Με μια σκληρή ανακοίνωσή τους τα μέλη του συλλόγου εκτάκτων αρχαιολόγων εξαπολύουν δριμεία επίθεση κατά της πολιτείας καταγγέλλοντας ότι επιχειρούν να εκμεταλλευτούν πολιτικά το σημαντικό μνημείο της αρχαίας Αμφίπολης.
Υποστηρίζουν ότι η πολιτική ηγεσία επιχειρεί «να μετατρέψει τον χώρο της ανασκαφής σε κέντρο Τύπου, και μια επιστημονική εργασία σε ριάλιτι» και τονίζουν ότι τα χρήματα που έχουν δοθεί για την ανασκαφή δεν επαρκούν ούτε για τους μισθούς των επτά εργατών.
Ολόκληρη η ανακοίνωση έχει ως εξής:
«Από μια δεύτερη σύληση, σύγχρονη αυτή τη φορά, κινδυνεύει το εύρημα της Αμφίπολης. Θέλοντας να κλέψουν λίγη από την αίγλη του, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ και ο ίδιος ο πρωθυπουργός επιχείρησαν -επιστρατεύοντας όλες τις διαθέσιμες κάμερες και τους τηλεοπτικούς φακούς- να συνδέσουν τα πρόσωπά τους με μία, επιτέλους, ευχάριστη είδηση για τον ελληνικό λαό: την αποκάλυψη ενός σημαντικού μνημείου, τουλάχιστον από ιστορική και αρχαιολογική άποψη.
Αυτό που ξέχασαν βέβαια να πουν οι Αντ. Σαμαράς (πρωθυπουργός και πρώην υπουργός πολιτισμού), Κ. Τασούλας (νυν υπουργός πολιτισμού), Λ. Μενδώνη (γενική γραμματέας του υπουργείου πολιτισμού) στα ΜΜΕ τα οποία οι ίδιοι προσκάλεσαν για να τους αποθανατίσουν στην είσοδο του μνημείου, είναι ότι βλέπουν το εύρημα πρωτίστως από την εμπορευματική του πλευρά, βασικά σαν μια υποσχόμενη νέα τουριστική ατραξιόν της γενικώς εκποιούμενης χώρας.
Αυτό που επίσης παρέλειψαν να θυμίσουν, είναι ότι επί των ημερών τους και ειδικά στα τελευταία μνημονιακά χρόνια, ο τομέας του Πολιτισμού έχει γονατίσει, ενώ τα αρχαία μνημεία και οι σύγχρονοι εργαζόμενοι (και) στον Πολιτισμό στη μεγάλη πλειονότητά τους υποφέρουν από τις κυβερνητικές, βαθιά αντι-κοινωνικές πολιτικές, οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν υπηρετούν τα ιδεώδη ή κάποια από τις γνωστές αρχές του Πολιτισμού.
Μολονότι διατελούν βασικά μεταφραστές εντολών από Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον, κυβέρνηση και πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ τώρα επιχειρούν να δείξουν ότι ασκούν πολιτική στη χώρα τους, και λογοκοπούν με εκφράσεις εθνικής έπαρσης, την ώρα μάλιστα που ξεπουλούν τον τόπο και, μαζί, τα μνημεία του.
Εμφανίζονται τιμητές της αρχαιολογίας και δεν κουράζονται να επαναλαμβάνουν το ποσό των «100 χιλιάδες ευρώ» το οποίο χορηγήθηκε φέτος αφειδώς στην ανασκαφή του λόφου Καστά. Στην πραγματικότητα, οι 100 χιλιάδες ευρώ δεν επαρκούν ούτε για τους μισθούς επτά εργατών για το τρέχον έτος, και χωρίς να επιμένουμε στο γεγονός ότι αναφερόμαστε σε ένα εμβληματικής σημασίας μνημείο, με περίβολο περί τα 500 μέτρα, σχετικές διαστάσεις, και προφανείς ανάγκες σε ειδικευμένο προσωπικό.
Στην καλύτερη περίπτωση «ανεπαρκείς» στους αρχικούς πολιτικούς ρόλους τους, κυβέρνηση και ηγεσία του ΥΠΠΟΑ τώρα επιπλέον επιλέγουν να υποδυθούν τους αρχαιολόγους ή τους ιστορικούς, και να μιλήσουν στο όνομά τους.
Προφητεύουν ότι σε λίγες εβδομάδες θα έχουν αποκαλύψει το εσωτερικό του τάφου, πρόβλεψη επιστημονικά επισφαλής λόγω των πολλαπλών αγνώστων παραγόντων που συνοδεύουν κάθε ανασκαφική διαδικασία, πόσο μάλλον μια ανασκαφή τέτοιου μεγέθους.
Αν και στέκονται μπροστά σε μνημείο εμφανώς συλημένο, επιλέγουν να καλλιεργούν προσδοκίες οι οποίες θα κρατούν, όσο αυτό είναι δυνατό, αμείωτο το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.
Μετατρέπουν τον χώρο της ανασκαφής σε κέντρο Τύπου, και μια επιστημονική εργασία σε ριάλιτι· δυστυχώς, με την πληροφόρηση που χορηγούν, δεν επιθυμούν να ενημερώσουν για τα αρχαία, αλλά να αποπροσανατολίσουν από τα νέα.
Ο Σύλλογος Εκτάκτων Αρχαιολόγων αποδοκιμάζει τις απόπειρες πολιτικής εκμετάλλευσης του ασφαλώς σημαντικού όσο και μοναδικού ευρήματος της Αμφίπολης, οι οποίες στρώνουν το δρόμο για μια δεύτερη σύληση του μνημείου».