Μεταξύ 6 και 7 Σεπτεμβρίου 1955 οργανώθηκε στην Κωνσταντινούπολη το αγριότερο ανθελληνικό πογκρόμ που μετέτρεψε την Πόλη σε δαντική κόλαση.
Ηταν ο αγριότερος διωγμός από την εποχή της Μικρασιατικής καταστροφής που εξαπολύθηκε εναντίον των Ελλήνων της τουρκικής επικράτειας. Τουλάχιστον 30 Ελληνες της Πόλης σκοτώθηκαν από τον μαινόμενο όχλο. Ο Επίσκοπος Παμφίλου Γεράσιμος και ο γέροντας μοναχός Χρύσανθος Μαντάς ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου. Ο Μητροπολίτης Ηλιουπόλεως Γεννάδιος τρελάθηκε από το ξυλοκόπημα και λίγο αργότερα πέθανε.
Οι ομογενείς υπολογίζουν τον αριθμό των γυναικών που βιάστηκαν σε 200 ενώ καταστράφηκαν ολοσχερώς 1.000 σπίτια και άλλα 2.500 υπέστησαν ανεπανόρθωτες ζημιές. Καταστήματα Ελλήνων, φαρμακεία, σχολεία, πολιτιστικοί σύλλογοι, γραφεία εφημερίδων, ξενοδοχεία, εργοστάσια, εστιατόρια, εκκλησίες μεταμορφώθηκαν σε αποκαίδια. Η καταστροφική μανία συμπαρέσυρε και δυο αρμενικές εκκλησίες και μια συναγωγή.
Το μέγεθος της καταστροφής εκτιμήθηκε στα 150 εκατομμύρια τουρκικές λίρες, ποσό που ισοδυναμούσε με 54 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ ενώ το ποσό που κατέβαλε η τότε τουρκική κυβέρνηση του Δημοκρατικού Κόμματος ως αποζημίωση στους πληγέντες ήταν μόνο 60 εκατομμύρια λίρες.
Αφορμή της θηριωδίας
Αφορμή γι'αυτή τη θηριωδία αποτέλεσε μια έκρηξη βόμβας στο σπίτι που γεννήθηκε ο Κεμάλ Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη το 1881 (η Θεσσαλονίκη ήταν τότε τουρκική επικράτεια).
Εκείνο όμως που έδωσε την ευκαιρία όχι μόνο στην κυβέρνηση, αλλά και στον Τύπο και στον τουρκικό όχλο να στραφεί εναντίον των Ελλήνων ήταν η ανακίνηση του Κυπριακού ζητήματος από τον Στρατάρχη Παπάγο το 1954. Με την υποκίνηση της Μεγάλης Βρετανίας η Τουρκία ενεπλάκη ενεργώς στο Κυπριακό ζήτημα, θέτοντας θέμα αν όχι επιστροφής της νήσου στην ίδια, τουλάχιστον διχοτομήσεως, για την προστασία της μουσουλμανικής μειονότητας, η οποία βαφτίστηκε «τουρκική» και αναβαθμίστηκε σε «κοινότητα».
Ο τουρκικός Τύπος έχει επιχειρήσει από τότε μια ψύχραιμη αποτίμηση των γεγονότων. Οπως ανέφερε σε πρωτοσέλιδο δημοσίευμά της η εφημερίδα «Μιλλιέτ», κατά τη διάρκεια των βανδαλισμών που διεπράχθησαν από ομάδες 20-30 ατόμων, οι δυνάμεις ασφαλείας τήρησαν παθητική στάση. Η Κωνσταντινούπολη κηρύχτηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ενώ οι πρώτες ανακρίσεις επικεντρώθηκαν στο Σύλλογο «Η Κύπρος είναι Τουρκική» καθώς και σε οργανώσεις νεολαίων. Στη συνέχεια, λόγω πιέσεων της τουρκικής κυβέρνησης, άρχισαν να αποδίδονται ευθύνες στους κομμουνιστές. Αργότερα, μετά το πραξικόπημα του 1960, κατά τις δίκες στο Γιασσίαντα, αποδείχτηκε ότι τα επεισόδια ήταν προσχεδιασμένα από την τότε κυβέρνηση, η οποία είχε υποκινήσει το Σύλλογο «Η Κύπρος είναι Τουρκική» καθώς και τις νεολαιίστικες οργανώσεις να πράξουν τους βανδαλισμούς.
Μνήμες του 1955
Οι μνήμες των ημερών εκείνων ζωντανεύουν μέσα από τις αφηγήσεις ανθρώπων που κατέγραψαν με συγκινητικό τρόπο τα γεγονότα.
«Το απόγευμα της 6ης Σεπτεμβρίου 1955 όλα φαινόταν ήρεμα στην Πόλη. Μια μικρή ομάδα φοιτητών ήταν συγκεντρωμένη στην Πλατεία του Ταξίμ, στην κορυφή του Πέρα, διαδηλώνοντας εναντίον της Ελλάδος.
Οι πέντε μεγάλοι δρόμοι πού οδηγούσαν στην Πλατεία Ταξίμ γέμισαν ξαφνικά με ένα μαινόμενο όχλο οπλισμένο με τσεκούρια, φτυάρια, ρόπαλα, σκεπάρνια, σφυριά και σιδερένιους λοστούς πού φώναζε «Kahrolsun giavourlar!» (Ανάθεμα στους γκιαούρηδες!) και «Yikin, kirin, giavourdur!» (Σπάστε, γκρεμίστε είναι γκιαούρης!).
Οταν μαζεύτηκαν 50.000 περίπου άτομα αλαλάζοντος όχλου, μπήκε σε εφαρμογή η επόμενη φάση του σχεδίου: Καταστροφή όλων των ελληνικών περιουσιών και βεβήλωση όλων των Ιερών και Όσίων του Ελληνισμού της Πόλης. Οι οδηγίες πού είχαν δοθεί ήταν να μη μείνει τίποτα όρθιο.
Ακολούθησαν ώρες πραγματικής κόλασης. Ενα μέρος του όχλου κινήθηκε στο Istiklal Caddesi, το περίφημο Πέρα, πού στο ένα χιλιόμετρο της διαδρομής του είχε, σαν το πιο φημισμένο εμπορικό κέντρο της Πόλης, 700 περίπου μαγαζιά πού το συντριπτικό τους ποσοστό άνηκε σε Ελληνες.
Χρυσαφικά μεγάλης αξίας λεηλατήθηκαν μέσα σ' ελάχιστα λεπτά απ' τους συμπλεκόμενους μεταξύ τους διαδηλωτές. Οταν ο όχλος έφθασε στην Αγία Τριάδα, ακούστηκαν οι κραυγές «Ανάθεμα στους άπιστους!» και ο όχλος εισέβαλε στην εκκλησία. Ο,τι κινητό υπήρχε στον ναό καταστράφηκε ή βεβηλώθηκε. Εικόνες, άγια σκεύη, ράσα ήταν ο στόχος του μανιασμένου όχλου.
Το Πέρα μέσα σε λίγες ώρες άρχισε να αλλάζη όψη. Ό δρόμος αποκτούσε ένα περίεργο υπόστρωμα, πού ήταν ένα μίγμα απ' τα πράγματα πού καταστρεφόταν: μηχανήματα, γούνες, ρολόγια, παπούτσια, λάδια, τυριά, υφάσματα, πιατικά, ρούχα, διάφορα άλλα είδη τροφίμων και ένδυσης, ανακατεμένα, κάτω απ' το βάρος του όχλου πού κινιόταν συνεχώς, δημιούργησαν σιγά-σιγά μια υπερυψωμένη μάζα λασπώδη καί λιγδερή.
Στό μεταξύ το σχέδιο της καταστροφής όλων των ελληνικών περιουσιών της Πόλης βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη: Εκατό ομάδες εκτελούσαν το φρικιαστικό τους έργο σε μια τεράστια έκταση απ' τον Βόσπορο ως τη θάλασσα του Μαρμαρά. Οι επί κεφαλής των διαδηλωτών με καταλόγους σπιτιών και καταστημάτων των Ελλήνων, διεύθυναν τις ομάδες του όχλου.
Ηταν ένας οργανωμένος τυφώνας πού σάρωνε τα πάντα στο πέρασμα του. Δεκάδες Ελληνες πολίτες και κληρικοί κακοποιήθηκαν. Λεηλατήθηκαν ή παραδόθηκαν στις φλόγες 73 ελληνικές εκκλησίες. Καταστράφηκαν εικόνες, αγιογραφίες και σκεύη ανεκτίμητης ιστορικής και αρχαιολογικής άξιας. Καταστράφηκαν ολοσχερώς και τα 26 Ελληνικά σχολεία.Η Πατριαρχική Σχολή του Φαναριού που ιδρύθηκε το 1453 και ή Θεολογική Σχολή της Χάλκης υπέστησαν το μένος του όχλου με ιδιαίτερη βαρβαρότητα. Το Ζάππειο Λύκειο δέχτηκε την επιδρομή του όχλου που κατρακύλησε απ' τις μεγάλες μαρμάρινες σκάλες το άγαλμα του ευεργέτου του Σχολείου Κωνσταντίνου Ζάππα και, κατέστρεψε όχι μόνο θρανία, πιάνο, αίθουσα τελετών αλλά έκανε και τεράστια ζημιά στις τοιχογραφίες πού κοσμούσαν το εσωτερικό του σχολείου. 4.340 ελληνικά καταστήματα λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν. 2.600 σπίτια Ελλήνων βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα και παραδόθηκαν στο μένος καί την πρωτοφανή λύσσα του όχλου. Ρημάχτηκαν κυριολεκτικά και καταστράφηκαν τα γραφεία και τα πιεστήρια των τριών μεγάλων ελληνικών εφημερίδων της Κωνσταντινούπολης.
Στο Ελληνικό νεκροταφείο του Σισλί μια ομάδα τυφλωμένων απ' το μίσος διαδηλωτών επί δύο ολόκληρες ώρες κατέστρεφε τάφους καί σταυρούς, έσκαβε τους πιο πρόσφατους και έβγαζε έξω τα πτώματα μαχαιρώνοντας και κομματιάζοντας τα.
Στην Παναγία των Βλαχερνών, που χτίστηκε πάνω στα θεμέλια Βυζαντινού ναού του 470 μ.Χ., ο όχλος των διαδηλωτών κατέστρεψε με απίστευτη μανία ό,τι οι Ελληνες κατάφεραν να διατηρήσουν για χίλια τετρακόσια ογδόντα πέντε χρόνια.
Στον Αγιο Γεώργιο στα Ψωμαθιά, μια εκκλησία χτισμένη τον 13ο αιώνα που οι Τούρκοι ονόμαζαν kanli kilise (ματωμένη εκκλησία) απ' το αίμα που έχυσαν στο σημείο εκείνο την ημέρα της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, η μανία των διαδηλωτών μετέτρεψε την ιστορική εκκλησία σε σωρό ερειπίων.
Το οργανωμένο σχέδιο της ολοκληρωτικής καταστροφής των περιουσιών των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης διήρκεσε 6 ώρες περίπου. Στίς 12 τα μεσάνυχτα και αφού οι τέλεια οργανωμένες ομάδες είχαν σχεδόν ολοκληρώσει το έργο τους, η Τουρκική Κυβέρνηση ευαρεστήθηκε να κηρύξει Στρατιωτικό Νόμο σε μια Πόλη παραδομένη στις φλόγες. Το σχέδιο τους σημείωσε καταπληκτική επιτυχία. Το σύνολο σχεδόν των ελληνικών περιουσιών καταστράφηκε. Ό ελληνικός πληθυσμός τρομοκρατήθηκε. Οί απειλές για τη ζωή όσων είχαν επιβιώσει ήταν διάχυτες στην ατμόσφαιρα. Ό στόχος τους λαβώθηκε θανάσιμα, Ό Ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης δεν επρόκειτο να συνέλθει ποτέ από το χτύπημα της νύχτας αυτής. Σιγά-σιγά καραβάνια ολόκληρα από Ελληνες εγκατέλειπαν την Βασιλεύουσα για να εξασφαλίσουν τουλάχιστον τη ζωή τους».