Η Julianne Moore χάνει το μυαλό της για να σώσει την κόρη της απ’ τις ατέλειωτες πολλαπλές προσωπικότητες του Jonathan Rhys Meyer, σε θρίλερ που ξεκινά ως ψυχολογικό πριν την κάνει γυριστή προς επικίνδυνα μεταφυσικά και θρησκευτικά δρομάκια. Στις αίθουσες την Πέμπτη 16 Ιούνη, ως Το Άσυλο.
Ψυχολόγος που είναι πιο πρόθυμη να δεχτεί στη ζωή της την ύπαρξη θεού, απ’ ότι την ύπαρξη πολλαπλών προσωπικοτήτων, βρίσκεται αντιμέτωπη με περίπτωση που χρειάζεται ανοιχτό μυαλό και στα δυο αν θέλει να περισώσει τη λογική της και τη ζωή των γύρω της, όταν ο πατέρας της την προκαλεί να βγάλει άκρη με τύπο που εμφανίζει ατελείωτη σειρά εναλλαγών ψυχισμών, έχοντας ιδιαίτερη προτίμηση σε προσωπικότητες των οποίων οι αρχικοί κάτοχοι εμφανίζονται αγρίως πεθαμένοι.
Άλλη μια περίπτωση ταινίας που σε κανονικές συνθήκες θα ταίριαζε κατευθείαν στα ράφια του DVDάδικου της γειτονιάς σου, το Shelter με την ανιαρή του ανεπεισοδιακότητα και την φορεμένη του αφήγηση, έρχεται στις αίθουσες κυρίως χάρη στα ονόματα που έχει να μοστράρει στη μαρκίζα. Ο Jonathan Rhys Meyers φορτώνεται τον άχαρο ρόλο του να πρέπει να αποδείξει το ερμηνευτικό του εύρος παίζοντας μια χούφτα χοντροκομένων προσχεδίων χαρακτήρων επιχειρώντας επιστροφή σε πρωταγωνιστικά επίπεδα, και η Julianne Moore ενδύεται γκροτέσκους μανιερισμούς καρυκευμένους με λανθάνουσα υστερία, για να βγάλει απλώς το μεροκάματο σε θρίλερ που υπογράφει σεναρικά ο Michael Cooney, γνωστός για το stock του σε ραγισμένες ψυχές απ’ το άκρως απολαυστικότερο Identity (2003).
Κινούμενος σε σχετικά παρόμοια μονοπάτια, αλλά χρησιμοποιώντας ρετάλια εμπνεύσεων, ο Cooney ξεκινά με κάτι που σερβίρεται ως ψυχολογικό θρίλερ φορμουλαϊκού ξετυλίγματος, πριν χάσει κι αυτός την ταυτότητα του σεναρίου του με τη γυριστή προς επικίνδυνα μεταφυσικά και θρησκευτικά δρομάκια που κρύβουν από μετενσκαρκώσεις και δοκιμασίες πίστης, μέχρι μαύρη μαγεία, σατανιστικές βεντέτες και απέθαντους δαιμονιστές. Με άκομψα άλματα λογικής και θεματικής, ο Cooney παραδίδει ένα βραστό της κατσαρόλας με αποφάγια ιδεών να επιπλέουν άτακτα στο χυλωμένο κλισέ που τα συνδέει, και μέσα σ’ αυτό ψάχνει να κολυμπήσει σκηνοθετικά το δίδυμο των Måns Mårlind και Björn Stein, που σε πνίγουν σε χρωματική σκοτεινιά προσπαθώντας να επιβάλλουν επιβλητικότητα, και απότομα κοψίματα σε απειλητικά βλέματα πάνω από ανυποψίαστους ώμους, μπας και πετύχουν καμιά εύκολη τρομάρα.