Για πρώτη φορά στα πολιτικά χρονικά της χώρας, ένας πανίσχυρος πρώην υπουργός και παρολίγον πρόεδρος ενός μεγάλου κόμματος εξουσίας αντιμετωπίζει πλέον την προοπτική της προφυλάκισης.
Προφανώς, το ένταλμα σύλληψης σε βάρος του Άκη Τσοχατζόπουλου προκαλεί ένα θετικό σοκ στην ελληνική κοινωνία που πίστευε ακράδαντα ότι η πολιτική και οικονομική εξουσία της χώρας είναι στο απυρόβλητο.
Για πρώτη φορά, ίσως, το αίσθημα της ατιμωρησίας δείχνει να κλονίζεται αρκεί βεβαίως η κάθαρση να έχει συνέχεια και να μην είναι ένα πυροτέχνημα με στόχο έναν «πολιτικό» που βρίσκεται εκτός εξουσίας, εγκαταλελειμένος από φίλους και συντρόφους.
Ο Άκης Τσοχατζόπουλος γεννήθηκε πριν από 73 χρόνια στη Θεσσαλονίκη, και σε ηλικία 19 ετών, μετά τις γυμνασιακές του σπουδές στην Ελλάδα μετανάστευσε στη Γερμανία με στόχο να εργαστεί και να σπουδάσει. Στα μέσα της δεκαετίας του '60, και αφού πήρε του πτυχίου του Μηχανικού, πολιτικοποιήθηκε μέσα στη δίνη μεγάλων εξελίξεων και πολιτικής αστάθειας στην Ελλάδα, που το 1967 οδήγησε στο πραξικόπημα των συνταγματαρχών.
Εγκαταστάθηκε στο Μόναχο όπου το 1968 εντάχθηκε στο ΠΑΚ του Ανδρέα Παπανδρέου ο οποίος έγινε ο μέντορας του νεαρού και αθλητικού μηχανικού από τη Θεσσαλονίκη, που γρήγορα εξελίχθηκε σε φίλο και στενό συνεργάτη του Ανδρέα Παπανδρέου. Στο Μόναχο γνώρισε και την μετέπειτα σύζυγό του, Γκούντρουν, με την οποία αποκτήσανε και δύο παιδιά και έζησαν μαζί έως το 2004 οπότε εκδόθηκε και το διαζύγιο προκειμένου να παντρευτεί ο Άκης τη Βίκυ Σταμάτη, πρώην γραμματέα στη ΔΕΗ.
Λέγεται ότι την Γκούντρουν ο Άκης τη γνώρισε με τρόπο «ροκαμβολικό». Στα μέσα της δεκαετίας του '60, για να μπορεί να χρηματοδοτήσει το τέλος των σπουδών του, εργαζόταν σε μια εταιρεία η οποία καθάριζε τα τζάμια ενός ουρανοξύστη στο Μόναχο. Μια φορά τη βδομάδα, ο Άκης έμπαινε στην εξωτερική ηλεκτρική σκαλωσιά καθαρίζοντας σχολαστικά τα εξωτερικά τζάμια του ουρανοξύστη. Σε έναν από τους ορόφους όπου στεγαζόντουσαν τα γραφεία μιας τράπεζας, εργαζόταν η Γκούντρουν ως γραμματέας. Μια φορά τη βδομάδα, ο Άκης και η Γκούντρουν έρχονταν φάτσα με φάτσα, η μία από μέσα ο άλλος από έξω. Και έτσι πλέχτηκε το ειδύλλιο. Η Γκούντρουν πίσω από ένα τζάμι ερωτεύτηκε τον «ωραίο Μπρούμελ» όπως ήταν το υποκοριστικό του Άκη, με το αθλητικό παράστημα και τους καλοσυνάτους τρόπους.
Γρήγορα, ο Άκης κέρδισε την εμπιστοσύνη του Αντρέα, ανέβηκε στην ιεραρχία του ΠΑΚ και λίγο μετά το '70, ανακηρύχθηκε υπεύθυνος του ΠΑΚ Δυτικής Ευρώπης. Το 1974, μετά την πτώση της δικτατορίας, θα ακολουθήσει τον Αντρέα στην Ελλάδα και θα τον συνοδεύσει στην πορεία προς την εξουσία μετά τη νίκη στις εκλογές του 1981. Μαζί με τον συγχωρεμένο Γιώργο Γεννηματά και τον Κώστα Λαλιώτη, θα αποτελέσουν την περίφημη «Τρόικα του ΠΑΣΟΚ» που ισοδυναμούσε με μια συλλογική υπαρχηγία του κινήματος. Ωστόσο σε αντίθεση με τον Γιώργο Γεννηματά, που είχε μια ουσιαστικά ανταγωνιστική σχέση με τον Αντρέα, ο Άκης ήταν απολύτως αφοσιωμένος στον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Ήταν τέτοια η αφοσίωση στον μέντορά του, που στα μέσα της δεκαετίας του '80 κυκλοφορούσε και ένα ανέκδοτο: «Τι ώρα είναι Άκη» ρωτούσε ο Αντρέας. «Ότι ώρα πεις εσύ, πρόεδρε», απαντούσε ο Άκης.
Από τα μέσα της δεκαετίας του '80 έως το 1996, όταν έχασε από τον Σημίτη την πρωθυπουργία στη γνωστή εκλογή στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, η ανέλιξη του Άκη στο ΠΑΣΟΚ και το πολιτικό σύστημα υπήρξε ιλιγγιώδης. Στην πραγματικότητα, υπήρξε ο εκφραστής του λαϊκίστικου και αναχρονιστικού ρεύματος στο ΠΑΣΟΚ που ενθάρρυνε την φαυλότητα, γενίκευσε τη διαφθορά και νομιμοποίησε τις μίζες.
Ως πανίσχυρος υπουργός των κυβερνήσεων του Παπανδρέου και πιο αυθεντικός εκφραστής του λαϊκισμού, συγκέντρωσε γύρω του το πιο αναχρονιστικό κομμάτι της «πράσινης γραφειοκρατίας» που κατέλαβε το κράτος, ταυτίζοντάς το με το κόμμα.
Μετά την επιστροφή του Ανδρέα στην εξουσία το 1993 και την επιδείνωση της υγείας του, ο Άκης ήταν ουσιαστικά ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και ο «φυσικός» διάδοχός του. Μετά την παραίτηση του Αντρέα, το Γενάρη του '96 ανήμερα του Αγίου Αθανασίου, θα ηττηθεί από τον Κώστα Σημίτη στην Κοινοβουλευτική Ομάδα χάνονας για μερικές ψήφους την πρωθυπουργία της χώρας. Παρόλα αυτά, θα συνεχίσει να εκπροσωπεί το 40% περίπου του ΠΑΣΟΚ, και θα επιχειρήσει να ανατρέψει τον Σημίτη στο Συνέδριο του κόμματος τον Ιούνιο του '96 αλλά θα ηττηθεί για δεύτερη φορά. Θα «οχυρωθεί» στο υπουργείο Άμυνας συνεχίζοντας τον κλεφτοπόλεμο εναντίον του Σημίτη, ενώ η περίοδος της υπουργίας του θα στιγματιστεί από μια σειρά αδιαφανείς και γκρίζες ζώνες που σχετίζονται με κολοσσιαίες αμυντικές προμήθειες. Σε ένα διάστημα 20 ετών, ο Άκης Τσοχατζόπουλος θα βρεθεί με μια ακίνητη περιουσία η οποία δύσκολα μπορεί να δικαιολογηθεί ότι αποκτήθηκε με το μισθό του βουλευτή και του υπουργού.
Πριν τις εκλογές του 2004, θα παντρευτεί στο Παρίσι την κατά 35 χρόνια μικρότερη του Βίκυ Σταμάτη και θα ακολουθήσει μια δεξίωση στο Four Seasons του Παρισιού που θα προκαλέσει εξαιρετικά αρνητικές εντυπώσεις στην Ελλάδα. Το ειδύλλιο και ο γάμος αυτός έμοιαζε να βγαίνει σαν κακέκτυπο της λαμπρής παράδοσης Περονικών καθεστώτων όπου ο λαϊκισμός ήταν ταυτισμένος με την αδιαφάνεια και τον πλουτισμό.
Ο Άκης Τσοχατζόπουλος, που προφανώς δεν αντιλαμβανόταν ότι είχαν αλλάξει οι εποχές, συνέχιζε να ζει με έναν τρόπο που προκαλούσε το δημόσιο αίσθημα. Λέγεται ότι την εποχή της παντοδυναμίας του, οι ακριβοί οίκοι μόδας στο Κολωνάκι και τα παπουτσάδικα στέναζαν από τις επισκέψεις της Βίκυς Σταμάτη. Η αγορά της νεοκλασικής μονοκατοικίας στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου, απέναντι από την Ακρόπολη δρομολόγησε μεγάλους μπελάδες. Όχι μόνο γιατί αγοράστηκε μέσω μιας off shore εταιρείας που λέγεται ότι ανήκει στον Άκη αλλά και γιατί από το Πόθεν Έσχες του δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί μια τόσο ακριβή αγορά σε έναν από τους πιο σικ δρόμους της έστω και χρεωκοπημένης Αθήνας.
Με τη σύλληψη του Άκη Τσοχατζόπουλου φαίνεται να ανοίγει ένας κύκλος διώξεων στο απερχόμενο πολιτικό προσωπικό της χώρας, που σε συνεργασία με την διαπλεκόμενη κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα, οδήγησαν τη χώρα στη χρεωκοπία και την κοινωνία στην καταστροφή. Αρκεί βεβαίως, η τιμωρία των ενόχων να μην περιοριστεί στον Άκη και να μην είναι ένα προεκλογικό πυροτέχνημα για να «διασωθεί» η χαμένη τιμή του απερχόμενου πολιτικού συστήματος.
Φωτογραφίες: Eurokinissi