Φωτιά βάζει η απόφαση του Δ' τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο έκρινε αντισυνταγματική τη νομοθετική ρύθμιση του 2004 που παρείχε στο ΣΔΟΕ τη δυνατότητα να προβαίνει σε δέσμευση πάσης φύσεως τραπεζικών λογαριασμών, τραπεζικών θυρίδων κ.λπ.
Ουσιαστικά η απόφαση δένει τα χέρια του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, χαρακτηρίζοντας αντίθετη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) τη διάταξη του άρθρου 30 (παράγραφος 5 περίπτωση ε') του Ν. 3296/2004 που προβλέπει δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων σε περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίας.
Πάντως, λόγω της αντισυνταγματικότητας το όλο ζήτημα παραπέμφθηκε για οριστική κρίση στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν ότι η επίμαχη διάταξη του Ν. 3296/2004, που προβλέπει τις δεσμεύσεις των τραπεζικών λογαριασμών και οποιουδήποτε είδους περιουσιακά στοιχεία, συνεπάγεται σοβαρή επέμβαση σε συνταγματικώς προστατευόμενα αγαθά – δεδομένου, υπογραμμίζουν οι δικαστές, ότι όσο χρόνο διαρκεί η δέσμευση, το ελεγχόμενο πρόσωπο στερείται της δυνατότητας χρήσης και διάθεσης περιουσιακών του στοιχείων, και μάλιστα ρευστού χρήματος και κινητών αξιών φυλασσομένων σε πιστωτικά ιδρύματα.
Το μέτρο αυτό, συνεχίζουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, συνεπάγεται σοβαρό περιορισμό των περιουσιακών δικαιωμάτων και της οικονομικής και επαγγελματικής ελευθερίας του φορολογουμένου. Δηλαδή, της προστασίας αγαθών τα οποία κατοχυρώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 17 και 5 του Συντάγματος.
Μπορεί μεν, τονίζεται στη δικαστική απόφαση, το μέτρο αυτό να αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος και συγκεκριμένα, στη διασφάλιση της διατήρησης των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχομένου, ώστε να είναι δυνατή η ικανοποίηση αξιώσεων του Δημοσίου κατ' αυτού, σε περίπτωση που διαπιστωθεί η εκ μέρους του τέλεση της πιθανολογηθείσης παραβάσεως, καθώς επίσης και στη διασφάλιση της διατήρησης στοιχείων, τα οποία μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο ελέγχου κατά τη διερεύνηση της πιθανής τέλεσης της παράβασης. Όμως, ο σκοπός και μόνον του μέτρου αυτού δεν αρκεί για να νομιμοποιήσει από συνταγματικής άποψης την επίμαχη ρύθμιση του Ν. 3296/2004, καθώς μάλιστα δεν έτυχε περαιτέρω εξειδίκευσης με το Π.Δ. 85/2005 που ακολούθησε.