Κι άλλα κακά νέα για τη μεσαία τάξη: η οικονομία ανακάμπτει, όχι όμως και οι θέσεις εργασίας. Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας σημαντικής νέας μελέτης που συνδέει μια μακροπρόθεσμη τάση στην αγορά εργασίας με τον επιχειρηματικό κύκλο της ύφεσης και της ανάκαμψης.
Δύο οικονομολόγοι, ο Νιρ Ζαϊμοβιτς από το Πανεπιστήμιο Ντιουκ της Βόρειας Καρολίνα και ο Χένρι Σιου από το Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολούμπια, ξεκινούν από μια από τις σημαντικότερες συνεχιζόμενες αλλαγές στις ανεπτυγμένες κοινωνίες της Δύσης. Πρόκειται γι'αυτό που οι περισσότεροι οικονομολόγοι αποκαλούν «πόλωση» της αγοράς εργασίας. Ο Μάαρτεν Γκουζ και ο Αλαν Μάνινγκ, επεκτείνοντας την έρευνα στη Βρετανία, μιλούν από την πλευρά τους για τη διπλή άνοδο των «απαίσιων και ελκυστικών» θέσεων εργασίας.
Χάρις στην τεχνολογία, επισημαίνουν, όλο και περισσότερες δουλειές ρουτίνας εκτελούνται από μηχανήματα. Το πιο γνωστό παράδειγμα είναι ο αυξανόμενος αυτοματισμός της κατασκευής βιομηχανικών προϊόντων. Τα μηχανήματα μπορούν όμως τώρα να εκτελούν και δουλειές γραφείου, όπως εκείνη που έκαναν ταξιδιωτικοί πράκτορες ή απόφοιτοι σχολών Νομικής με πολύ καλά πτυχία.
Οι δουλειές που μένουν χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Τις «ελκυστικές», όπως τον σχεδιασμό προγραμμάτων για ηλεκτρονικούς υπολογιστές ή τη σύνθεση πολύπλοκων οικονομικών συναλλαγών. Και τις «απαίσιες», όπως η συλλογή σκουπιδιών ή το καθάρισμα κρεμμυδιών στην κουζίνα ενός εστιατορίου.
Μια εκτεταμένη οικονομική έρευνα δείχνει ότι η πόλωση της αγοράς εργασίας συμβαίνει σε όλο τον δυτικό ανεπτυγμένο κόσμο. Και αυτό εξηγεί πολλές από τις κοινωνικές και πολιτικές εντάσεις που ζούμε τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, και ιδιαίτερα το αυξανόμενο χάσμα ανάμεσα στους ανθρώπους στην κορυφή και τη βάση της οικονομικής πυραμίδας, καθώς και την εξαφάνιση εκείνων που βρίσκονταν στη μέση και αποτελούσαν την πυξίδα και τη ραχοκοκκαλιά των κοινωνιών μας.
Αυτό που ανακάλυψαν οι Ζαϊμοβιτς και Σιου είναι ότι η πόλωση της αγοράς εργασίας δεν είναι μια αργή, εξελικτική διαδικασία. Σημειώνει, αντίθετα, βραχείες και απότομες εξάρσεις, που ταυτίζονται με τις οικονομικές κρίσεις. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, το 92% των απωλειών σε δουλειές ρουτίνας από τα μέσα της δεκαετίας του '80 σημειώθηκε σε ένα διάστημα δωδεκάμηνης ύφεσης.
«Νομίζουμε ότι οι υφέσεις είναι πρόσκαιρες, στην πραγματικότητα όμως οδηγούν σε αυτές τις μόνιμες αλλαγές», είπε ο Σιου στην Κρίστια Φρίλαντ των Νιου Γιορκ Τάιμς. «Το μεγάλο αίνιγμα γύρω από τους επιχειρηματικούς κύκλους ήταν γιατί μετά τις τελευταίες τρεις υφέσεις είχαμε ανάκαμψη χωρίς δουλειές. Η απάντηση είναι ότι εξαφανίζονται από το τραπέζι αυτές οι δουλειές μεσαίας ειδίκευσης».
Ο Σιου το συζήτησε με τον πεθερό του, που ήταν στέλεχος της πετρελαϊκής βιομηχανίας. «Αυτό ακριβώς έχει συμβεί», του απάντησε εκείνος. «Κάθε αντιπρόεδρος είχε μια γραμματέα, αλλά μετά την ύφεση έπρεπε την ίδια γραμματέα να τη μοιράζονται δύο αντιπρόεδροι. Οι υπόλοιπες γραμματείς απολύθηκαν».
Ένα άλλο παράδειγμα αναδεικνύεται από την έκθεση του Μαρτίου για την αμερικανική αγορά εργασίας. Από την έκθεση αυτή προκύπτει ότι χάθηκαν 34.000 θέσεις εργασίας στον τομέα των λιανικών πωλήσεων. Κι αυτό, παρά την πρόσφατη αύξηση των πωλήσεων στα καταστήματα. Πολλοί οικονομολόγοι αποδίδουν αυτή την αντίφαση στην αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου. «Πράγματι, οι πωλητές αποτελούν ένα από τα κλασικά παραδείγματα δουλειάς ρουτίνας», επισημαίνει ο Σιου, που δεν χάνει πάντως την αισιοδοξία του. «Αν δούμε την πορεία της Ιστορίας, συνειδητοποιούμε ότι η τεχνολογία είναι καλό πράγμα. Ασχολούμαστε μ'αυτό το θέμα εδώ και 200 χρόνια. Αρκεί να θυμηθούμε τους Λουδίτες».
Αυτή είναι μια σημαντική επισήμανση. Ολοι εμείς, ακόμη και η στριμωγμένη μεσαία τάξη, θα ήμασταν σε πολύ χειρότερη θέση αν οι Λουδίτες είχαν νικήσει και η Βιομηχανική Επανάσταση - το τελευταίο κύμα της οποίας είναι οι τελευταίες τρεισήμισυ δεκαετίες τεχνολογικής αλλαγής - δεν είχε επικρατήσει.
Είναι επίσης αλήθεια, όμως, ότι κάθε σεισμική αλλαγή, περιλαμβανομένης και της παρούσας, έχει νικητές και ηττημένους. «Η διαφορά με την εποχή των Λουδιτών», σημειώνει ο Σιου, «είναι ότι ο ρυθμός των τεχνολογικών αλλαγών είναι τόσο ταχύτερος, και ζούμε σε μια τόσο σύνθετη κοινωνία, ώστε είναι πιο δύσκολο από ποτέ να βρει κανείς μια καινούργια δουλειά».
(ΑΠΕ - ΜΠΕ)