Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι διατεθειμένη να διαπραγματευθεί με την Ελλάδα τη χαλάρωση του προγράμματος λιτότητας, ανεξαρτήτως των εκλογικών αποτελεσμάτων της 17ης Ιουνίου, σύμφωνα με ρεπορτάζ της γερμανικής έκδοση των Financial Times.
«Η ΕΕ προτίθεται να χαλαρώσει τα δεσμά της Αθήνας» είναι ο τίτλος του ρεπορτάζ. Σε αυτό τονίζεται πως «η Ευρώπη θέλει να κρατήσει την Ελλάδα στην Ευρωζώνη», κάνοντας εν ανάγκη παραχωρήσεις, μολονότι «οι Έλληνες έχουν παραβιάσει καταφανώς τις δεσμεύσεις τους για το πρόγραμμα λιτότητας».
«Όποιος και να νικήσει στις εκλογές, η ΕΕ θα διαπραγματευτεί»
Η εφημερίδα υποστηρίζει ότι οι Βρυξέλλες είναι έτοιμες για διαπραγματεύσεις και παραχωρήσεις, ανεξαρτήτως της έκβασης των εκλογών που θα διεξαχθούν την Κυριακή. «Οποιαδήποτε κυβέρνηση κι αν προκύψει θα αξιώσει διαπραγματεύσεις – εάν κάποιος επιθυμεί να κρατήσει την Ελλάδα στην Ευρωζώνη δεν μπορεί να αρνηθεί κάτι τέτοιο» τονίζει η εφημερίδα.
Οι γερμανικές «FT» επικαλούνται για όλα αυτά «ευρωπαϊκές πηγές», υπενθυμίζουν όμως και μια επίσημη δήλωση: Εκείνη που είχε κάνει ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χερμαν Βαν Ρομπάι: «Θα κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να κρατήσουμε την Ελλάδα στην Ευρωζώνη, ενώ εκείνη θα τηρεί τις δεσμεύσεις της».
Η εφημερίδα εκτιμά ότι έτσι οι Βρυξέλλες κάνουν ένα σημαντικό βήμα προς την ελληνική πλευρά.
Στο ίδιο ρεπορτάζ, βεβαίως, τονίζεται ότι η τρόικα θεωρεί δεδομένο πως η Ελλάδα επιδεικνύει, πάλι (δηλαδή έπειτα κι από την έγκριση του δεύτερου πακέτου διάσωσης), αδυναμία ή απροθυμία να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις, που πηγάζουν από το συμφωνηθέν πρόγραμμα λιτότητας.
Οι γερμανικές «FT» υπενθυμίζουν τη δήλωση του επικεφαλής του Eurogroup, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, σύμφωνα με την οποία μπορεί να συζητηθεί το χρονοδιάγραμμα της μείωσης του ελλείμματος στην Ελλάδα, αρκεί να διατηρηθούν επί της ουσίας οι όροι του μνημονίου. Επικαλούμενη εκτιμήσεις κύκλων της ΕΕ, η εφημερίδα αναφέρει ότι το ΔΝΤ δεν αποκλείεται να «βγει από το παιχνίδι», εάν αυξηθούν οι ανάγκες χρηματοδότησης. Άλλο σενάριο – τονίζει η εφημερίδα- είναι να συνεχίσει να συμμετέχει το ΔΝΤ, αλλά με ταυτόχρονο «κούρεμα» του χρέους των πιστωτών.