Θα την αποκαλούμε D (Ντι). Ετσι θέλει η ίδια, σαν ένα είδος φόρου τιμής στο πρότυπό της, την «Ομικρον», από το ακραίο μυθιστόρημα σαδομαζοχισμού της Γαλλίδας Ντομινίκ Ορί (1954), το οποίο εν συνεχεία διασκευάστηκε για τον κινηματογράφο απόο τον Ζυστ Ζεκέν με τίτλο «Η ιστορία της Ο» (1975).
Ετσι όμως θέλει και το iefimerida για λόγους ασφάλειας. Οπως λέει και η ίδια, το «πράγμα» πάει πολύ βαθιά, αγγίζει υψηλά κοινωνικά στρώματα και ανθρώπους που δεν υπάρχει κανένας λόγος να εκτεθούν στην ανθρωποφαγική διάθεση των ΜΜΕ, αλλά και μεγάλου μέρους του κοινού, το οποίο είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι θα την παρεξηγήσει.
Η D είναι συντονίστρια του δεύτερου χρονολογικά και πρώτου σε εύρος συμμετοχής ανοικτού (δηλαδή, χωρίς χρηματική συνδρομή) φόρουμ BDSM της Ελλάδας, το οποίο αριθμεί πολλές εκατοντάδες μέλη. Σε αυτούς είναι γνωστή με το κιτς, όπως λέει και η ίδια, ψευδώνυμο «dora salonica». Δεν της αρέσει. Ετσι, όμως, έγινε γνωστή.
BDSM... όπως λέμε Bondage and Discipline, Sadism and Masochism: Δεσμά και Πειθαρχία, Σαδισμός και Μαζοχισμός. Ηλίου φαεινότερον πως το φόρουμ απευθύνεται σε όλους όσοι «βασανίζονται» από ερωτικές ανησυχίες πέραν της συμβατικής αναπαραγωγικής σεξουαλικής πράξης και θέλουν να βρουν έδαφος να τις κάνουν πράξη ή απλά συμβουλές, συζήτηση, κοινωνική αλληλεπίδραση.
Η D είναι μία υψηλού μορφωτικού επιπέδου σαρανταπεντάρα «υποτακτική» που ενίοτε μετασχηματίζεται σε «κυριαρχική». Είναι «switch», δηλαδή καταλαμβάνει – ανάλογα με τις ορέξεις και τις περιστάσεις – και τους δύο πόλους στη σχέση εξουσίας με τον άλλο. Κατοικεί στη Θεσσαλονίκη, αλλά έχει ως πεδίο δράσης της ολόκληρο τον πλανήτη: τα ερωτικά και όχι μόνο ταξίδια της την έχουν πάει από την Κωνσταντινούπολη μέχρι το Λονδίνο και από την Αθήνα μέχρι τη Νέα Υόρκη, όπου πριν από πολλά χρόνια σπούδασε «δημιουργική συγγραφή» και αμερικανική ποίηση. Συνέχισε τις σπουδές της στην Αγγλία και στη Θεσσαλονίκη και πλέον εργάζεται στον ευρύτερο χώρο των Ψ.
Μεγαλοαστικής καταγωγής, κάτι που φαίνεται αμέσως από την πρώτη κιόλας οπτική επαφή μαζί της, έχει τρία παιδιά, τα οποία έχουν επαρκή επίγνωση της «ιδιαιτερότητας» της μητέρας τους, και τρεις γάτες, τις οποίες λατρεύει.
Στο ερώτημα πώς αντιμετωπίζουν τα παιδιά της το γεγονός ότι σε ένα δωμάτιο του σπιτιού της διατηρεί «μπουντρούμι» (χώρο ειδικά διαμορφωμένο για σαδομαζοχιστικές ερωτικές πρακτικές), εκείνη απαντά: «με χιούμορ! Δεν γνωρίζουν τα πάντα, αλλά όσα χρειάζονται ώστε να έχουν μία συνειδητή, υγιή αντίληψη του πράγματος».
Προτού ξεκινήσει η συνέντευξη-ποταμός της στο iefimerida (από το οπτικοακουστικό υλικό της οποίας μόνο το ένα τρίτο βλέπει το φως της δημοσιότητας λόγω χώρου, αλλά και «ευαίσθητων» πληροφοριών που θα μπορούσαν να θίξουν τρίτους), μας γνωστοποίησε πως για να μας μιλήσει πήρε πρώτα άδεια από τον «Κύριό» της. Γιατί έτσι είναι η D: πιστή, «προσδεμένη», απόλυτα υποταγμένη στον κυριαρχικό Δεσπότη της. Απόδειξη το μεταλλικό λουκετάκι που μας γνωστοποιεί ότι φοράει στα χείλη του αιδοίου της, όση ώρα μιλάμε.
Το iefimerida σάς παραδίδει, λοιπόν, τη σκληρή, περιπετειώδη, επίπονη, τρυφερή, απάνθρωπη, ανθρώπινη, σπαρμένη με δάκρυα ηδονής και οδύνης ιστορία της D, μιας Ελληνίδας που ξεκίνησε να εξερευνήσει με τη θέλησή της την πολύμορφη γεωγραφία του ερωτισμού σε όλες τις εκδοχές του, έχοντας επιπλέον το θάρρος και την τόλμη να μιλήσει γι' αυτή την εμπειρία της ανοικτά και χωρίς περιστροφές, όχι για να σκανδαλίσει, αλλά για να αφυπνίσει, να δείξει ότι υπάρχει και αυτό.
Και όσο κι αν συμφωνούμε ή δεν συμφωνούμε μαζί της, αυτό οφείλουμε να της το αναγνωρίσουμε...
Πριν προχωρήσουν οι αναγνώστες στο κείμενο της συνέντευξης, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι το κείμενο περιέχει περιγραφές ερωτικών επεισοδίων και βίας που μπορεί να θίξουν την ευαισθησία τους.
Επίσης, το iefimerida αισθάνεται την ανάγκη να δημοσιεύσει, και πάλι προς προστασία της συνομιλήτριάς μας από ανεπιθύμητες παρεξηγήσεις, το mail που μας έστειλε μετά την ολοκλήρωση της συνέντευξης, όπου ξεδιάλυνε κάποια βασικά πράγματα:
«Απομόνωσα μερικά αποσπάσματα από την τριλογία που έχω γράψει και σας τα στέλνω. Διαλέξτε ό,τι νομίζετε εσείς καλύτερο. Ξέρω ότι δεν έχουμε και πάρα πολύ χώρο, οπότε ίσως διαλέξετε κάποιο χαρακτηριστικό απόσπασμα. Πάντως ελπίζω να σας αρέσουν.
Έχω μερικές παρατηρήσεις τώρα, αν μου επιτρέπεται.
Επειδή αυτά τα θέματα είναι δύσκολα, μπορεί κάποιος να τα παρεξηγήσει (είναι βέβαιο) και πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί όταν μιλούμε γι αυτά.
Το πρώτο θέμα είναι ότι δεν θα ήθελα να περάσει η άποψη ότι οι γυναίκες είναι "βλαμμένες".
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν έχουν να κάνουν με την ελλιπή απόλαυση που αποκομίζουν από την ζωή και από τις σχέσεις τους. Θα ήθελα να μπορούσα να τις βοηθήσω και μερικές ήδη τις βοηθώ, έστω και μόνο με την παρουσία μου. Σας το λέω γιατί κάπου με ρωτήσατε για τους άντρες και τις γυναίκες και ακούστηκα ίσως αρνητική προς τις γυναίκες. Δεν είμαι. Αλλά ξέρω ότι οι γυναίκες είναι αυτές που θα επιτεθούν, επειδή νιώθουν ανασφάλεια και φοβούνται. Θέλω λοιπόν να πω ότι είμαι στο πλευρό της γυναίκας και όχι εναντίον της.
Η ίδια η γυναίκα είναι εναντίον του εαυτού της και τον υπονομεύει, επειδή φοβάται. Κι εγώ θα ήθελα να πάψουν να φοβούνται οι γυναίκες, να πάψουν να φοβούνται τις επιθυμίες τους.
Το δεύτερο σημείο έχει να κάνει με τα δικαιώματα των γυναικών. Όλοι μας ξέρουμε ότι υπάρχουν ακόμη πτυχές της κοινωνίας βαθύτατα ρατσιστικές εναντίον της γυναίκας και βέβαια είμαι ενάντια σε αυτό. Όμως, το να αποποιείται την ίδια της την επιθυμία μία γυναίκα είναι ακόμη χειρότερο. Κανένας στο BDSM δεν υποστηρίζει ότι η γυναίκα υπάρχει για να προσφέρει απόλαυση στον άντρα ή να τον υπηρετεί ή ότι πρέπει να υπόκειται σε ρατσιστικές συμπεριφορές. Ο Κυριαρχικός σέβεται την υποτακτική του και την θεωρεί πολύτιμη και την θαυμάζει για τη δύναμή της. Γιατί θέλει δύναμη για να μπορέσει μία γυναίκα στις μέρες μας να πάει ενάντια σε όλες τις αποκρυσταλλωμένες απόψεις και συμπεριφορές. Είναι αναφαίρετο δικαίωμα μίας γυναίκας να ζει και να απολαμβάνει όπως το θέλει η ίδια.
Εάν απολαμβάνει προσφέροντας, αυτό δεν την κάνει χαζή, ούτε θύμα».
ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗΣ
-Αγαπητή D, πώς σκέφτεστε τον εαυτό σας;
Κάποιες φορές σκέφτομαι τον εαυτό μου κάτι σαν ακτιβίστρια του χώρου, αν και ξεκίνησα πολύ διαφορετικά... Ξεκίνησα από μία προσωπική αναζήτηση, για τον εαυτό μου και μόνο, πριν από αρκετά χρόνια, 7 συγκεκριμένα, το 2007. Στη συνέχεια μπήκα πολύ βαθιά μέσα στο χώρο και δικτυώθηκα, έγινα πάρα πολύ γνωστή, έχω κάνει πάρα πολλά πράγματα, με ενδιαφέρει να βοηθάω ανθρώπους να μαθαίνουν, κι έχω στήσει και το φόρουμ, ενώ διοργανώνω πάρα πολλές συναντήσεις, εκδηλώσεις, πάρτι, κάτι που το έχω δει στο εξωτερικό, όχι όμως στην Ελλάδα... μία δικτύωση, μία κοινωνική διεύρυνση αυτού του πράγματος.
Κι ενώ στην αρχή φαίνεται πολύ περιθωριακό, ωστόσο πάει πάρα πολύ βαθιά: υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που ασχολούνται, που θέλουν να ασχοληθούν, που φαντασιώνονται, που το ζούνε και δεν ξέρουν τι ζούνε, είναι παντού... Ας πούμε εγώ προσωπικά γνωρίζω 500 περίπου άτομα και είμαι ένα μόνο άτομο, φαντάσου πόσοι υπάρχουν!
Όταν βλέπεις γνωστά ξένα site του χώρου να έχουν εκατοντάδες χιλιάδες μέλη, καταλαβαίνει κανείς ότι μιλάμε για απίστευτα νούμερα. Οπότε, ναι, αισθάνομαι κάπως σαν ακτιβίστρια, αν και δεν είμαι τέτοια... Με ενδιαφέρει να πω πράγματα που νιώθω ότι έχω και πρέπει να πω. Υπάρχει κόσμος εκεί έξω, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, που υποφέρει πραγματικά, άτομα που δεν ξέρουν γιατί ψάχνουν αυτά που ψάχνουν και έρχονται και με ρωτάνε... και προσπαθώ όσο μπορώ, στο πλαίσιο του δυνατού, να βοηθήσω, γιατί δεν υπάρχουν στάνταρντ απαντήσεις σε αυτά τα πράγματα... Αλλά κάτι υπάρχει, μπορείς μέσα σε άκρες να το προσεγγίσεις λίγο πιο εύκολα, βέβαια μετά από κάποια χρόνια, γιατί στην αρχή, όταν μπαίνεις είσαι σαν χαμένος, εντελώς...
-Πώς ξεκίνησε αυτό; Έπαιξε ρόλο η διαμονή σας σε μεγάλες μητροπόλεις του κόσμου;
Το γεγονός ότι έζησα σε μεγάλες μητροπόλεις, όπως η Νέα Υόρκη, δεν έπαιξε κανένα ρόλο στη σεξουαλική μου διαμόρφωση. Το «μικρόβιο» το είχα πολύ πριν πάω εκεί. Το ζούσα ήδη στις σχέσεις μου από 16 ετών. Ωστόσο, για πολλά χρόνια, δεν ήξερα τι είναι αυτό, δεν ήξερα ότι υπάρχει «οργανωμένο έγκλημα» (γέλια). Νόμιζα πως μόνο εγώ είμαι έτσι. Νόμιζα πως είμαι ανώμαλη. Δεν ήξερα ότι υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι που είναι έτσι.
Είχε ξεκινήσει ήδη από την παιδική ηλικία και εκφραζόταν μέσα από τα παιχνίδια με τα άλλα παιδάκια. Όταν παίζαμε, ας πούμε, «Γερμανοί και φυλακισμένοι», ήμουν πάντα αυτή που τη βασάνιζαν. Το ίδιο συνέβαινε και όταν παίζαμε «γιατρό και ασθενή». Ήμουν πάντα η ασθενής (γέλια). Αντλούσα απόλαυση σωματική από φαντασιώσεις τις οποίες τροφοδοτούσαν κάποια εξωτερικά ερεθίσματα. Παραδείγματος χάρη, θυμάμαι χαρακτηριστικά μία σκηνή κινηματογραφικής ταινίας στην οποία ο Γιάννης Βόγλης βιάζει την Έλενα Ναθαναήλ στο σπιτάκι του ψαρά: αυτό για μένα, στην ηλικία των 11 χρονών, ήταν ένα τεράστιας σημασίας ορόσημο. Πέρασα τουλάχιστον 1 χρόνο με αυτή τη φαντασίωση.
Ξεκίνησα λοιπόν ως μαζοχίστρια, όχι όμως και τόσο με την έννοια κάποιας που αποζητά τον πόνο, αλλά με την έννοια της υποταγής, της σχέσης και ειδικότερα της σχέσης εξουσίας. Αυτό έχει τεράστια σημασία. Δεν είμαι αλγολάγνα, δεν μου αρέσει ο πόνος, δεν είμαι τρελή... γιατί να μου αρέσει ο πόνος! Καθόλου δεν μου αρέσει ο πόνος.
-Θα θέλατε να μας μιλήσετε λίγο για τα παιδικά και εφηβικά σας χρόνια;
Λοιπόν, από μικρή ήδη ηλικία, έχω καταλάβει ότι έχω παράξενες φαντασιώσεις και αντλώ διάφορα πράγματα από το περιβάλλον, ερεθίσματα προς τα οποία αμέσως προσανατολίζομαι. Και σε κάποια φάση βλέπω την ταινία «Η ιστορία της Ο». Εκεί πλέον έχω καταλάβει ότι "εδώ είμαστε", ότι αυτός είναι ένας πολύ ωραίος τρόπος για να σχετίζεται κανείς, σκέφτηκα τότε. Και στα 16 μου, ούσα σε μία σχέση, κανονική σχέση με ένα μεγαλύτερό μου αγόρι – ήταν γύρω στα 20 – του λέω κάποια στιγμή εκεί που κάναμε σεξ "χτύπα με". Παθαίνει αυτός, παγώνει, δεν ήξερε τι να κάνει. Εγώ επέμενα: "χτύπα με". Πράγμα το οποίο και έκανε. Τότε ήταν που κατάλαβα συνειδητά ότι έτσι εγώ σχετίζομαι σεξουαλικά. Ότι είμαι πιο καλά έτσι. Εκείνη την εποχή δεν ήξερα κάτι καλύτερο. Το "χτύπα με" ήταν κάτι το συμβολικό. Κι ωστόσο δεν υπήρχε κανένας βαθμός αλγολαγνείας, παρά μόνο η απόλαυση μέσα από τη σχέση εξουσίας πάνω μου: το γεγονός ότι εγώ βρίσκομαι εδώ πέρα για την ευχαρίστηση του άλλου στον οποίο ανήκω ψυχή τε και σώματι. Έτσι το έβλεπα. Έτσι το σκηνοθετούσα με τη φαντασία μου. Σκηνοθετούσα την απόλαυση με αυτό τον τρόπο. Και ποιος όμως δεν σκηνοθετεί την απόλαυση;
-Από εκεί και πέρα;
Από εκεί πέρα, σε όλες μου τις σχέσεις υπήρχε αυτό το στοιχείο που το ζητούσα μόνη μου. Άρχισα να έχω εργαλεία, μαστίγια, βιντεοκασέτες με αυτή τη θεματολογία, περιοδικά... Υπήρχε μία φοβερή σειρά τότε, η Comics Erotica που είχε βγάλει τα έργα του μαρκήσιου ντε Σαντ σε κόμικς, την «Ιστορία του ματιού» του Ζορζ Μπατάιγ… την έχω ακόμη αυτή τη σειρά!
Και πάλι όμως δεν είχα ακόμη καταλάβει ότι αυτό είναι κάτι οργανωμένο, ότι υπάρχει εκεί έξω στην πραγματική ζωή. Νόμιζα ότι αυτό είναι απλά λογοτεχνία και ότι εμένα μου μιλάει καλύτερα. Ε, μετά έβαζα και τον εκάστοτε σύντροφο να συμμετέχει σε αυτά τα πειράματα. Ό,τι έβλεπα σε κάποια ταινία ή ό,τι διάβαζα, έλεγα “Α! Ας το κάνουμε και αυτό” και το κάναμε με εμένα πάντα "από κάτω".
Τι ακριβώς αποζητούσατε;-
Ήθελα να υπάρχει ανάμεσα σε μένα και το σύντροφό μου μεγαλύτερη απόσταση απ’ ό,τι σε ένα συνηθισμένο ζευγάρι. Αυτή την απόσταση μπορείς να την εισάγεις με πολλούς τρόπους. Μπορεί ας πούμε ο άντρας να δέσει τη γυναίκα. Να την ακινητοποιήσει. Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που δεν το κάνουν πάρα πολλά ζευγάρια: να είναι η άλλη δεμένη χειροπόδαρα, με πολύ άβολους τρόπους, να έχει μανταλάκια στα γεννητικά της όργανα, στις θηλές, κ.ο.κ. Και αυτό είναι, νομίζω, κάτι που δεν το κάνουν πάρα πολύ συχνά. Το μαστίγωμα, επίσης, καταλαβαίνετε... όχι μέχρι να βγει αίμα, αλλά ένα μαστίγωμα απλό. Απλό! Τι θα πει απλό μαστίγωμα... Ας πούμε ισορροπημένο, δοσολογημένο (γέλια).
Αυτό φαίνεται κατευθείαν από τη γλώσσα του σώματος.. δηλαδή, αν ο άλλος αρχίσει να κουνιέται έντονα και να κλαίει και να ουρλιάζει, ε αυτό είναι υπερβολικό. Όταν όμως η άλλη βογκάει από ηδονή, ε τότε συνεχίζεις! Ο καθένας έχει το δικό του κατώφλι. Το δικό μου δεν είναι ιδιαίτερα υψηλό, εννοώ ότι λίγα πράγματα κάνω στο θέμα του πόνου. Έχω κάνει και ακραία πράγματα, αλλά ήταν από καθαρή βλακεία. Ήταν επειδή ήμουν αχόρταγη. Υπάρχει διαφορά... Γι’ αυτό σας λέω, δεν χρειάζεται πάρα πολύ... ήπια πράγματα... είναι περισσότερο η εικόνα!
-Παίρνατε λοιπόν μία απόσταση...
Έπαιρνα λοιπόν μία απόσταση. Μία απόσταση μπορεί να μπει, λόγου χάρη με μια μάσκα. Τον άντρα μου, ας πούμε, μια φορά τον έβαλα να φορέσει μάσκα, μία φρικτή μάσκα γέρου. Οπότε δεν έβλεπα το αγαπημένο του πρόσωπο μπροστά μου... Ήταν σαν να με βιάζει ένας ξένος. Ή να φορέσει γάντια... γάντια ιατρικά και μετά να με αγγίξει. Βλέπετε λοιπόν πως μπαίνει η απόσταση: δεν είμασταν φιλαράκια εκείνη την ώρα, μπαίναμε σε άλλο mode... ο ένας εξουσιάζει τον άλλο... του τύπου "κάτσε τώρα εδώ γιατί πρόκειται να κάνουμε κάτι πάρα πολύ σημαντικό... θα προχωρήσουμε τη σχέση μας σε ένα άλλο επίπεδο". Μετά επιστρέφαμε πάλι στην πραγματικότητα και είμασταν σύντροφοι, αγαπημένοι, φίλοι κλπ. Όλα γίνονται για τη διέγερση, αλλιώς δεν υπάρχει τίποτα, δεν κάνει κουκου...
-Και πίσω από τη διέγερση; Υπάρχει κάτι μεταμφιεσμένο;
Τα πράγματα είναι πάρα πολύ απλά, τόσο απλά που ντρέπομαι να τα αναλύσω! Το θέμα είναι η ενοχή. Η επιθυμία γεννάει πάντα ενοχή. Είναι τόσο απλό. Και για να μην έχεις ενοχή είναι ηλίου φανεινότερον ότι θα μεταθέσεις αυτή την επιθυμία στον άλλο. Σε σημείο ώστε ο ένας να αντανακλά την επιθυμία του άλλου, κάπως έτσι.
Για να επιθυμήσεις από μόνος σου έτσι αόριστα είναι πράγμα δύσκολο. Βλέπεις τον άλλο και τον επιθυμείς. Και ο άλλος όμως επιστρέφει κάτι. Είναι σαν εκείνο το περίφημο ανέκδοτο του Λακάν που πάει σε ένα κινέζικο εστιατόριο και δεν μπορεί να διαβάσει το μενού γιατί είναι στα κινέζικα και φωνάζει τη σερβιτόρα και τη ρωτάει: "μα τι λέει εδώ;" κι εκείνη του εξηγεί το μενού με αποτέλεσμα αυτός επιτέλους να καταλάβει τι θέλει να φάει ο άνθρωπος...
Κάπως έτσι είναι. Ο άλλος μας γεννάει κάποια συγκεκριμένα πράγματα. Ξέρουμε πάνω-κάτω τι θέλουμε από τον άλλο και ο καθένας θέλει διαφορετικά πράγματα.
Επειδή λοιπόν αυτή η επιθυμία είναι ένοχη, μπορείς να παρακάμψεις την ενοχή, φορτώνοντας την στον άλλο. Εάν ο άλλος δεχτεί να την κουβαλήσει για σένα, τότε τέλεια: μαζοχισμός... Δέσε με, χτύπα με, ό,τι κι αν γίνει, όσες φορές και να τελειώσω, εσύ φταις για όλα, μη μου μιλάς κτλ.
Θα μου πεις: μα αυτό είναι κάπως αυνανιστικό! Ναι, είναι αυνανιστικό, τι να κάνουμε τώρα, όλος ο κόσμος της φαντασίας που συνδέεται με τον ερωτισμό είναι αυνανιστικός...
Πέρα απ' όλα αυτά, όμως, θα έλεγα πως πάνω απ' όλα εγώ πιστεύω στον έρωτα. Στον έρωτα όπως παρουσιάστηκε από τη Διοτίμα, πολύ πριν από τον Λακάν. Ξέρανε πολλά περισσότερα οι αρχαίοι. Οι πρόγονοί μας τα είπαν πολύ καλύτερα και τα είπα όλα.
-Μπορείτε να γίνετε λίγο πιο επεξηγηματική;
Ο Έρως με «Ε» κεφαλαίο, και όχι οι ψιλοκαψούρες με τον ωραίο ή την ωραία απέναντί μας, είναι η πλήρης, βαθιά επικοινωνία με τον άλλο και όχι ένα παιχνιδάκι του τύπου "η επιθυμία είναι δικιά μου, δικιά σου κτλ". Πρόκειται για πολύ βαθιά επικοινωνία. Η σχέση αυτή όμως είναι βαθιά εξουσιαστική. Όχι με την έννοια του "καταβροχθίζω τον άλλο", όπως κάνουν στην καθημερινότητά τους δισεκατομμύρια ζευγάρια με τον εντελώς ανθρωποφαγικό τους τρόπο... Εγώ, προσωπικά, στα vanilla χρόνια μου, ήμουν ικανή να σκοτώσω το σύντροφό μου, μόνο και μόνο για να μην τον έχει καμία άλλη. Είναι τρομερό, απίστευτα προβληματικό: ζήλιες, εντάσεις κτλ.
-Οπότε, για σας ο έρωτας είναι...
Για μένα, ο έρωτας είναι μία σχέση εξουσίας στο πλαίσιο της οποίας ο ασθενέστερος ενσωματώνεται στον ισχυρό. Αυτό, εμείς του BDSM χώρου, το ονομάζουμε DS, domination-submission, κυριαρχία-υποταγή. Η πεμπτουσία του καθαρού έρωτα είναι DS: δηλαδή, εγώ είμαι σε σχέση με κάποιον στον οποίο εγώ έχω ενσωματωθεί. Ζω υπό την ομπρέλα του. Όπως ήταν η σχέση του Σωκράτη με τον Αλκιβιάδη, μία σχέση βελτίωσης, mentoring, και όχι μία εγελιανή διαλεκτική σχέση κυρίου-δούλου. Δεν πάω να κάνω σκλάβο τον αφέντη μου. Έχω τη θέση μου και μου αρέσει πολύ αυτή θέση μου. Και είναι μία θέση από την οποία απολαμβάνω ασφάλεια, προστασία, αγάπη και αποδοχή. Όσο ανώμαλη και να είμαι, με δέχεται.
-Σε αυτή τη στάση υποταγής σας δεν υπάρχει ωστόσο και ένα στοιχείο κυριαρχίας πάνω στον κύριό σας;
Αν υπάρχει κάποιο στοιχείο κυριαρχίας μου, αυτό υπάρχει στο βαθμό που συμμετέχω στην κυριαρχία ως υποτασσόμενη. Εκλαμβάνω αυτό που μου δίνει ως προσφορά ενός δώρου: ζώντας με αυτό τον τρόπο, ζω πρώτα απ' όλα πιο λειτουργικά, ζω καλύτερα...
Στην εποχή μας, υποτίθεται πως όλοι πρέπει να είναι δυνατοί, ανεξάρτητοι, κυριαρχικοί, να πατάνε επί πτωμάτων κτλ. Υπάρχουν όμως πολλοί άνθρωποι που δεν το μπορούν αυτό και ζούνε καλύτερα όταν σχετίζονται, σε ένα πλαίσιο προσάρτησης στον άλλο. Και όντως ζούνε καλύτερα. Εάν εγώ ζω καλύτερα έτσι, δεν είναι προτιμότερο για μένα και τους γύρω μου; Εγώ λοιπόν ζω έτσι, σχετιζόμενη, και πιστεύω ότι θάλλω έτσι.
Αυτό που βλέπεις είναι απόρροια μιας τέτοιας σχέσης. Αν με έβλεπες πριν από 7 χρόνια θα έβλεπες μπροστά σου ένα σαχλοκούδουνο, ένα εντελώς διαφορετικό άτομο. Υπήρξε μία πορεία, μία βελτίωση, μία ολοένα αυξανόμενη αυτογνωσία, κάτι...
Ωστόσο, μέσα από την απομάκρυνση για την οποία μιλούσα, έρχομαι απίστευτα κοντά στον άλλο. Να φανταστείτε, ο "κύριός" μου μού φιλάει τη μύτη, μέχρι μέσα στα ρουθούνια μου! Πιο κοντά από αυτό δεν υπάρχει... Είναι μία φρικτή διείσδυση, πολύ πιο έντονη από το σεξ.
Φαντάσου δύο άτομα που έχουν το ίδιο πλέγμα αξιών, το ίδιο πλέγμα φιλοδοξιών, με την έννοια ότι "κοίταξε, εμένα δεν μου αρέσει να ζω πατώντας επί πτωμάτων", όσο χριστιανικό και αν ακούγεται, αν και δεν είναι χριστιανικό, αλλά βαθιά ελληνικό...
Πιο κοντά στο Θεό δεν μπορώ να φτάσω... πιο κοντά στην πλήρη αποδοχή από τον άλλο και στην πλήρη συγχώρεση. Αν κάνω λάθος απλά θα τιμωρηθώ. Θα πει: "τι χαζομάρες έκανες, φάε τώρα ένα χέρι ξύλο να μάθεις!".
-Μα εσείς είστε τελικά μία κανονικότατη περίπτωση ανθρώπου, για να μην πω μια «Αγία»...
Κοιτάξτε, ο ψυχικός πόνος είναι τεράστιος και προκειμένου να μην έχεις ψυχικό πόνο, λες στον άλλο "κόψε ό,τι θέλεις, πάρε δάκτυλα, μύτες, ό,τι βρεις", αρκεί να γλιτώσεις από αυτό το πράγμα. Πόσοι άνθρωποι δεν αυτοκτονούν, επειδή δεν αντέχεται ο ψυχικός πόνος!
Εκεί πιστεύω ότι το γυρνάνε στο μαζοχισμό για να αποφύγουν μεγαλύτερο πόνο. Και έχουν γίνει και έρευνες σχετικά με αυτό, τις οποίες έχω στα χέρια μου: σε ένα συμπόσιο ψυχιάτρων που έγινε πριν από περίπου 5 χρόνια, ειδικοί ανέλυσαν περιπτώσεις ανθρώπων που ήταν μαζοχιστές – κυρίως μαζοχίστριες – οι οποίες (βοηθούμενες από γιατρούς να βρουν τις ισοορροπίες τους) μόλις γιατρεύτηκαν από το μαζοχισμό τους, αμέσως έπαθαν καρκίνο. Και έλεγε ο γιατρός: μόλις τους πάρεις τον πόνο τους, το σώμα αντιδρά με αρρώστεια! Είναι τρελό πραγματικά... Μήπως ο μαζοχισμός είναι ένας τρόπος να αποφύγεις τα χειρότερα; Πρόκειται για ζήτημα ψυχικής οικονομίας.
-Θα μπορούσατε να μας μιλήσετε για τα ακραία πράγματα που έχετε κάνει;
Δεν ξέρω κανέναν στην Ελλάδα που να έχει κάνει πιο ακραία πράγματα από μένα. Έχω κάνει μέχρι και αιδοιορραφή (γέλια). Μπορεί να φαίνομαι ότι είμαι πολύ νορμάλ, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν έχω περάσει κυριολεκτικά "δια πυρός και σιδήρου"... Έχω υποστεί μέχρι και "σφράγισμα" στον ώμο με πυρρακτωμένο σίδερο!
Στην πραγματικότητα, όταν πηγαίνεις να συναντήσεις κάποιον που δεν έχεις ποτέ στη ζωή σου, διότι αυτά τα πράγματα γίνονται μέσω διαδικτύου, μπορεί να τσιμπήσεις με δυο ωραία λόγια που θα ακούσεις και να πας να τον βρεις. Μπορεί να αποδειχτεί ό,τι καλύτερο όπως και ό,τι χειρότερο.
Όταν εγώ πρωτομπήκα στο χώρο, είχα βάλει μία αγγελία στο διαδίκτυο στην οποία έλεγα: "φιλοδοξώ να γίνω η Όμικρον". Έτσι ξεκίνησα το 2007. Αυτή ήταν η δική μου φαντασίωση, να γίνω η Όμικρον. Και πίστευα ότι μπορώ να βρω κάποιον που θα με κάνει Όμικρον. Σαραντάρα τότε. Ψιλοτρελά πράγματα (γέλια), αλλά χωρίς όνειρο δεν αξίζει να ζεις. Οι άνθρωποι πρέπει να ονειρεύονται. Λοιπόν, αυτό ήταν το δικό μου όνειρο.
Πήγα, λοιπόν, και συνάντησα κάτι πολύ παράξενα τυπάκια από την Αθήνα, οι οποίοι αυτό που μου έδιναν ήταν μία συνεύρεση της μίας ώρας, σε κάποιο ξενοδοχείο, όπου επιδίδονταν σε πράξεις SM (σαδομαζοχισμού), καθαρό SM: δηλαδή, ψιλοεξευτελισμός, πόνος, σεξ (με την έννοια της χρήσης, του «κρέατος») και γεια σας και μη τον είδατε μετά...
Και έλεγα εγώ: μα αυτό είναι μία χαζομάρα... Είναι δυνατόν; Αυτό είναι το όνειρό μου; αυτό ψάχνω; αυτό μπορούσα να το βρω όποτε θέλω.
-Και τι τελικά είναι αυτό που σας διαφοροποιεί από τους άλλους «κανονικούς» ανθρώπους;
Δεν διαφέρουμε σε τίποτα εμείς του SM, απλά αλλάζουν τα αξεσουάρ. Εκεί που μια ωραία γυναίκα θα βάλει ζαρτιέρες για να διεγείρει το σύντροφό της, εγώ θα εμφανιστώ με ένα κολάρο για σκύλους. Αυτά είναι τα props που λέμε, τα σκηνικά. Αντί να πω "ό,τι θέλεις Γιάννη μου", θα πω "μάλιστα κύριε!" (γέλια). Έχουμε το πρωτόκολλο. Το πρωτόκολλο μας βάζει σε ένα mode, σε ένα slave mode: τώρα θα κάνουμε κάτι που αποτελεί έκφραση της σχέσης που ήδη έχουμε.
Τώρα, όσον αφορά τα ακραία πράγματα, ναι έχω ακούσει για πολύ ακραία πράγματα, με την έννοια της κακοποίησης: σωματική κακοποίηση, εκμετάλλευση, ακόμη και χρηματική εκμετάλλευση, θύμα της οποίας έχω πέσει κι εγώ... μου φάγανε μερικά λεφτά (γέλια). Ουσιαστικά, ο μόνος κίνδυνος είναι η ευτέλεια, κοινώς το να κάνεις μαλακίες. Το να πηγαίνεις απλά με κάποιον και να του λες, οκ τώρα δείρε με μπας και φτάσουμε στην έκσταση. Και τελείωνει η φάση και δεν έχει επέλθει καμία έκσταση. Μονάχα ευτέλεια. Αν είναι έτσι τότε πήγαινε καλύτερα να κάνεις bungee jumping.
-Μια που κάνατε λόγο για πρωτόκολλο, υπάρχουν κάποιες βασικές αρχές στο BDSM;
Οι βασικές αρχές του BDSM είναι το SSC, που είναι τα αρχικά των λέξεων safe, sane και consensual. Δηλαδή, πρέπει να είναι ασφαλές, λογικό και συναινετικό. Υπάρχουν πάρα πολλοί που θέλουν να ζήσουν μία σχέση κυριαρχίας και υποταγής χωρίς να ξέρουν πώς να επιδοθούν σε αυτή... Κάνουν SM μόνο και λένε: εμένα μ΄αρέσει να με μαστιγώνουν, να μου βάζουν σφήνες πρωκτικές, να καίνε πάνω μου τσιγάρα κτλ. Έχουν μία λίστα και λένε: να η λίστα, τα κάνουμε μαζί; Πώς σας ακούγεται αυτό; Ηλίθιο δεν είναι... μα είναι μία ηλιθιότητα. Και πιστεύουν ότι κάνουν SM... Ε, λοιπόν αυτό δεν είναι SM.
H ευτέλεια καραδοκεί και πρέπει να προσέχουμε πολύ και να μην κάνουμε τέτοιες βλακείες. Είναι πολύ προτιμότερο να προσεγγίσεις τον άλλο και να τον ανακαλύψεις και τα βίτσια θα βγουν σιγά σιγά από μόνα τους. Όλοι έχουν βίτσια... ο πατέρας μου, ο πατέρας σας... Είμαι βέβαιη ότι όλοι έχουν τα βίτσια τους. Όλα είναι μέσα στην ανθρώπινη συμπεριφορά... Ο Φρόιντ το είπε: δεν υπάρχει καμία ανώμαλη συμπεριφορά εκτός από τη μη ερωτική συμπεριφορά, την απουσία ερωτικής συμπεριφοράς. Αυτή είναι η μόνη ανωμαλία... Όταν ο άλλος δεν έχει καμία ερωτική συμπεριφορά, τότε είναι προβληματικός... Όλα τα άλλα είναι δεκτά.
Εκεί, λοιπόν, θα βρεις όλα τα βίτσια του κόσμου... Και φετιχισμό θα βρεις, και μαζοχισμό θα βρεις, και σαδισμό... Ποιος δεν έχει κάποιες λίγες τάσεις σαδισμού; Σημασία έχει να έχεις συνείδηση του ότι τώρα εγώ δίνω φωνή σε κάτι λίγο πιο ζωώδες μέσα μου... Όλα όμως να είναι υπό έλεγχο. Όπως είπα: ασφαλές, λογικό και συναινετικό. Δεν του κόβουμε τα δάκτυλα του άλλου, δεν τον ευνουχίζουμε... Υπάρχουν φάσεις που ευνουχίζουν... Εγώ γνωρίζω την περίπτωση μιας κοπέλας στη Ρωσία που έχει ευνουχίσει δύο-τρεις. Ακραίο δεν είναι; Ακραίο είναι... Πήγε και τους τα έκοψε, σε ένα show σε κλαμπ... Τη φωνάξανε να κάνει ακριβώς αυτό το πράγμα, να ευνουχίσει τρία άτομα, τα οποία θέλανε να ευνουχιστούν... Και πήγε και τα ευνούχισε. Το θέλανε, τους άρεσε πάρα πολύ η ιδέα! Ε αυτό είναι ηλίθιο. Αυτό δεν είναι BDSM για μένα, αλλά χαζομάρα. Εντάσσεται στο BDSM αυτό; Ε, εντάσσεται, ξέρω γω; Όπου υπάρχει ερωτική βία υπάρχει BDSM. Εκεί, όμως, που μια μπατσούλα φτάνει, γιατί να πας να του κόψεις όλο το πέος του άλλου... Σεβόμαστε τον άνθρωπο πάνω απ' όλα. Είναι στην κορυφή της πυραμίδας.
-D, σας ευχαριστούμε πολύ.
Ομοίως...
Ακολουθούν αποσπάσματα από την ανέκδοτη τριλογία της: Τα Ερωτικά Ημερολόγια της D. Υπενθυμίζουμε και πάλι ότι τα παρακάτω περίεχουν περιγραφές ερωτικών επεισοδίων που μπορεί να θίξουν την ευαισθησία ορισμένων αναγνωστών:
ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ
Το ταξίδι της D είναι ένα κείμενο που στις μέρες μας ονομάζεται interactive. Δημιουργήθηκε για να σπρώξει λίγο την πραγματικότητα πάνω στις ράγες της, να τη βοηθήσει να προχωρήσει ενάντια στην αταραξία της πεθαμένης καθημερινότητας και να την βουτήξει στον εφιάλτη, όπως βουτάμε το κουλουράκι βουτύρου στα κατακάθια του καφέ μας. Δεν είναι περισσότερο πορνογραφικό από την καθημερινή μας ζωή, από τους συνεχείς μικρούς μας θανάτους που πλέον συντελούνται αδιάκοπα, στιγμή με στιγμή. Υπάρχει κάποιο όριο πέρα από το οποίο η συντριβή δεν προκαλεί καμία έκπληξη, καμία αντίδραση, κανέναν πόνο. Αν πρέπει να συνομιλήσεις με τη ροή των γεγονότων για να τα προκαλέσεις, τότε γράφεις ένα κείμενο interactive. Είναι αντίδοτο στη χαύνωση, αλλά συνάμα σύμπτωμά της.
Τα γεγονότα προκαλούνται για να γραφτεί ακόμη μία σελίδα του βιβλίου. Οι ήρωες είναι μαριονέτες που κινούνται από νήματα αόρατα. Οι πράξεις τους δεν είναι αποτέλεσμα συνειδητών επιλογών, αλλά σπασμωδικές ονειρώξεις που έρχονται όχι στο σκοτάδι του κρυφού μας δωματίου μα μέσα στο άπλετο φως της ανάγκης. Δεν είναι άνθρωποι με την πλήρη σημασία της λέξης. Είναι άνθρωποι που προσπαθούν να γίνουν άνθρωποι αλλά συνεχώς τους ξεγλιστράει αυτή η άπιαστη έννοια της ταυτότητας και παραμένουν ξύλινοι, παγιδευμένοι ένα βήμα πριν την υπέρβαση, βιώνοντας τον εφιάλτη της έλλειψης νοήματος. Με αυτή την έννοια και μόνο είναι βρώμικοι. Παραμένουν μακριά από το ιδεώδες γιατί είναι ανίκανοι να βγουν από την ανάγκη που τους δημιούργησε και να αντικρίσουν τις ελλείψεις τους. Κι έτσι ζουν τον εφιάλτη αδυνατώντας να γίνουν τραγικοί. Η γελοιότητά τους προκαλεί μόνο αποστροφή.
Η D είναι ένας μικρός Νέρωνας. Αναζητεί την ποίηση και την μαγεία του νοήματος. Όμως αδυνατεί να αγγίξει το άξιο, ενώ το επιθυμεί με όλη τη δυστυχία της ανικανότητάς της. Δεν είναι τρελή αλλά δεν έχει επίγνωση των πράξεών της. Είναι τολμηρή αλλά ανάξια. Θλιμμένη αλλά απάνθρωπη. Μοναχική αλλά ατάλαντη. Στερείται έμπνευσης. Πού να την βρει άλλωστε; Ταξιδεύει στα απρόσωπα δωμάτια των ξενοδοχείων της Συγγρού, στις βρώμικες αποθήκες ύποπτων εταιριών, στα καλοβαλμένα διαμερίσματα του Παλαιού Φαλήρου, όπου συντελούνται οι πιο απίθανες πράξεις της αναζήτησης ενός ονείρου. Ρέκβιεμ για ένα όνειρο, πραγματικά. Για να γράψει το ποίημα της ζωής της, την καίει. Κάθεται μπροστά στον υπολογιστή της και χτυπάει με μανία τα πλήκτρα. Παθιάζεται με τα ξύλινα ανθρωπάκια της. Νομίζει πως ζει. Αγγίζει σχεδόν την ένταση. Το ακραίο.
Αλλά το βράδυ που γυρίζει μόνη στο σπίτι της ξέρει. Η ζωή είναι αλλού.
CAT ON A HOT TIN ROOF
Την Τετάρτη, ο V με έδεσε στο κρεβάτι, με τα πόδια ανοιχτά.
«Θα μείνεις εδώ δεμένη για λίγες μέρες. Έχεις την άδεια να νιώσεις όσο ερεθισμένη θέλεις, αλλά δεν έχεις την άδεια να έρθεις σε οργασμό, μέχρι να σου πω εγώ. Κατάλαβες;»
Πάντα είχα πρόβλημα με την επιθυμία μου. Συνήθως υποκύπτω εύκολα στις ορμές μου, σαν να είμαι γάτα πάνω σε καυτή στέγη. Τι είδους σκλάβα είναι αυτή που δεν εξαρτά τον οργασμό της από τον Αφέντη της και εξαρτάται από τις ορμές του κορμιού της; Ω, τον καταλάβαινα απόλυτα...
Η πρώτη μέρα πέρασε ανώδυνα. Ήμουν γυμνή, με τα στήθη μου να δείχνουν προς το ταβάνι, γιατί οι κρίκοι έκαναν τις ρώγες μου να ορθώνονται. Πότε πότε ερχόταν ο V και τράβαγε τους κρίκους. Το έκανε από καθαρό σαδισμό, γελώντας. Έχωνε δύο δάχτυλα μέσα στην υγρότητα του κόλπου μου και μετά τα έβαζε στο στόμα μου, κοιτάζοντάς με, με τα ματάκια του να λαμπυρίζουν χωμένα στις κόγχες τους. Στο τέλος με παρατούσε σύξυλη.
Αγαπώ πολύ τους σαδιστές.
Δεν βαριόμουν καθόλου, ο V είχε φροντίσει να μη βαρεθεί το γατάκι του. Είχε συνδέσει τον υπολογιστή με την τηλεόραση και μου έβαζε να βλέπω συνέχεια επεισόδια με τον Dr. House, που είναι σίγουρα δικός μας. Είχε ξεκινήσει από τον πρώτο κύκλο. Έτσι πέρασε η πρώτη μέρα, στάγδην.
Την επομένη με έλυσε για λίγο και με άφησε να περπατήσω γύρω γύρω στο διαμέρισμα για να ξεμουδιάσω. Πρόσεχε φυσικά να μην αγγίζω καθόλου τον εαυτό μου. Με έβαλε να σταθώ μπροστά του, εξέτασε προσεκτικά το κορμί μου και έμεινε ικανοποιημένος. Τα γεννητικά μου όργανα ήταν σε πλήρη διέγερση, η επιθυμία είχε μετατρέψει την κλειτορίδα μου σε ένα μικρό πέος.
Μετά με ξανάδεσε στο κρεβάτι, με τα πόδια ανοιχτά. Το ίδιο βράδυ ήρθε ένας φίλος του για επίσκεψη. Ο V με έδειξε στο φίλο του, ο οποίος ενδιαφέρθηκε πολύ για την περίπτωσή μου. Του ζήτησε την άδεια να παίξει λίγο μαζί μου και ο V του την έδωσε.
«Μόνο μην την κάνεις να τελειώσει», του είπε.
Ο φίλος του έπαιξε κι αυτός με τις ρώγες μου, καθώς λίγοι άντρες μπορούν να αντισταθούν στα κρικάκια που μου είχε περάσει ο δεύτερος εκπαιδευτής μου, το αγαπημένο μου Σφυράκι. Τα έδεσε μαζί έτσι ώστε να ενώνονται τα στήθη μου. Ήταν αρκετά επώδυνο γιατί ακόμη δεν είχαν θρέψει εντελώς τα συρίγγια. Ήμουν πολύ ερεθισμένη. Θυμήθηκα τον Μορφέα που μου είχε ευχηθεί τότε, έναν αιώνα πριν, «να είστε πάντα νωπή...». Κοίταξα τον V ικετευτικά αλλά αυτός παρέμενε σταθερός στην απόφασή του. Θα περνούσα από την επιθυμία στην απόλαυση όταν θα το ήθελε εκείνος. Και ακόμα, δεν το ήθελε.
Την Παρασκευή είχα αρχίσει να παρακαλάω, εγώ που δεν παρακαλάω ποτέ. Αν και με έλυσε πάλι για να ξεμουδιάσω, δεν με άφησε να πλυθώ. Από το κορμί μου ανάβλυζαν συνέχεια λευκά υγρά, σε τόσο μεγάλη ποσότητα που άρχισαν να ρέουν στο εσωτερικό των μηρών μου. Μύριζαν θάλασσα.
Το Σάββατο άρχισα να τον βρίζω. Φώναζα και χτυπιόμουν κι εκείνος αναγκάστηκε να με φιμώσει για να μην πω πράγματα που θα τα μετάνιωνα μετά. Δεν του άρεσε να με τιμωρεί. Θεωρούσε προτιμότερη την πρόληψη της αταξίας παρά την τιμωρία της μετά το γεγονός. Προσπάθησε λοιπόν να μου εξηγήσει αυτό που οι γάτες πάνω στα κεραμίδια δεν μπορούν να καταλάβουν, οι σκλάβες όμως πρέπει.
«Η απόλαυσή σου είναι η ίδια η επιθυμία. Αυτό είναι το δώρο που σου κάνω. Η επιθυμία, όχι η απόλαυση. Η όποια απόλαυση σου επιτραπεί είναι το δικό σου δώρο προς εμένα».
Ηρέμησα τότε. Έτρεμα όμως ακόμη κι εκείνος το πρόσεξε αυτό. Ήταν ένας παρατηρητικός άντρας, όπως οι περισσότεροι άντρες που βασίζονται στη συστηματοποίηση της πραγματικότητας και όχι στη δημιουργικότητα των ονειροπόλων.
«Κουράγιο μικρή μου. Θα αντέξεις μέχρι την Κυριακή. Είσαι μια πολύ καλή σκλάβα και θα γίνεις ακόμη καλύτερη».
Βρήκα τότε τη δύναμή μου και σταμάτησα να τρέμω. Ήξερα τι έπρεπε να κάνω. Βούτηξα μέσα στην απελπισία μου και κολύμπησα αργά απολαμβάνοντάς την. Η μυρωδιά της θάλασσας είχε εξαπλωθεί σε όλο το δωμάτιο.
Μετά ήρθε η Κυριακή.
Είχε πει ότι θα ερχόταν στις 4. Με είχε λύσει και είχε φύγει, ξέροντας ότι δεν θα ήμουν ανυπάκουη, γιατί η ανυπακοή με έκανε να αισθάνομαι τόσο άσχημα που ποτέ δεν αποτελούσε επιλογή. Περίμενα λοιπόν πολύ υπομονετικά, γυμνή. Δεν αγγιζόμουν, έκανα άλλα πράγματα για να μην σκέφτομαι την πηγή της οδύνης μου. Δεν ήθελα να του τηλεφωνήσω και να του υπενθυμίσω αυτό που μου είχε υποσχεθεί. Σκέφτηκα ότι μάλλον του άρεσε να με κάνει να περιμένω. Το κορμί μου έκαιγε, προσπαθούσα να ξεχαστώ, αλλά η σκέψη μου επέστρεφε συνέχεια εκεί, ανάμεσα στα πόδια μου. Πόσο ήθελα να χώσω τα χέρια μου εκεί μέσα...Ήθελα να βγάλω όλη αυτή τη θάλασσα που φούσκωνε στο εσωτερικό του κορμιού μου. Πνιγόμουν, η επιθυμία μου είχε γίνει το μαρτύριό μου. Δεν μπορούσα ούτε να σκεφτώ λογικά, ούτε να φάω, ούτε τίποτα. Τελικά στις 5.30 δεν άντεξα άλλο και του έστειλα μήνυμα με το κινητό.
«Είμαι κάπως αναστατωμένη», έλεγε το μήνυμα.
«Γιατί έχεις αναστατωθεί; Έγινε κάτι;» ήταν η δική του απάντηση. Α μάλιστα. Nonchalance ή σαδισμός; Ας ρίξω τα ζάρια...
Η απάντησή μου ήταν ειλικρινής: «Θα βάλω τα κλάματα. Τα έβαλα», είπα και τα έβαλα. Έκρυψα το πρόσωπό μου μέσα στα χέρια μου και έκλαψα από απελπισία. Δεν το έκανα επίτηδες, δεν ήθελα να τον εκβιάσω. Θεώρησα ότι έπρεπε να ξέρει πότε με έκανε να κλαίω. Αλλά ήταν εκβιασμός. Έλεγα: «Το παράκανες. Με έκανες να υποφέρω περισσότερο από όσο αντέχω».
Μετά από μισή ώρα περίπου, όταν είχα σταματήσει τα κλάματα και ρουφούσα τις μύξες μου και συνέχιζα να απολαμβάνω τη γαμημένη αίσθηση ότι ήμουν σαν παιδάκι που του έταξαν βόλτα και αργούν να το ανεβάσουν στο τρενάκι, χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν αυτός. Η φωνή του ήπια, ήρεμη. Με πήρε από το χεράκι και με ανέβασε στο βαγόνι. Μου είπε με ποιο τρόπο να το κάνω, να τον σκέφτομαι, να βάλω πρώτα τη μαύρη σφήνα, πίσω, εκεί που μου άρεσε και μετά να φροντίσω να αργήσω όσο μπορούσα. Ρουθούνιζα ακόμα μέσα στο ακουστικό και η φωνή μου ήταν μαγκωμένη. Είχα ξαναγυρίσει για τα καλά στο μαγικό κόσμο της παιδικής μου ηλικίας.
Το έκανα λοιπόν, σαν να ήταν εκείνος δίπλα μου. Τον είδα με το μάτι του μυαλού μου να μου χώνει τη σφήνα, χωρίς πολλές τισιριμόνιες, χραπ, μια κι έξω, πολύ καλά μέσα, όπως μου αρέσει, για να αισθάνομαι πολύ γεμάτη. Μετά άρχισα να χαϊδεύομαι, έβαλα τα χέρια μου εκεί που τόσες μέρες ονειρευόμουν να τα βάλω και ήταν ζεστά και μουσκεμένα εκεί μέσα, ήταν τόσο όμορφα. Κι έτσι έγινα η γατίσια γυναίκα που πραγματικά έχω γεννηθεί για να είμαι και πέρασα με το μαγικό μου τρενάκι από τη χώρα της επιθυμίας στη χώρα της απόλαυσης και έδωσα επιτέλους το δώρο μου στον V, μουγκρίζοντας και ψιθυρίζοντας τις συνηθισμένες μου ασυναρτησίες, κάτι χαζοπραγματάκια σαν ιιιχχχ, ιιιχχχ κι αυτό ήταν όλο.
Μετά ήμουν εντάξει και πάλι, βρήκα τον εαυτό μου και πήγα στην κουζίνα και μπόρεσα να φάω κάτι επιτέλους, είχα ξελιγωθεί τόσες μέρες νηστική. Είναι γνωστό ότι η επιθυμία σε τέτοιες ακραίες κλίμακες δημιουργεί διαταραχές πρόσληψης της τροφής. Οι περισσότερες γυναίκες παχαίνουν. Εγώ αδυνατίζω.
Σε λίγο ο V μου τηλεφώνησε και πάλι, αυτή τη φορά για να με μαλώσει. Με μάλωσε επειδή είχα βάλει τα κλάματα.
«Θα μπορούσες να είχες ζητήσει αυτό που ήθελες, θα μπορούσες να με παρακαλέσεις, αντί να περιμένεις και να βασανίζεις τον εαυτό σου πέρα από τις αντοχές σου».
Πράγματι. Αυτή η περηφάνια θα με φάει.
«Από δω και πέρα απαγορεύεται να βασανίζεις τον εαυτό σου. Μόνο εγώ θα σε βασανίζω. Κανένας άλλος».
Α, μάλιστα, σκέφτηκα. Επιτέλους, ένας φυσιολογικός άνθρωπος.
ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΖΩΗ
Indulgere genio. Να υποχωρείς στο δαίμονά σου.
Αυτή εκεί μέσα έχει παράλογες απαιτήσεις. Περιμένει από μένα να την ακολουθώ στις τρέλες της, στις ιδιοτροπίες της, στις άθλιες νυχτερινές περιπέτειές της. Εγώ το μόνο που θέλω είναι η ησυχία μου.
Και να 'μαι τώρα, καθισμένη γυμνή στο κρεβάτι μου, παραπαίοντας ανάμεσα σ' αυτό που είμαι, στο σίγουρο, διαμορφωμένο, συμπαγές πλάσμα που δεν υποχωρεί ποτέ, αυτό το θηλυκό ζώο που σφύζει από δύναμη και υγεία, κι από την άλλη σ' αυτό που αναδύεται μέσα μου, αιμάσσον και τρεμάμενο, αυτό που δεν είμαι και που δεν θα γίνω ποτέ. Θέλω να την κρατήσω στα χέρια μου μόνο για μια στιγμή, να γευτώ την ευαισθησία της, να ριγήσω μέσα μου βαθιά, με τη δική της άυλη σάρκα. Θέλω να κινήσει τα μέλη μου, να σβήσω μέσα στη δική της επιθυμία, πυρπολημένη απ' αυτή την ασίγαστη ορμή, της οποίας μικρές ηλεκτρικές εκκενώσεις γίνονται αισθητές στις παρυφές του εγκεφάλου μου. Μέσα στη νύχτα κοιτάζομαι και είμαι μόνη και όχι μόνη.
******
Ένα βράδυ πήγα σε ένα μπαρ απέναντι από το Λευκό Πύργο. Εκεί έβαζε μουσική ένας παλιός μου φίλος. Κάθισα στη γωνιά του και τα λέγαμε. Παρήγγειλα μία McFarland και την κουτσοέπινα, όταν εμφανίστηκε ένας πολύ ωραίος άντρας, γνωστός του φίλου μου. Κάθισε δίπλα μου και άρχισαν να μιλάνε μεταξύ τους. Έπινε τζιν τόνικ. Ένιωσα ότι με κοιτούσε, αλλά δεν ήθελε να κάνει το πρώτο βήμα, λόγω της αντρικής συστολής των ημερών μας. Οι άντρες σήμερα προτιμούν να μην γευτούν την απόρριψη, αφού δεν έχουν πλέον την απαιτούμενη σκληρότητα για να υπομείνουν πληγές στον εγωισμό τους. Έτσι πήρα εγώ τα ηνία στα χέρια μου και έκανα την επαφή.
«Τι μάρκα είναι αυτό το πούρο που καπνίζεις;» τον ρώτησα.
«Romeo y Julieta», απάντησε. Χμμμ, φαντασμένος σαν τον V, σκέφτηκα.
«Κι εγώ πούρα καπνίζω, αλλά όχι τόσο χοντρά». Πριν ξημερώσει θα έγλυφα το δικό του χοντρό πούρο, ήμουν βέβαιη γι αυτό.
Ψηλός, σωματώδης, αξύριστος, μελαχρινός. Γελούσε με την αυτοπεποίθηση του άντρα που έχει σχεδόν όποια γυναίκα θελήσει. Εύκολο πράγμα, όταν θέλεις μόνο αυτές που ήδη σε θέλουν...
Ήταν πολιτικός μηχανικός, μου είπε, αλλά είχε και ένα από τα πιο γνωστά μπαράκια της πόλης, μαζί με δύο φίλους του. Αν είναι σαν εσένα, σκέφτηκα, σας θέλω όλους. Μαζί, κατά προτίμηση. Αχόρταγη πουτανίτσα, ηρέμησε. Συγκεντρώσου στον στόχο.
Μου μίλησε για τα ταξίδια του. Σαραντάρης εργένης με λεφτά, σκι εδώ, σαφάρι με τζιπ εκεί, είκοσι μέρες στο Περού, ιστορίες από τον μολυσμένο Γάγγη. Είπε, είπε, είπε...Εμένα ο νους μου στο πούρο.
«Κι εγώ θέλω να ταξιδέψω», πρότεινα δειλά. Με άκουσε με ενδιαφέρον. Το όνειρό μου να κάνω τον γύρο του κόσμου σε ένα χρόνο, δώδεκα πόλεις, μία πόλη κάθε μήνα, δεν ερχόταν σε καμία αντίφαση με το ασημένιο λουκέτο που κρεμόταν ανάμεσα στα πόδια μου...
Πήρα και δεύτερη μπύρα. Μια μικρή ατασθαλία, δε βαριέσαι. Ένιωθα την αδρεναλίνη να με κατακλύζει, έπρεπε κάπως να την αντισταθμίσω. Η χαρά του κυνηγιού. Γρύλισα υπόκωφα και κατέβασα μια γουλιά.
«Α, και φυσικά διοργανώνω σαδομαζοχιστικά πάρτι. Είναι το χόμπι μου».
Κόντεψε να πνιγεί μέσα στο τζιν τόνικ του. Είχε τελειώσει. Τον είχα.
Σιγούρεψα το θήραμα με μία αόριστη αναφορά στο λουκέτο. Στο τέλος, πέταξα το ένα στήθος μου έξω, εκεί στην ψύχρα, μέσα στο μισοσκόταδο, και του το έδειξα. Ο ασημένιος κρίκος που κοσμεί τη ρώγα μου ήταν η επιβεβαίωση της ειλικρίνειάς μου.
Φύγαμε μαζί από το μπαρ. Το διαμέρισμά του ήταν πολύ κοντά, έβλεπε στη Μητρόπολη. Ένα μέτριο διαμέρισμα, εργένικο, σκονισμένο. Κάθισε στον καναπέ, έβγαλε τα παπούτσια του, τις κάλτσες του και το παντελόνι του. Γονάτισα μπροστά του, έσκυψα προς τα μπρος, θέλησα να τον φιλήσω. Θεέ μου, πόσο όμορφος ήταν...
Τραβήχτηκε.
«Το θέλω ψυχρά», είπε.
«Όπως θέλεις». Ακόμα ένας που ονειρεύεται την Αγία Πουτάνα. Μωρό μου, είσαι σε καλά χέρια.
«Γλείψε μου τ' αρχίδια».
Επί τω έργω. Το βαρύ, μαυριδερό, χοντρό σακουλάκι του, εξαφανίζεται μέσα στο στόμα μου. Γλείφω και γλείφω και γλείφω. Πιάνεται το σαγόνι μου, ο σβέρκος μου πονάει. Δεν σταματώ. Έχω χαθεί μέσα στον χρόνο. Είναι σαν να βρίσκομαι εκεί από πάντα, γονατιστή μπροστά στο σκούρο αυτό γίγαντα, να γεύομαι την αψιά μυρωδιά του ιδρώτα του ανάμεσα στα πόδια του.
Σηκώνεται όρθιος για να τελειώσει μέσα στο στόμα μου. Είναι τεράστιος, σωματώδης, ένα άγαλμα αρρενωπότητας. Νιώθω ευτυχισμένη. Κρατάω το στόμα μου καλά ανοιχτό, σε αρκετή απόσταση από το κορμί του και τον κοιτάζω κατάματα. Μου χαρίζει τότε το σπέρμα του. Είναι σαν να με κατουράει, μόνο που το υγρό είναι λευκό και έρχεται σε κοφτές ριπές.
Τελειώνουν όλα. Τον καληνυχτίζω και φεύγω, βαδίζοντας στη σκιά της Μητρόπολης. Οι δρόμοι είναι σιωπηλοί, η Θεσσαλονίκη κοιμάται και οι πουτάνες της πόλης χτυπούν τα τακούνια τους πεισματικά στο πλακόστρωτο.
*****
Στο σπίτι ανοίγω καλά τα ποδαράκια μου και αυνανίζομαι. Η κλειτορίδα μου είναι διογκωμένη, καίει. Αυνανίζομαι πάντα με τον ίδιο τρόπο. Με το αριστερό μου χέρι ανοίγω καλά τις πτυχές μου, αποκαλύπτω τον ροζ πυρήνα μου. Με τον δείκτη του δεξιού μου χεριού τρίβομαι με μανία. Η τρέλα της σάρκας. Μέσα μου ταξιδεύω πάλι στο δωμάτιο εκείνο, των ονείρων μου. Έχει υπάρξει, αλλά για λίγο. Είναι δικό μου τώρα. Είμαι δεμένη με αλυσίδες από το ταβάνι, κρεμασμένη εκεί γυμνή. Ένας Γερμανός αξιωματικός με στολή και πηλίκιο με δέρνει με έναν μεταλλικό χάρακα. Από τα χείλη του αιδοίου μου κρέμεται ένα βαρίδιο. Πρέπει να φροντίσω ώστε να μην κουνιέμαι, για να μην αιωρείται το βαρίδιο. Δεν είμαστε μόνοι μας εκεί. Μας παρακολουθούν κάποιες θαμπές φιγούρες, που βλέπω με την άκρη των ματιών μου. Δεν ξέρω ποιοι είναι αλλά δεν με νοιάζει.
«Μην κουνιέσαι καθόλου τώρα», μου λέει ο αξιωματικός. «Θα δεχτείς δέκα χτυπήματα και θα τελειώσει».
Ο χάρακας σκίζει τον αέρα και προσγειώνεται άκαμπτος και σκληρός και κρύος στην τρυφερότητα του κορμιού μου. Δεν κουνιέμαι καθόλου. Απορροφώ όλο τον πόνο, μέσα μου, χωρίς καμία εξωτερική αντίδραση. Αυτή είναι η ζωή μου. Δέχομαι να πονώ, μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο, ακίνητη, χωρίς παράπονα.
Teach us to care and not to care.
Teach us to sit still...
Ο οργασμός έρχεται υπόκωφος, με γοργά βήματα, αναλύεται σε σπασμούς. Η κοιλιά μου τρέμει.
*****
Δεν θα γλιτώσω ποτέ απ' αυτήν. Τρέχω ξοπίσω της, καθώς αυτή χάνεται στα σκοτάδια του μυαλού μου, κρυφογελώντας σαν παιδί. Παίζει το κρυφτούλι μαζί μου. Είναι ένα κακό παιδί, μου μαθαίνει πώς να χάνω. Κάποιες στιγμές, όταν χάνω πολλά, την χάνω κι αυτήν.
Τότε είμαι επιτέλους μόνη. Τότε καλωσορίζω τη σιγαλιά της νύχτας.
Μίλησέ μου για τον έρωτα
Έχω τελειώσει με τους γλουτούς και τους μηρούς και τις γάμπες και έχω περάσει στις πατούσες του. Είναι τεράστιες, για να στηρίζουν το ύψος του, με λείες καμάρες και μακρουλά δάχτυλα, που καταλήγουν σε στρογγυλεμένες άκρες, σε δέκα μικρούς σάρκινους κύκλους. Μου ζητάει να γονατίσω μπροστά στο κρεβάτι και να φιλήσω τα πόδια του. Ο ίδιος παραμένει ξαπλωμένος μπρούμυτα.
«Να τα γλείψω;»
«Να τα φιλήσεις λατρευτικά».
Ξέρω τί εννοεί. Εννοεί σαν να ήταν ένας θεός κι εγώ ένα τίποτα. Γονατίζω μπροστά στα πόδια του, βγάζω τη γλώσσα μου καλά καλά έξω, σαν σκυλί, και γλείφω όλο το πέλμα, με μία υγρή σαρωτική κίνηση, από τις άκρες των δαχτύλων μέχρι το τέρμα της φτέρνας. Δεν θέλει να βάζω όλο το πόδι μέσα στο στόμα μου, σαν να ήταν πέος. Δεν πρόκειται για σεξουαλική πράξη.
«Εμείς τί σχέση έχουμε;» τον ρώτησα πριν λίγο. «Είμαστε φίλοι;»
«Όχι βέβαια. Εσύ τί λες;» Με κοιτάζει ερευνητικά.
«Είναι μία σεξουαλική σχέση, που εκφράζεται μέσα από λατρευτικές πράξεις», του απαντώ.
Και μετά, σαν afterthought: «Είμαστε συνωμότες της ηδονής...»
«Ω, είσαι μία μικρή γκέισα», μου λέει. «Με διεγείρεις τόσο πολύ πνευματικά. Και συναισθηματικά και σωματικά. Κυρίως πνευματικά όμως».
«Φυσικά. Είμαι μια διανοούμενη πουτάνα». Μου αρέσει να σκέφτομαι ότι μέσα στη σάρκινη τσέπη του αιδοίου μου κουβαλώ έναν κώδικα που ξεκλειδώνει σκέψεις και αισθήσεις, σαν να ήμουν ένας μικρός διαρρήκτης που τριγυρνάει ανενόχλητος μέσα σε ένα πολύπλοκο ηγεμονικό σύστημα, μηχανικό και διασπασμένο. Πότε θα με συλλάβουν...
Σταματώ το γλείψιμο αφού έχω μουλιάσει τα πόδια του με τη γλώσσα μου.
«Κατά τα άλλα», του λέω, «παραμένω εντελώς άχρηστη, όσο μία κόκα κόλα. Τα τελευταία 2 χρόνια δεν έμαθα να κάνω απολύτως τίποτα».
Γελάει. Εγώ όμως σοβαρολογώ.
«Μία υπερτιμημένη κόκα κόλα», επιμένω.
Το σκέφτεται, αλλά κουνάει το κεφάλι, σαν για να διώξει αυτή την φοβερή σκέψη.
«Όσο και να πιείτε, δεν θα ξεδιψάσετε ποτέ...», συνεχίζω σαν μαγνητοταινία. «Άχρηστη...»
Και τότε επιτέλους αρχίζει το σέσσιον. Ήρθε η ώρα του. Ο γυμνός θεός ανασηκώνεται, αναδιπλώνει το τεράστιο σώμα του και με καλεί κοντά του.
Κι εγώ: «Φύλαγέ μου, Θε μου, τουλάχιστον / όσα έχουν πεθάνει...»
Με τοποθετεί γυμνή, γονατιστή στο κρεβάτι, δίπλα του. Αδιαφορώ πλήρως για τις ατέλειες του δικού μου σώματος, τόσο όσο θα αδιαφορούσε και μία γκέισα. Άλλος είναι ο σκοπός μου εδώ, δεν ήρθα για να κάνω μόντελινγκ. Μου βάζει ένα δάχτυλο μέσα στο στόμα μου και το ψαχουλεύει. Μετά δύο δάχτυλα, τα χώνει βαθιά, εκεί που του αρέσει. Πνίγομαι, αναγουλιάζω, ποτέ μου δεν μπόρεσα να το κάνω αυτό.
«Το στόμα μου παραμένει μικρό, όπως το ξέρατε», του λέω. «Πολύ μικρό και γεμάτο δόντια». Γελάμε και οι δυο μας. Είναι αστείο. Δεν ξέρω ακόμη πόσο αστείο.
Μεταφέρει την προσοχή του στο στήθος μου. «Πού πήγαν τα κρικάκια σου;»
«Τα έβγαλα. Αυξημένη ευαισθησία».
Μου στρίβει την αριστερή ρώγα και φωνάζω. «Δεν θα βγάζεις άχνα», μου λέει. «Θα τα καταφέρεις;»
«Ναι, θα τα καταφέρω». Δαγκώνω το σεντόνι, το στρίβω στα χέρια μου. Όσο αυτός στρίβει τη ρώγα, τόσο κι εγώ στρίβω το σεντόνι. Μουγκρίζω, ξανά και ξανά, προσπαθώντας να παραμείνω σιωπηλή. Όμως ποτέ δεν τα καταφέρνω. Τσιρίζω βουβά, από το βάθος του λαιμού μου, αλλά πάντα αυτό μετατρέπεται σε βογκητό και τότε εκείνος ξαναρχίζει από την αρχή.
Αφού διαπιστώνει το μέγεθος της σωματικής μου απειθαρχίας, με βάζει γονατιστή μπροστά στα μαξιλάρια, με τα χέρια γαντζωμένα στο κεφαλάρι. Έχω την εντολή να μην τα κατεβάσω ότι κι αν γίνει. Ξεδιαλέγει τα εργαλεία μέσα από το βαλιτσάκι μου στο κομοδίνο. Βρίσκει το καλώδιο και την μεταλλική σμίλη που μου είχε χαρίσει ο ίδιος, αλλά τελικά επιλέγει το δερμάτινο μαστίγιο με τις δύο ουρές.
«Πώς είναι αυτό; Καλό;» με ρωτάει.
«Είναι πολύ κακό», απαντώ με ειλικρίνεια. «Είναι για αλογάκια».
Το δοκιμάζει καναδυό φορές επάνω μου, μέχρι να καταλάβει τη δυναμική του και μετά, βλέποντας ότι έχω ήδη ανατριχιάσει, μου ανακοινώνει τον αριθμό. Σαράντα.
«Ω», βογκάω άθελά μου, «δεν είναι πολλά;»
«Από πότε έχουν να σε δείρουν;»
«Κανονικά; Αληθινά; Από τον Αύγουστο...Ο Άγγλος....»
«Θα τα καταφέρεις», επιμένει. «Θα είμαι εγώ δίπλα σου».
«Μα θα χαθώ...», κλαψουρίζω. «Θα πάω εκεί που ξέρετε και θα χάσω τον έλεγχο και θα χαθώ και δεν θα μπορώ να γυρίσω πίσω...»
«Θα μετράς και δεν θα χαθείς», μου λέει. «Θα κρατιέσαι από το μέτρημα. Οι αριθμοί θα σε οδηγούν, βήμα με βήμα, ως το τέλος».
Νεύω καταφατικά και βρίσκω την ανάσα μου. Μία απόφαση είναι όλα. Αρχίζει το μαστίγωμα και είναι αληθινό. Το κάνει λίγο πιο γρήγορα από ότι μπορώ να διαχειριστώ, λίγο πιο γρήγορα από την άνεσή μου, αλλά μετράω. «Ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε μη, έξι μη, επτά μη Κύριε, οκτώ μη Κύριε, εννιά μη Κύριε, δέκα μη Κύριε...»
Είμαι η Γκρέτελ και περπατώ μέσ' στο δάσος, μετρώντας τα ψίχουλα στο μονοπάτι του γυρισμού. Η πλάτη μου γίνεται ανάγλυφη, με τσουχτερά σημάδια που τα φαντάζομαι κόκκινα. Όποτε σταματάει για λίγο και τα χαϊδεύει με το χέρι του, η κοιλιά μου ξεσπάει σε αθέλητους σπασμούς ηδονής, σαν να οργάζω. Με κάποιο μυστήριο μηχανισμό, έχει ενωθεί η ηδονή της κοιλιάς μου με τον πόνο της πλάτης μου. Με δέρνει στην πλάτη, όπως δέρνουν τους σκλάβους, όχι στα πισινά σαν να ήμουν τιμωρημένο παιδί. Με δέρνει κι εγώ οργάζω. Αλλά δεν χάνομαι, όχι ακόμη.
«Όνειρο σημαίνει / φτερούγα ύπνου από κερί / που ήλιο ερωτεύεται και λιώνει...» Όχι, δεν είμαι ερωτευμένη. Είμαι αναλυτική. Δεν γίνεται και να αισθάνομαι και να αναλύω ταυτόχρονα. Ή το ένα ή το άλλο. Κάποιος πρέπει να καταγράψει τα γεγονότα. Να τα επικοινωνήσει. Να τα κάνει να περάσουν στη μονιμότητα της μνήμης. Γέμισε η ζωή μας από ξεχασμένες στιγμές. Η λήθη...να η μεγαλύτερη απώλειά μας....