλω εξαιτίας ορισμένων γεγονότων κατά τον προηγούμενο μήνα. Η Επιτροπή έχει διατυπώσει σοβαρές ανησυχίες σχετικά με το κράτος δικαίου και την ανεξαρτησία του συστήματος απονομής δικαιοσύνης στη Ρουμανία.
Ο πρωθυπουργός της χώρας, Βίκτορ Πόντα έλαβε υπόψη τις ανησυχίες που διατυπώθηκαν και συμφώνησε να προβεί σύντομα σε ενέργειες για τη διευθέτησή τους. Η Επιτροπή θα παρακολουθήσει την κατάσταση για να βεβαιωθεί για τη συμμόρφωση με τις εν λόγω δεσμεύσεις. Η κατεπείγουσα και απαρέγκλιτη υλοποίηση των συστάσεων που έχουν διατυπωθεί στο πλαίσιο του ΜΣΕ θα συμβάλει στη διασφάλιση ενός σταθερού, αξιόπιστου και φιλικού προς τις επενδύσεις οικονομικού περιβάλλοντος, καθώς επίσης στο να καθησυχασθούν οι χρηματοοικονομικές αγορές».
Σύμφωνα με την έκθεση, η Ρουμανία επιβάλλεται να διασφαλίσει τον σεβασμό του κράτους δικαίου και της ανεξαρτησίας του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, ούτως ώστε να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη των εταίρων της στην ΕΕ. Η έκθεση καλύπτει περίοδο πέντε ετών από την προσχώρηση της Ρουμανίας στην ΕΕ, το 2007, και περιλαμβάνει την αξιολόγηση της Επιτροπής σχετικά με την πρόοδο που έχει πραγματοποιήσει η Ρουμανία κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου, με έμφαση στους τομείς της δικαστικής μεταρρύθμισης και της καταπολέμησης της διαφθοράς.
Η έκθεση περιλαμβάνει μια σειρά συστάσεων τις οποίες η Ρουμανία καλείται να υλοποιήσει κατεπειγόντως. Η υλοποίηση των συστάσεων αυτών εκτιμάται ότι θα ισοδυναμούσε με τήρηση των δεσμεύσεων τις οποίες ο πρωθυπουργός Πόντα ανέλαβε έναντι του προέδρου της Επιτροπής.
Υιοθετώντας μια θεώρηση σε βάθος πενταετίας, η έκθεση καταδεικνύει ότι έχει συντελεσθεί πρόοδος. Πολλά από τα δομικά στοιχεία του νομοθετικού πλαισίου έχουν πλέον θεσπισθεί. Το κέντρο βάρους μετατοπίζεται πλέον στο θέμα της εφαρμογής.
Σύμφωνα με την έκθεση, η Ρουμανία έχει θέσει τα θεμέλια για τον ουσιαστικό εκσυγχρονισμό του δικαστικού της συστήματος.
Ωστόσο, παρά τις προόδους της Ρουμανίας, η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι στόχοι του ΜΣΕ δεν έχουν επιτευχθεί ακόμη. Σε ορισμένους τομείς, η εφαρμογή της νομοθεσίας έχει μόλις ξεκινήσει, ενώ σε άλλους ο ενστερνισμός κρίνεται ανεπαρκής, η δε πρόοδος, συνολικά, δεν είναι ακόμη βιώσιμη και μη αντιστρέψιμη. Οι τρέχουσες διχογνωμίες συνιστούν σοβαρή απειλή για την πρόοδο που έχει συντελεσθεί έως τώρα και εγείρουν σοβαρά ερωτηματικά για το μέλλον των μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη δρομολογηθεί.
Οι ανεπάρκειες της δικαστικής μεταρρύθμισης και της καταπολέμησης της διαφθοράς αποτελούν αιτία ανησυχίας για τη μεγάλη πλειονότητα των Ρουμάνων. Έρευνα του Έκτακτου Ευρωβαρομέτρου που διεξήχθη από την Επιτροπή τον Μάιο έδειξε ότι το 72% των Ρουμάνων επιθυμούσε τη συνέχιση της στήριξης που η Επιτροπή παρέχει για τις μεταρρυθμίσεις στη Ρουμανία, έως ότου η χώρα επιτύχει πρότυπα συγκρίσιμα με εκείνα που ισχύουν σε άλλα κράτη μέλη.
Λαμβανομένων υπόψη των πρόσφατων φαινομένων αμφισβήτησης του κράτους δικαίου και της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, η Επιτροπή θα εκδώσει νέα έκθεση βάσει του ΜΣΕ εντός του τρέχοντος έτους, προκειμένου να ελέγξει κατά πόσον έχουν διευθετηθεί οι ανησυχίες της και αποκατασταθεί οι δημοκρατικές ρυθμίσεις ελέγχου.
Ο Μηχανισμός Ελέγχου και Συνεργασίας θεσπίστηκε μετά την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας τον Ιανουάριο του 2007 και είχε προσωρινό χαρακτήρα. Κάθε χρόνο, η Επιτροπή αποφασίζει τη συνέχεια της λειτουργίας του. Πλέον, δεδομένων των εξελίξεων, η ολοκλήρωση του έργου του μηχανισμού αυτού φαίνεται ακόμα πιο δύσκολη, σχολιάζει η συντάκτρια.