Τι θα είχε συμβέι αν δεν είχε γίνει η 17η Νοέμβρη; Ήθελε η χούντα να παραδώσει την εξουσία; Θα έπεφτε το καθεστώς από «μέσα»; Όπως πολλές πτυχές της Ιστορίας μας, έτσι και η εξέγερση του Πολυτεχνείου υποφέρει από την ισοπεδωτική ματιά που δυσκολεύεται να διακρίνει τις εσωτερικές αντιφάσεις των διάφορων ιδεολογιών και τα κρίνει όλα στο μανιχαϊστικό δίπολο «καλού-κακού».
Η εικόνα που έχουμε για τη δικτατορία, ειδικά τις μέρες της εξέγερσης, είναι αυτή ενός σκληρού, αυταρχικού καθεστώτος που δεν είχε καμία διάθεση να παραδώσει την εξουσία. Κι όμως, αυτό που δεν είναι ευρέως γνωστό στο κοινό είναι πως την εποχή που συνέβη η εξέγερση του Πολυτεχνείου βρισκόταν σε εξέλιξη ένα ιδιότυπο πολιτικό πείραμα: η λεγόμενη «φιλελευθεροποίηση».
Η «φιλελευθεροποίηση» ήταν η απάντηση της δικτατορίας στο ζήτημα πολιτικής νομιμοποίησης που είχε δημιουργηθεί τα προηγούμενα χρόνια. Με λίγα λόγια ήταν η προσπάθεια της απριλιανής δικτατορίας να μεταβιβάσει την εξουσία σε πολιτικούς, οι οποίοι δεν θα αμφισβητούσαν το καθεστώς και παράληλα θα επέτρεπε στο στρατό να διατηρήσει τον έλεγχο σε κρίσιμες λειτουργίες.
Φυσικά αυτή η διαδικασία δεν θα ήταν εύκολη και χωρίς αντιθέσεις. Για αυτό και κατέληξε στην ανατροπή του Παπαδόπουλου από τον Ιωαννίδη και μια μερίδα αξιωματικών, που αποτελούσαν τους «σκληροπυρηνικούς» της δικτατορίας.
Η τάση αυτή αποτυπώθηκε και «συνταγματικά» με την αναθεώρηση του Συντάγματος που είχε συντάξει η χούντα το 1968. Το τρίπτυχο Στρατός-Πρόεδρος-Συνταγματικό Δικαστήριο, που αποτελούσε και το πλαίσιο άσκησης εξουσίας δεν επρόκειτο να μεταβληθεί. Ωστόσο η πιο «πολιτική» τάση εντός των πραξικοπηματιών (την οποία εκπροσωπούσε ο Παπαδόπουλος) είχε αντιληφθεί το αδιέξοδο νομιμοποίησης και επιθυμούσε «πολιτικοποίηση» του καθεστώτος.
Το «πείραμα Μαρκεζίνη»
Έτσι στο προσκήνιο θα βρεθεί ο Σπύρος Μαρκεζίνης, εξέχων στέλεχος του Συναγερμού (και παρ' ολίγον διάδοχος του Παπάγου), ο οποίος θα προσπαθήσει να αναλάβει το ρόλο διαμεσολαβητή μεταξύ των στρατιωτικών και των πολιτικών.
Ο Μαρκεζίνης προσπάθησε από την αρχή να πάρει μαζί του τον πολιτικό κόσμο, προκειμένου να νομιμοποιήσει τις κινήσεις του. Η πολιτική τάξη της εποχής, ήταν χωρισμένη σε τρεις τάσεις: η πρώτη, με τυπικό εκφραστή τον Ευάγγελο Αβέρωφ, αποδέχθηκε χωρίς δισταγμό τη φιλελευθεροποίηση. Η δεύτερη τάση, υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, εξέφραζε μια ουδετερη σταση στο πείραμα και διαπραγματευόταν με το καθεστώς για το ποια θα ήταν τα όρια αυτής της μετάβασης. Τέλος, η τρίτη τάση, με εκφραστές τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο και τον Γεώργιο Μαύρο απέρριπτε κάθε ιδέα συμμετοχής στις εκλογές Μαρκεζίνη και στόχο είχε την αποκατάσταση της προδικτατορικής νομιμότητας.
Από την άλλη η Αριστερά είχε διασπαστεί σε δύο πολιτικές γραμμές. Από τη μία το ΚΚΕ και το ΠΑΚ του Ανδρέα Παπανδρέου αρνούνταν κατηγορηματικά να συμμετάσχουν σε οποιαδήποτε διαδικασία θα έδινε πολιτική νομιμοποίηση στο καθεστώς. Από την άλλη το Γραφείο Εσωτερικού και ο Ηλίας Ηλιού προωθούν την ιδέα της «εκ των έσω» υπονόμευσης των δικτατόρων και προκρίνουν τη συμμετοχή στο πείραμα Μαρκεζίνη.
Το Πολυτεχνείο ως καταλύτης
Η πορεία αυτή προς τη φιλελευθεροποίηση έμελλε να ανατραπεί από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Η χαλάρωση των κατασταλτικών μηχανισμών από την πλευρά του καθεστώτος προκειμένου να «πείσε»ι για τις «προθέσεις» του, επέτρεψαν στις συνδικαλιστικές ομάδες – ιδίως στα πανεπιστήμια- να απαιτήσουν ελεύθερες εκλογές για τα συνδικάτα. Ωστόσο ο Μαρκεζίνης δεν επιτρέψε κάτι τέτοιο φοβούμενος πως δημιουργούσε πυρήνες που θα μπορούσαν να τινάξουν στον αέρα το πείραμά του.
Η φοιτητική εξέγερση αιφνιδίασε πρώτα από όλα τα ίδια τα κόμματα, καθώς αποτέλεσε μια κίνηση την οποία δεν μπορούσαν να προβλέψουν και να ελέγξουν. Το αποτέλεσμα ήταν καταλυτικό, καθώς η ιδέα της φιλελευθεροποίησης κατέρρευσε μπροστά στη σκληρή καταστολή.
Οι συνέπειες
Η άμεση συνέπεια της εξέγερσης του Πολυτεχνείου ήταν η πτώση του ίδιου του δικτάτορα Παπαδόπουλου. Τόσο ο δικτάτορας όσο και ο Μαρκεζίνης είχαν υποτιμήσει την ενεργοποίηση των «σκληροπυρηνικών» χουντικών τα αντανακλαστικά των οποίων ενεργοποιήθηκαν υπό το φόβο της αποσταθεροποίησης.
Για την Αριστερά, παρά το πρώτο σοκ που προκάλεσε η εξέγερση (το ΚΚΕ μιλούσε αρχικά για «300 προβοκάτορες») εντούτοις θα οδηγήσει σε μια επανατοποθέτηση της σχέσης της με τις λαϊκές μάζες, λόγω της ιδεολογικής επιρροής της στο φοιτητικό κίνημα.
Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν κάθε λόγο να θέλουν να υποστηρίξουν την ανατροπή του Παπαδόπουλου καθώς ο δικτάτορας προκειμένου να εξασφαλίσει την ανοχή ή ακόμα και την υποστήριξη στο εσωτερικό φαινόταν να ανεξαρτητοποιείται από την αμερικανική στρατηγική στην περιοχή. Η πτώση του Παπαδόπουλου σε συνδυασμό με ένα πραξικόπημα κατά του Μακαρίου θα εξασφάλιζαν την πρόσδεση Ελλάδας και Κύπρου στη ζώνη των αμερικανικών συμφερόντων στη Μέση Ανατολή, τα οποία διακυβεύονταν λόγω του πολέμου του Γιομ Κιπούρ μεταξύ Αράβων και Ισραήλ.
Δυστυχώς για την Ελλάδα και την Κύπρο το τι επακολούθησε είναι λίγο πολύ γνωστό.
Βιβλιογραφία:
-Αναστασιάδης Γιώργος,(1985), «Τεκμήρια για τον ιδιόμορφο χαρακτήρα της δημοκρατικής τομής», Αντί, τεύχος 296, Αθήνα.
-Βερναρδάκης Χρ., Μαυρής Γ.,(1986), Οι ταξικοί αγώνες στη μεταπολίτευση, Θέσεις, τεύχος 14.
-Γουντχάουζ Κρις,(1985), Η άνοδος και η πτώση των Ελλήνων συνταγματαρχών, Αθήνα.
-Γρηγοριάδης Σόλων, (1975), Ιστορία της δικτατορίας 1967-1974, 3 τόμοι, εκδ. Καπόπουλος, Αθηνα.
-ΚΚΕ (1978), Θέσεις για το 10 συνέδριο.
-Λιβαδάς Σ., Μπαλτάς Α., Προκόβας Γ. (1983), «Το Πολυτεχνείο μέσα από τα κείμενα της εποχής του», Δεκαπενθήμερος Πολίτης, τεύχος 2, 19/11/1983.
-Μαρκεζίνης Σπύρος, (1979), Αναμνήσεις 1972-1974, εκδ. Σπ. Μαρκεζίνης, Αθήνα.
-Ράλλης Γεώργιος, (1973). «Συμμετοχή ή Αποχή;», εφημερίδα Βραδυνή, 13/11/73.
-Ψυρούκης Νίκος, 1983, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, τόμος Δ' (1967-1974), εκδ. Επικαιρότητα, Αθήνα.