Σύμφωνα με δηλώσεις του Δρ. Φίλιπ Μόουτ, διευθυντή του Ινστιτούτου Κλιματολογικών Ερευνών του Πανεπιστημίου του Όρεγκον, η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα προσπαθεί να θέσει σε εφαρμογή ποικίλες μεθόδους για να εξηγήσει πόσο έχει συμβάλλει ο ανθρώπινος παράγοντας στις κλιματολογικές αλλαγές που έχουν σημειωθεί τις τελευταίες δεκαετίες.
Το γενικό συμπέρασμα των τελευταίων ερευνών συνίσταται στη διαπίστωση ότι πολλά από τα ακραία φαινόμενα που έχουν σημειωθεί σε παγκόσμιο επίπεδο συμφωνούν σε απόλυτο βαθμό με τις εικασίες των επιστημόνων περί υπερθέρμανσης του πλανήτη, στην οποία οφείλονται τα συχνά και επιδεινούμενα κύματα καύσωνα, καθώς και οι παρατηρηθείσες αλλαγές στον κύκλο του ύδατος, οι οποίες αντικατοπτρίζονται στην αύξηση τόσο των φαινομένων ξηρασίας όσο και των έντονων βροχοπτώσεων.
Η μελέτη για τις ακραίες κλιματολογικές αλλαγές ακολουθείται από μία γενικότερη αναφορά πάνω στην κατάσταση του κλίματος παγκοσμίως. Αμφότερες επίκειται να δημοσιευτούν σύντομα στο Bulletin of the American Meteorological Society.
Σύμφωνα με την αναφορά, μέσα στο 2011, η Ανταρκτική συνέχισε να θερμαίνεται ταχύτερα απ΄όλο τον πλανήτη στο σύνολό του, με τους παγετώνες να βρίσκονται για δεύτερη φορά στην ιστορία τους σε πολύ χαμηλά επίπεδα, ενώ το 2010, οι βροχοπτώσεις ήταν τόσο σφοδρές ώστε το επίπεδο της θάλασσας χαμήλωσε, καθώς οι καταιγίδες μετέφεραν δισεκατομμύρια τόνων στη στεριά. Μέχρι το τέλος του 2011, τα ύδατα είχαν επιστρέψει στη θάλασσα με αποτέλεσμα η τελευταία να επανέλθει στα πρότερα επίπεδά της.
Σε παγκόσμιο επίπεδο τώρα, οι έρευνες κάνουν σαφές ότι οι καταστροφές που σημειώθηκαν μέσα στο 2011 δεν οφείλονταν και τόσο στα ακραία καιρικά φαινόμενα, αλλά στον ανθρώπινο παράγοντα και τα λάθη του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι πλημμύρες στην Ταϋλάνδη, όπου θεωρείται πως η καταστροφικότητά τους υπήρξε απόρροια της ανεξέλεγκτης ανάπτυξης.
Άλλοι επιστήμονες και επιστημονικά κέντρα κάνουν λόγο για βεβιασμένα συμπεράσματα της συγκεκριμένης έρευνας και ότι τα φαινόμενα, με όλους τους συνδιαμορφωτικούς παράγοντες, πρέπει να υποβληθούν σε πιο μακροχρόνια έρευνα ώστε να αξιώνουν μεγαλύτερη εγκυρότητα.